Την περιορισμένη πρόσβαση των νόμιμων μεταναστών στην Ελλάδα στις κοινωνικές υπηρεσίες διαπιστώνουν ερευνητές του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής κατά την έρευνα που διεξήγαν στο πλαίσιο του προγράμματος «LOMIGRAS».
Βασικό εμπόδιο αποτελεί η περιορισμένη γνώση της ελληνικής γλώσσας από τους μετανάστες, ωστόσο εντοπίστηκαν και ελλιπείς προσπάθειες από την Τοπική Αυτοδιοίκηση για τη διάχυση της ενημέρωσης και της πληροφορίας σε όλες τις κοινότητες μεταναστών. Επίσης, παρατηρήθηκε ότι στις κοινωνικές υπηρεσίες που παρέχουν οι δήμοι δεν ενσωματώνονται στόχοι και προτεραιότητες αναφορικά με την ένταξη των μεταναστών.
Την ίδια ώρα δράσεις ένταξης έχουν υλοποιηθεί στο πλαίσιο έργων, που χρηματοδοτήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ένταξης και τα οποία, ενώ δαπανούν σημαντικούς οικονομικούς πόρους, τα αποτελέσματά τους δεν αξιολογούνται και δεν λαμβάνονται υπόψη για τη διαμόρφωση πιο αποτελεσματικών πολιτικών και πρακτικών γύρω από την ένταξη των μεταναστών.
Τα παραπάνω διαπιστώνουν οι ερευνητές του ΕΛΙΑΜΕΠ που διερεύνησαν το ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην ένταξη των μεταναστών στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του ερευνητικού έργου «LOMIGRAS». Τα αποτελέσματα του έργου, που στηρίχθηκε από το πρόγραμμα «EEA Grants» (το χρηματοδοτούν η Νορβηγία, η Ισλανδία και το Λιχτενστάιν), παρουσιάστηκαν σε σχετική ημερίδα σήμερα στην Αθήνα.
Η ομάδα, με επικεφαλής την ερευνήτρια Ντία Αναγνώστου, μελέτησε τις πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζουν οι τέσσερις μεγαλύτεροι δήμοι της χώρας (Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Ηρακλείου και Πάτρας). Στους δήμους αυτούς υπολογίζεται ότι διαμένουν σχεδόν οι μισοί από τους νόμιμους μετανάστες που βρίσκονται στην Ελλάδα (συνολικά 548.759). Ενδεικτικά αναφέρεται ότι την περίοδο 2015-2016 (έως τον Μάρτιο του 2016) εκδόθηκαν στην Αθήνα 146.538 άδειες διαμονής, στη Θεσσαλονίκη 45.695, στην Πάτρα 10.315 και στο Ηράκλειο 12.600. Η πολυπληθέστερη ομάδα μεταναστών είναι οι Αλβανοί και ακολουθούν οι Φιλιππινέζοι (στην Αθήνα), οι Ουκρανοί, οι Ρώσοι, οι Γεωργιανοί, οι Μολδαβοί, οι Κινέζοι, οι Μπαγκλαντεσιανοί, οι Πακιστανοί και οι Σύροι.
Τα στοιχεία για το δήμο Αθηναίων (δίνεται έμφαση στο συγκεκριμένο δήμο καθώς δόθηκαν αναλυτικά στοιχεία από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση) δείχνουν αύξηση των αιτήσεων απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας από το 2010 και μετά, αλλά και μείωση των αδειών διαμονής που εκδόθηκαν από το 2010 και έπειτα, χρονιά που συμπίπτει με την έναρξη της οικονομικής κρίσης. Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, μέρος της μείωσης οφείλεται στο γεγονός ότι ένας σημαντικός αριθμός μεταναστών έφυγε από τη χώρα, αλλά ενδεχομένως να οφείλεται και στους αυξανόμενους αριθμούς μεταναστών που λαμβάνουν άδειες διαμονής μεγαλύτερης διάρκειας, στον αυξανόμενο αριθμό μεταναστών δεύτερης γενιάς που αποκτά την ελληνική ιθαγένεια και στον αυξανόμενο αριθμό πρώην παράτυπων μεταναστών που έχουν αποκτήσει νόμιμο καθεστώς τα προηγούμενα χρόνια για εξαιρετικούς λόγους ή στη βάση της επικουρικής προστασίας.
Η έρευνα περιλάμβανε τη συλλογή και ανάλυση της ισχύουσας νομοθεσίας, ποσοτικών δεδομένων που χορηγήθηκαν από το υπουργείο Εσωτερικών και τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και δεδομένα από τις διοικητικές αρχές των τεσσάρων δήμων. Επίσης, πραγματοποιήθηκαν 48 συνεντεύξεις με εκπροσώπους των αιρετών, διοικητικούς υπαλλήλους, ΜΚΟ και συλλόγους μεταναστών.
Όπως αναφέρουν συμπερασματικά οι ερευνητές, παρά το γεγονός ότι οι δήμοι δεν έχουν ρητή εξουσιοδότηση και αρμοδιότητα να προωθήσουν την ένταξη των μεταναστών, επηρεάζουν το πόσο θετικό ή αρνητικό είναι το τοπικό περιβάλλον στην προοπτική της ένταξης. Σταθμός στην προσπάθεια αυτή της ένταξης ήταν η ίδρυση των Συμβουλίων Ένταξης Μεταναστών από το 2010 και έπειτα. Τα Συμβούλια λειτουργούν σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Ηράκλειο, αλλά όχι στην Πάτρα.
Σημειώνεται ότι στο επίκεντρο της έρευνας τέθηκε η ένταξη των μεταναστών, που διαμένουν μακροχρόνια στη χώρα και οι οποίοι άρχισαν να εγκαθίστανται στην Ελλάδα από το τέλος του 1980 –και κυρίως τη δεκαετία του 1990. Η έρευνα δεν ασχολήθηκε με το πρόσφατο ζήτημα των προσφύγων.
Τέλος, στο πλαίσιο του προγράμματος αναπτύχθηκε ένα τεχνολογικό διαδραστικό εργαλείο για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της ένταξης των μεταναστών σε τοπικό επίπεδο, με στόχο την υιοθέτησή του από τοπικές αρχές, ΜΚΟ και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)