«Στη δύσκολη οικονομικά περίοδο που βρισκόμαστε, η πολιτεία οφείλει να αξιοποιεί και να στηρίζει τους καταλύτες της παραγωγικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ανάπτυξης».
Τα παραπάνω ανέφερε η κυβερνητική εκπρόσωπος, Όλγα Γεροβασίλη, στο χαιρετισμό της κατά τα εγκαίνια του Μουσείου Αργυροτεχνίας στα Ιωάννινα, σημειώνοντας ότι «στην προκειμένη περίπτωση έχουμε ένα ιδανικό μοντέλοσυνέργειας της Πολιτείας με την ιδιωτική πρωτοβουλία, προς αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση».
«Η τοπική κοινωνία και οι επαγγελματικοί φορείς έχουν μόνο να κερδίσουν από παρόμοιες συμπράξεις. Μπορεί όμως και η χώρα να κερδίσει από την προβολή και διάδοση των παραδοσιακών τεχνικών στην αργυροχοΐα. Όπως και του μεταξιού, του μαρμάρου, του λαδιού κ.λπ. Έτσι, λοιπόν, τέτοιας μορφής συνέργειες είναι απαραίτητες και επιθυμητές, ακόμη περισσότερο τώρα και για το μέλλον», τόνισε η κ. Γεροβασίλη.
«Είναι ιδιαίτερη η χαρά μου για την τιμή να εκπροσωπήσω τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, και την ελληνική κυβέρνηση στα εγκαίνια του Μουσείου Αργυροτεχνίας, στον μαγικά Ιστορικό χώρο του κάστρου και της Ακρόπολης του Ιτς Καλέ», είπε η κυβερνητική εκπρόσωπος, προσθέτοντας ότι δεν είναι υπερβολή το ό,τι «στην Ελλάδα όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, θα ανακαλύψεις τη ζωντανή ιστορία του τόπου μας».
«Με τόσα πολλά και έντονα τα σημάδια των πολιτισμών που επηρέασαν την μακραίωνη ιστορία μας, η ανάδειξη όλων των μνημείων της χώρας είναι σχεδόν αδύνατη. Η αλήθεια είναι ότι τα εκατοντάδες κάστρα δεν έτυχαν της ίδιας προσοχής με τα αρχαία μνημεία μας. Κι όμως, οι ευκαιρίες να αναδειχτούν και οι δυνατότητες να ξαναζωντανέψουν είναι πολύ περισσότερες», είπε η κ. Γεροβασίλη και πρόσθεσε ότι απόδειξη είναι το κάστρο των Ιωαννίνων, το αρχαιότερο βυζαντινό Κάστρο, δημιούργημα του Ιουστινιανού-του Βοημούνδου και του Αλή Πασά για να υπογραμμίσει ότι «αυτό το εξαιρετικό, από κάθε άποψη, μουσείο προστίθεται στα ήδη από χρόνια υπάρχοντα κοσμήματα του χώρου. Όπως είναι το Βυζαντινό Μουσείο, ο ναός των Αγίων Αναργύρων, ο οικογενειακός τάφος του Αλή Πασά. Στον χώρο που αποτελεί ζωντανή απόδειξη για την μακραίωνα συνάντηση τόσων πολιτισμών».
«Το Μουσείο Αργυροτεχνίας προστίθεται,επίσης, σε ένα υπάρχον δίκτυο θεματικών μουσείων για τις παραδοσιακές τέχνες της χώρας μας. Από το μετάξι στο Σουφλί, το μάρμαρο στην Τήνο, την κεραμοποιία στο Βόλο, το λάδι στη Σπάρτη και τη Λέσβο, φτάνουμε στη μαστίχα στη Χίο και την αργυροχοΐα στα Ιωάννινα. Κάθε τέχνη και κάθε τεχνική στον τόπο όπου άνθισαν», είπε η κυβερνητική εκπρόσωπος, σημειώνοντας ότι σε αυτό το δίκτυο μουσείων, η τέχνη και το εμπόριο συναντούν το πνεύμα και τη δημιουργία. Το παρελθόν συναντά το μέλλον.
«Οι τέχνες που αναδεικνύονται στα μουσεία του δικτύου, κάθε άλλο παρά ξεχασμένες είναι. Και κάθε άλλο παρά ξεπερασμένες», ανέφερε επίσης η κυβερνητική εκπρόσωπος, προσθέτοντας ότι αντιθέτως, συμβάλουν στο πολύ σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας: την ποιότητα έναντι της ποσότητας. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μία σειρά προϊόντων της χώρας μας, όπως είναι τα κοσμήματα της τέχνης του ασημιού είναι φημισμένα στο εξωτερικό. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι η έκθεση αργυροχρυσοχοΐας στη Μόσχα, που εγκαινιάσθηκε στο πλαίσιο της ανακήρυξης του 2016 ως έτος φιλίας Ελλάδας-Ρωσίας, παρατάθηκε λόγω αυξημένου ενδιαφέροντος και επισκεψιμότητας», είπε η Όλγα Γεροβασίλη.
«Οι παραδοσιακές τεχνικές στην επεξεργασία και την κατασκευή, δεν αποτελούν απλά ιστορική ανάμνηση και κρίκο σύνδεσης με το παρελθόν μας. Σήμερα μπορούν να προσδώσουν την ξεχωριστή σφραγίδα ποιότητας, σε συνδυασμό με καινοτόμες εφαρμογές και νέες τεχνολογίες. Πρέπει, όμως, πρώτα να τις γνωρίσουν οι Έλληνες. Να έρθουν οι νέοι σε επαφή με τη δημιουργία. Να γνωρίσουν τις παραδοσιακές τεχνικές και τεχνοτροπίες. Να τις αγαπήσουν και να τις διατηρήσουν», ανέφερε η κυβερνητική εκπρόσωπος και πρόσθεσε ότι τα θεματικά μουσεία του δικτύου του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς είναι ιδανικοί κόμβοι για κάτι τέτοιο.Κι αυτό διότι είναι σχεδιασμένα ώστε να συνδυάζουν ενεργά την τοπική κοινωνία, τις οικονομικές δραστηριότητες, την ιστορία και τον πολιτισμό.
«Μαθαίνω ότι το ίδρυμα υπολογίζει ότι οι επισκέπτες αυτού του μουσείου Αργυροτεχνίας, θα αγγίζουν ετησίως τις 60.000. Εύχομαι οι υπολογισμοί τους να αποδειχτούν μετριοπαθείς στην πράξη. Μακάρι, ακόμη περισσότεροι Έλληνες και Ελληνίδες, να συναντούν εδώ την παραδοσιακή αργυροτεχνία, κάθε χρόνο. Ελπίζω να γίνει μία ακόμη κυψέλη μάθησης και διάδοσης των παραδοσιακών τεχνών και τεχνικών της χώρας μας», είπε η Όλγα Γεροβασίλη.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ