Ένα μαγευτικό τοπίο, που όμοιό του σπάνια θα συναντήσει κανείς όσο κι αν ταξιδέψει, θα αντικρύσει ο επισκέπτης των Μετεώρων, της δεύτερης σε μέγεθος μοναστικής κοινότητας της χώρας, μετά το Άγιο Όρος.
Ανηφορίζοντας με το αυτοκίνητο από την πόλη της Καλαμπάκας λίγοι είναι προετοιμασμένοι για αυτό που θα συναντήσουν: Απόκρημνοι βράχοι, που ξεπετάγονται από το πουθενά, σε μια προσπάθεια να «αγγίξουν τον Θεό».
Ίσως έτσι να σκέφτηκε και ο Άγιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης, κτήτορας της Μονής Μεγάλου Μετεώρου που εγκαταστάθηκε το 1344 στην περιοχή και πιο συγκεκριμένα στον «Πλατύ Λίθο», δίνοντας και το όνομα στο βραχώδες σύμπλεγμα.
Αναφορές ωστόσο υπάρχουν από πιο παλιά, με ειδικούς βυζαντινολόγους να υποστηρίζουν ότι η περιοχή πρωτοκατοικήθηκε από μοναχούς τον 11ο αιώνα.
Πρώτος ασκητής θεωρείται ο Βαρνάβας που ίδρυσε το 950-970 μ.Χ την Σκήτη του Αγίου Πνεύματος και έπειτα ο Κρητικός μοναχός Ανδρόνικος που ίδρυσε το 1020 την Μεταμόρφωση.
Το 1160 ιδρύεται η Σκήτη Σταγών ή Δούπιανη και μετά από 200 χρόνια φτάνει στην περιοχή ο ασκητής Βαρλαάμ (το Μοναστήρι που φέρει το όνομα του είναι από τα πιο ξακουστά) και ιδρύει το Μοναστήρι των Τριών Ιεραρχών και των Αγίων Πάντων.
Τα Μετέωρα είναι ένα σύμπλεγμα από τεράστιους σκοτεινόχρωμους βράχους από ψαμμίτη οι οποίοι υψώνονται έξω από την Καλαμπάκα, κοντά στα πρώτα υψώματα της Πίνδου και των Χασίων.
Από τα τριάντα μοναστήρια των Μετεώρων που υπήρξαν ιστορικά, σήμερα λειτουργούν μόνον επτά, τα οποία, από το 1988, περιλαμβάνονται στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Η δημιουργία του γεωλογικού τοπίου, αν και έχει κατά καιρούς απασχολήσει πολλούς Έλληνες και ξένους γεωλόγους, δεν έχει ακόμη ξεκάθαρα ερμηνευθεί, με σχετικές μελέτες δείχνουν ότι οι βράχοι σχηματίσθηκαν περίπου πριν από 60 εκατομμύρια χρόνια κατά την Παλαιογενή Περίοδο.
Με μέσο υψόμετρο τα 313 μέτρα, τα Μετέωρα, λόγω και της μορφολογίας τους, πρόσφεραν στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ιδανικό καταφύγιο για το μοναχισμό και διέσωσαν μνημεία του πολιτισμού και έργα της μεταβυζαντινής τέχνης.
Χαρακτηριστικό των μοναστηριών μέχρι πρόσφατα ο μοναδικός τρόπος ανέλκυσης ανθρώπων και αντικειμένων, με τη βοήθεια τροχαλίων και σχοινιών και με τα καλάθια που λειτουργούσαν σαν πρωτόγονα «ασανσέρ».
Στη δεκαετία του 1920 λαξεύτηκαν κλίμακες και σήραγγες στους βράχους καθιστώντας τις μονές προσβάσιμες από το γειτονικό οροπέδιο κι έτσι η παραδοσιακή μέθοδος επικοινωνίας και ανεφοδιασμού τον μονών με ανεμόσκαλες, σκοινιά, τροχαλίες και καλάθια, σταδιακά εγκαταλείφθηκε.