Νομοθετικές ρυθμίσεις με στόχο την απλοποίηση των διαδικασιών για ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα προανήγγειλε με συνέντευξή του στην Deutsche Welle από το Βερολίνο ο υφυπουργός Εξωτερικών Δημήτρης Μάρδας.
DW: Κύριε υφυπουργέ, αφορμή για την επίσκεψη σας στο Βερολίνο είναι το ετήσιο συνέδριο του Ελληνογερμανικού Επιχειρηματικού Συνδέσμου (DHW). Παράλληλα όμως συναντηθήκατε με πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες. Τι προέκυψε από αυτές τις συναντήσεις;
Δημήτρης Μάρδας: Συναντήθηκα και με τον ομόλογο μου, υφυπουργό Εξωτερικών Στέφαν Στάινλαϊν, που είναι και αυτός υπεύθυνος για οικονομικά θέματα και είχαμε μια συνομιλία περισσότερο ενημερωτικού χαρακτήρα. Ο κύριος λόγος της επίσκεψης μου αφορούσε όμως συναντήσεις με επιχειρηματικούς οργανισμούς όπως την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων (DIHK) και τον Σύνδεσμο Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI). Από αυτούς τους δύο ζητήσαμε τη στήριξη για τη διαδικτυακή πλατφόρμα ProGreece, που έχουν δημιουργήσει ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ) και το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο. Η πλατφόρμα αυτή διευκολύνει την επικοινωνία ανάμεσα στις μεγάλες γερμανικές και τις μικρές ελληνικές εταιρείες σε ένα μεγάλο αριθμό κλάδων. Η επικοινωνία αυτή μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση εργασιών από τις γερμανικές στις ελληνικές εταιρείες μέσω του μηχανισμού της υπεργολαβίας. Οι Γερμανοί δέχτηκαν να διαφημίσουν το ProGreece με κάθε τρόπο μέσα από τις διαδικτυακές του πύλες, από τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, από τα έντυπα μέσα επικοινωνίας που διαθέτουν, έτσι ώστε να γίνει γνωστή η πλατφόρμα τόσο στα μέλη των επιμελητηρίων όσο και στους βιομήχανους. Πρόκειται για έναν τρόπο διαφήμισης όπου δεν χρειάζεται να δαπανηθούν χρήματα. Επίσης, μας έχουν προτείνει ένα συμπληρωματικό σύνολο δράσεων. Δηλαδή να έρθουν εκπρόσωποι του ΣΕΒΕ και του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου στη Γερμανία και να παρουσιάσουν σε ειδικές συνελεύσεις στις διάφορες περιοχές την πλατφόρμα ProGreece.
DW: Επίσης συναντηθήκατε και με τον εντεταλμένο της καγκελαρίου για τις ελληνογερμανικές σχέσεις σε επίπεδο δήμων και περιφερειών, τον υφυπουργό στο υπουργείο Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασία Χανς Γιοάχιμ Φούχτελ. Ποιο ήταν το αντικείμενο της συνομιλίας σας;
Δ.Μ.:Το αντικείμενο της συνομιλίας μας ήταν η παρουσίαση όλων των σχεδίων που έχει ο κ. Φούχτελ κατά νου και αφορούν την Ελλάδα. Αυτά τα παρουσίασε και στην εναρκτήρια ομιλία που έκανε στο συνέδριο. Στη συνάντηση μάς έδωσε μια αναλυτικότερη εικόνα για το πως ακριβώς μεθοδεύει κάποια σχέδια δράσης τα οποία έχουν σχέση με το οικονομικό περιβάλλον της Ελλάδας. Συγκεκριμένα αφορούν τον τουρισμό, την ενέργεια, τις τράπεζες - ειδικά το μοντέλο των ταμιευτηρίων, που αποτελούν μια πηγή δανειοδότησης για την τοπική οικονομία.
Φιλικό επενδυτικό κλίμα;
DW: Μέρος των καθηκόντων σας στο υπουργείο Εξωτερικών είναι και η προσέλκυση ξένων επενδυτών. Βασική προϋπόθεση για να έρθουν ξένοι επενδυτές στην Ελλάδα είναι ένα φιλικό επενδυτικό κλίμα. Αυτό σημαίνει προπαντός ένα αξιόπιστο και σταθερό δημοσιονομικό και νομοθετικό πλαίσιο, μια αποτελεσματική διοίκηση, καθώς και θετικές προϋποθέσεις χρηματοδότησης. Σε ποιο στάδιο υλοποίησης αυτών κριτηρίων βρίσκεται η Ελλάδα;
Δ.Μ.: Αυτό που ζητούν κυρίως οι ξένοι επενδυτές είναι, με μια λέξη, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας σε δύο τομείς: φορολογικές ρυθμίσεις και αδειοδότηση των επενδύσεων. Στόχος του σχεδίου νόμου για τις αδειοδοτήσεις, όπου και εμείς ως υπουργείο Εξωτερικών είχαμε συμμετοχή, είναι η διαδικασία έγκρισης για μια ξένη επένδυση να διαρκεί από έξι ως οχτώ μήνες. Η δε απλούστευση των φορολογικών ρυθμίσεων που είναι ο κύριος ανασταλτικός παράγοντας έχει ενταχθεί με άλλα νομοθετήματα σε ένα πρόγραμμα που σε εύλογο χρονικό διάστημα θα εφαρμοστεί.
DW: Ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας σημαίνει και ανάπτυξη των ελληνικών εξαγωγών. Κατά τη χρονική περίοδο Ιανουαρίου - Ιουνίου 2016 η συνολική αξία των ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων παρουσίασε όμως μείωση της τάξεως του 8,1%. Τι πήγε στραβά;
Δ.Μ.: Όπως έλεγε ο βρετανός πρωθυπουργός Ντισραέλι «υπάρχουν ψέματα, καταραμένα ψέματα και στατιστικές». Ο αριθμός είναι σωστός. Αλλά αν αφαιρέσουμε από τις εξαγωγές τα καύσιμα και τα πετρελαιοειδή, η μείωση των εξαγωγών των αγροτικών και βιομηχανικών προϊόντων είναι γύρω στο 1,4%. Στα δε καύσιμα έχουμε μεν μια αύξηση σε ποσότητα, αλλά έχουμε μια μείωση σε αξία, και αυτό λόγω των τιμών που κατέρρεαν εκείνη την εποχή. Άρα η μείωση σε αυτόν τον τομέα δεν ερμηνεύεται ως μείωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, διότι τότε θα είχαμε και μείωση της ποσότητας, πράγμα που δεν έγινε. Σε ό,τι αφορά τα άλλα προϊόντα, παρατηρούμε μια αύξηση των εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων, ενώ έχουμε μια κάποια μείωση σε βιομηχανικά προϊόντα και στις πρώτες ύλες. Ναι, λοιπόν, έχουμε μια μείωση το πρώτο εξάμηνο, αλλά ας περιμένουμε το τέλος του χρόνου για να βγάλουμε το τελικό συμπέρασμα. Το 1,4% μείον πάρα πολύ εύκολα μπορεί να διορθωθεί και να γίνει συν 3%, συν 4% και συν 5%.
Αύξηση της ανταγωνιστικότητας
DW: Επειδή αναφερθήκατε στην ανταγωνιστικότητα που είναι ένα συστατικό στοιχείο για την εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας - η έκθεση για την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα του World Economic Forumγια το 2016-2017 καταγράφει για την Ελλάδα μια υποχώρηση στην 86η θέση, από την 81η πέρυσι.
Δ.Μ.: Δεν ήταν «εκπληκτική» η 81η θέση, ήταν μια πολύ άσχημη και βρεθήκαμε σε μια εξίσου πολύ άσχημη θέση. Το ζητούμενο είναι να βρεθούμε σε μια θέση πολύ πιο μπροστά. Αυτό δεν γίνεται μόνο με τις μειώσεις των μισθών. Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας επιτυγχάνεται βάση ενός συνόλου παραγόντων, ανάμεσα σε αυτούς είναι παραγωγικότητα της εργασίας, είναι η τεχνολογική πρόοδος, είναι η κατάρτιση κτλ.
DW: Η ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας προϋποθέτει επενδύσεις – π.χ. στον τεχνικό εξοπλισμό μιας εταιρείας. Τα capital controls και η έλλειψη ρευστότητας κάνουν σχεδόν αδύνατο κάτι τέτοιο. Πότε σκοπεύετε να δώσετε ένα τέλος στα capital controls και τι σκοπεύετε να κάνετε για τη ρευστότητα των επιχειρήσεων;
Δ.Μ.: Τα capital controls είναι μια διαδικασία περιορισμού εξαγωγής συναλλάγματος ή ευρώ. Στο χώρο της ανάπτυξης, της εισαγωγής εξοπλισμού για επενδυτική δραστηριότητα, δεν υφίσταται ο παραμικρός περιορισμός. Σε ό,τι αφορά την έλλειψη ρευστότητας υπάρχει ομολογουμένως ένα πρόβλημα. Θεωρούμε ότι με το κλείσιμο της τρέχουσας διαπραγμάτευσης με τους δανειστές θα ανοίξουν και εκείνα τα κανάλια που είναι αναγκαία για να βελτιωθεί η ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας.
DW: Αυτή αυξάνεται όμως και με την εισαγωγή ξένων επενδυτικών κεφαλαίων.
Δ.Μ.: Σωστά. Εδώ παίζουν ρόλο ένα σωρό παράγοντες που συνδέονται με την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών στην ελληνική οικονομία. Όπως ξέρετε, η εμπιστοσύνη γκρεμίζεται σε ένα δευτερόλεπτο και για να χτιστεί μπορεί να χρειαστούν και δέκα χρόνια. Πρόβλημα εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία υπήρχε εδώ και πολύ χρονικό διάστημα. Η εμπιστοσύνη αυτή ανακτάται μόνο όταν οι ξένοι επενδυτές δουν ότι η χώρα κάνει το αυτονόητο και ότι αυτό στο οποίο συμφωνεί το εφαρμόζει. Και όλοι μπορούν να κρίνουν τι γινόταν παλιότερα και το κατά πόσο εμείς εφαρμόζουμε αυτά που συμφωνούμε. Είναι γεγονός ότι σε ορισμένα σημεία η πολιτική που εφαρμόζουμε είναι μια απόκλιση της πολιτικής που θέλαμε. Παρόλα αυτά, οι αποκλίσεις στη βραχυχρόνια περίοδο θα ολοκληρωθούν. Από τη στιγμή όμως που ανακάμπτει η ελληνική οικονομία θα αρχίσουμε να προσεγγίζουμε τους στόχους εκείνους τους οποίους θέσαμε πολύ παλιότερα – είτε στη Θεσσαλονίκη είτε λίγο μετά τις εκλογές.