Στη λίστα Thomson- Reuters με τους κορυφαίους ερευνητές βρέθηκε για δεύτερη χρονιά ο καθηγητής του ΑΠΘ, Γ.Καραγιαννίδης, ο οποίος δουλεύει με την ομάδα του πάνω στα κινητά που θα φορτίζουν ...χωρίς ρεύμα.
Σε ένα όχι μακρινό μέλλον τα κινητά τηλέφωνα θα φορτίζουν χωρίς ρεύμα, με ηλεκτρομαγνητικά κύματα, την ώρα που ο χρήστης τους μιλάει. Πρόκειται για μια τεχνολογική επανάσταση στον χώρο των τηλεπικοινωνιών. Πόσοι, όμως, γνωρίζουν ότι θα φέρει ελληνική υπογραφή; Μετά βεβαιότητος το γνωρίζουν οι συντάκτες της πλέον έγκυρης διεθνούς βάσης επιστημονικών δεδομένων «Thomson- Reuters», που για δεύτερη συνεχή χρονιά κατέταξαν τον καθηγητή του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΑΠΘ, Γιώργο Καραγιαννίδη, μεταξύ των ερευνητών με τη μεγαλύτερη επιρροή παγκοσμίως.
Η λίστα της Thomson Reuters, που θα οριστικοποιηθεί στις 31 Οκτωβρίου, περιλαμβάνει 3.266 ερευνητές από όλο τον κόσμο, με βασικό κριτήριο για την επιλογή τους, το εύρος των δημοσιεύσεών τους και την απήχηση που είχαν αυτές παγκοσμίως, μέσα στην επιστημονική κοινότητα. Τα ονόματα οκτώ ακόμη Ελλήνων καθηγητών, από πανεπιστήμια της Αθήνας, περιλαμβάνονται στην ίδια λίστα.
«Η συμπερίληψη του ονόματός μου στη λίστα, για δεύτερη συνεχή χρονιά, δείχνει τη διαχρονική σπουδαιότητα της έρευνας, που κάνει η ομάδα μας τα τελευταία 10 χρόνια», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ.Καραγιαννίδης. Τα τηλεπικοινωνιακά συστήματα και τα μελλοντικά συστήματα κινητών -πλέον 5G- αποτελούν το αντικείμενο της έρευνας της ομάδας του καθηγητή. «Η έρευνά μας στοχεύει- μεταξύ άλλων- στη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας των συστημάτων κινητών επικοινωνιών και στην ασύρματη μεταφορά ενέργειας, δηλαδή πρακτικά στο μέλλον να είναι εφικτή η φόρτιση κινητού από ηλεκτρομαγνητικά κύματα, χωρίς να βάζουμε το κινητό στο ρεύμα, αλλά να φορτίζει ταυτόχρονα την ώρα της λειτουργίας», εξηγεί.
«Μένω συνειδητά στην Ελλάδα και στο ΑΠΘ»
Η παγκόσμια επιρροή του κ.Καραγιαννίδη στην επιστημονική κοινότητα «μεταφράστηκε» -ήδη από το 2015- σε προτάσεις μετεγγραφής του στο εξωτερικό. «Με την ανακοίνωση της λίστας πέρυσι, είχε προτάσεις από δύο μεγάλα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, τα οποία βρίσκονται ανάμεσα στα πέντε καλύτερα του κόσμου.
Συνειδητά πήρα την απόφαση να μείνω στην Ελλάδα και το ΑΠΘ, παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε εδώ, ειδικά στα θέματα χρηματοδότησης της έρευνας. Ήταν μια επιλογή, που έλαβε υπόψη και προσωπικούς οικογενειακούς λόγους, αλλά κυρίως ότι υπάρχει εδώ μια ερευνητική ομάδα, που διευθύνω και η οποία παράγει αυτά τα συγκεκριμένα αποτελέσματα. Δε θα ήταν σωστό να την παρατήσω», δηλώνει.
Αν και επέλεξε την παραμονή στην Ελλάδα ο καθηγητής δεν πιστεύει πως στη σημερινή οικονομική συγκυρία μπορεί να υπάρξει αποτελεσματικό σχέδιο ανάσχεσης της φυγής των νέων επιστημόνων στο εξωτερικό. «Είναι ένα φαινόμενο ιδιαίτερα έντονο τα τελευταία δυο χρόνια», λέει και ζητεί από την Πολιτεία να κάνει αυτό που μπορεί, ήτοι «να σκύψει πάνω από τις νησίδες αριστείας». «Στην Ελλάδα υπάρχουν αυτές οι νησίδες αριστείας, ερευνητικές ομάδες και συνάδελφοι εξαιρετικοί, γνωστοί σε παγκόσμιο επίπεδο και η Πολιτεία θα πρέπει να τις ενισχύσει», σημειώνει, παραπέμποντας στο ερευνητικό πρόγραμμα «Αριστεία», που «τα τελευταία δύο χρόνια δεν υπάρχει».
Ο ίδιος, πάντως, συμβουλεύει τους φοιτητές του, προτού αναζητήσουν την τύχη τους και ένα εργασιακό μέλλον στο εξωτερικό, να εξετάσουν όποιες δυνατότητες έχουν στην Ελλάδα, όπου, όπως εκτιμά, η περιοχή των τηλεπικοινωνιών προσφέρει ακόμη θέσεις εργασίας.
«Εγώ προσπαθώ να χρηματοδοτήσω την ερευνητική μου ομάδα, συμμετέχοντας σε ερευνητικά προγράμματα με χώρες όπως η Κίνα, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα» σημειώνει ο καθηγητής, διευκρινίζοντας ότι σήμερα στην Ελλάδα ούτε ο ιδιωτικός τομέας έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει την έρευνα στα Πανεπιστήμια . «Οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν είναι σε καλή κατάσταση εξαιτίας της κρίσης. Προσπαθούν να επιβιώσουν στην παρούσα φάση», προσθέτει.
«Η γραφειοκρατία βλάπτει σοβαρά την έρευνα»
Όμως, ακόμη και στις περιπτώσεις, όπου η μετουσίωση των ερευνητικών αποτελεσμάτων σε προϊόντα και υπηρεσίες -ιδίως όταν πρόκειται για τεχνολογία αιχμής- μπορεί να στρέψει στα ελληνικά πανεπιστήμια το ενδιαφέρον επιχειρηματικών κολοσσών από το εξωτερικό, εξασφαλίζοντας οικονομικά την έρευνα, το ... τέρας της γραφειοκρατίας, δυσκολεύει και πάλι τα πράγματα.
«Χρειάζεται περισσότερη ευελιξία και λιγότερη γραφειοκρατία, είναι κάτι που πρέπει να κατανοήσει η Πολιτεία», λέει ο καθηγητής . «Για δύο πατέντες που αναπτύξαμε και τις οποίες έχει χρηματοδοτήσει το ΑΠΘ, συζητάμε με μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού, αλλά το θεσμικό πλαίσιο δεν διευκολύνει τη συμφωνία», γνωστοποιεί, προσθέτοντας ότι ακόμη και στην περίπτωση δωρεάς δεν είναι πιο ευνοϊκές οι συνθήκες. «Πρόσφατα αμερικανική εταιρεία μας δώρισε εξοπλισμό, που αφορά δορυφορικές υπηρεσίες. Οι διαδικασίες για την αποδοχή της δωρεάς ήταν εξαιρετικά πολύπλοκες και χρονοβόρες», εξηγεί.