Στις 16 Ιουλίου, μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος, από το αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, ο Ερντογάν κατήγγειλε την «συνωμοσία» που απέδωσε στην νεο-αδελφότητα του Γκιουλέν, την οποία αποκάλεσε χωρίς να την κατονομάσει «κράτος μέσα στο κράτος».
Πώς ένα κοινωνικό και θρησκευτικό κίνημα, σίγουρα με επιρροή και πολλές εκατοντάδες χιλιάδες οπαδούς, το οποίο λατρεύει τον Φετουλάχ Γκιουλέν, έναν ιμάμη 75 ετών, άρρωστο, εξόριστο στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ, μπορεί να κάνει την ισχυρή κυβέρνηση της Τουρκίας να τρέμει;
Αυτός ο πραγματικός πολιτικός σεισμός, η δήλωση ανοιχτού πολέμου μεταξύ δύο πρώην συμμάχων, του κινήματος Γκιουλέν και της κυβέρνησης του ΑΚΠ (Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης, ισλαμο-συντηρητικό) μπορούσε να είχε προβλεφθεί; Και πώς μπορεί να τον ερμηνεύσει κανείς;
Η συμμαχία μεταξύ Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν και Φετουλάχ Γκιουλέν δεν ήταν αυτονόητη. Ο πρόεδρος της Τουρκίας είναι πνευματικό τέκνο του αντι-ευρωπαίου Νετσμεντίν Ερμπακάν. Ηταν επικεφαλής της κυβέρνησης και αναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά από πίεση του στρατού το 1997.
Ο Φετουλάχ Γκιουλέν εγγράφεται στην παράδοση του κινήματος Nurcu, που φλερτάρει με τον σουφισμό αλλά αποκλείει την πολιτική δέσμευση. Ως νέος ιμάμης στη Σμύρνη, το 1970, χαρισματικός, άρχισε να χτίζει την θεολογική του άποψη πιστεύοντας «στην ακομπλεξάριστη σχέση των μουσουλμάνων με τον σύγχρονο κόσμο, ως τον καλύτερο τρόπο να θριαμβεύσει ένα ισχυρό Ισλάμ».
Κατά συνέπεια για τον Γκιουλέν, το Ισλάμ δεν αντιτίθεται στην δημοκρατία, αλλά η δημοκρατία είναι αυτή που χρειάζεται μια μεταφυσική διάσταση και η θρησκεία του Μωάμεθ μπορεί να της την προσφέρει.
Οι γκιουλενιστές (Fethullahci, όπως τους αποκαλούν) βρίσκονταν σε θρησκευτικούς κύκλους ή σε Οίκους Φωτός (Isik evleri) για να συζητήσουν θεολογικά θέματα αλλά επίσης για δημοκρατία, παιδεία και κοινωνία. Στόχος τους ήταν να μεταμορφώσουν ένα θρησκευτικό κίνημα σε κοινωνικό, «να συμφιλιώσουν την δημόσια ζωή και την θρησκευτική, καθώς και την σύγχρονη ζωή με την παράδοση».
Η νέο-αδελφότητα Γκιουλέν επιτρέπει σε καθηγητές, γιατρούς, μηχανικούς να ζουν την θρησκεία στην καθημερινή ζωή τους. Καταπιεσμένο και υπό παρακολούθηση στο εσωτερικό της Τουρκίας, το κίνημα Γκιουλέν γίνεται πανεθνικό από την δεκαετία του 1990 με την ίδια πάντα ιδέα: να κατασκευάζονται σχολεία περισσότερο και όχι τζαμιά.
Αυτό είναι το κόκκινο σπίτι του Γκιουλέν στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ:
Καταρχήν στην κεντρική Ασία και στη συνέχεια στην Ευρώπη, στην Αμερική, στην Ασία, στην Αφρική, η ιδέα εξαπλώνεται. Σήμερα υπάρχουν 500 τέτοια σχολεία σε 100 περίπου χώρες. Το κίνημα έχει την δική του οργάνωση, τις δικές του εφημερίδες (τον Ομιλο Ζaman) και τις δικές του ενώσεις. Διοργανώνει συνέδρια στην Τουρκία και σε ολόκληρο τον κόσμο ενώ τα βιβλία του Γκιουλέν μεταφράζονται σε πολλές γλώσσες. Είναι ένα καθολικό κίνημα.
Το 2002, οι περισσότεροι οπαδοί του Γκιουλέν ψήφισαν τον Ερντογάν. Πίστευαν ότι ο Ερντογάν είχε αλλάξει και είχε έρθει σε ρήξη με την παράδοση Milli Görus. Εξάλλου μοιράζονται κάποιες συντηρητικές αξίες, αν και η κυβέρνηση επιβάλλει δια νόμου (αλκοόλ, εξωσυζυγικές σχέσεις κλπ), ενώ η νέο-αδελφότητα προτιμάει να πείθει.
Επίσης, είναι νεοφιλελεύθεροι στο οικονομικό πεδίο. Ως πρόσφατα, η νέο-αδελφότητα και η κυβέρνηση έμοιαζαν να αλληλοσυμπληρώνονται: στη μία η πνευματική εξουσία, στην άλλη η πολιτική.
Το 2007 ο Ερντογάν πείστηκε ότι παρολίγο να ανατραπεί από ένα πραξικόπημα. Τότε έκανε μια άτυπη συμμαχία με την νέο-αδελφότητα, η οποία έχει πολλούς υποστηρικτές στην αστυνομία, στη δικαιοσύνη.
Πότε άρχισαν να τα σπάνε Ερντογάν και κίνημα Γκιουλέν; Χωρίς αμφιβολία το 2011, όταν πολλοί δημοσιογράφοι γνωστοί εχθροί του Γκιουλέν (ο ένας εξ αυτών τον συνέκρινε με την οργάνωση Opus Dei) συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για τρομοκρατία, στο πλαίσιο δίκης εναντίον του στρατού.
Αυτές οι συλλήψεις και κρατήσεις δημοσιογράφων, ακτιβιστών και διανοουμένων, που πιθανόν ζητήθηκαν από τους γκιουλενιστές, τραυμάτισαν σοβαρά την εικόνα της κυβέρνησης ΑΚΡ στο εσωτερικό και στην διεθνή κοινότητα. Τότε άρχισε ο Ερντογάν να πιστεύει ότι δεν έχει ανάγκη την νέο-αδελφότητα και θέλησε να μειώσει την επιρροή της και την ικανότητά της να κινείται στο εσωτερικό του κράτους.
Τότε ήταν που οι γκιουλενιστές κατηγορήθηκαν ότι ανήκουν σε παράνομη οργάνωση. Υπήρξαν θύματα πολλών καθαιρέσεων και καταπίεσης στην αστυνομία, στην δικαιοσύνη και στην εκπαίδευση. Το 2012, η διαμάχη ανάμεσα στους δύο πρώην συμμάχους γίνεται εμφανής όταν η νέο-αδελφότητα επιχειρεί να αποσταθεροποιήσει τον επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Hakan Fidan, τον πιστότερο οπαδό του Ερντογάν.
Παράλληλα, οι διαφωνίες πολλαπλασιάζονται ανάμεσα στην νέο-αδελφότητα και την κυβέρνηση εξαιτίας της διεθνούς πολιτικής του Ερντογάν. Το 2010, ο φιλικός τύπος στον Γκιουλέν καταγγέλλει την αποστολή του πλοίου Μαβί Μαρμαρά στη Γάζα, χωρίς την σύμφωνη γνώμη του Ισραήλ.
Εδώ ο Γκιουλέν με τον επικεφαλής ραβίνο του Ισραήλ το 1998:
Διαφωνούν με την έναρξη διαπραγματεύσεων με το κουρδικό κόμμα ΡΚΚ, τις οποίες έχει ξεκινήσει ο Ερντογάν. Κατηγορούν την κυβέρνηση ότι χαλαρώνει τις διαπραγματεύσεις με την ευρωπαϊκή ένωση. Την κατηγορούν για την αραβική πολιτική της στη Λιβύη, στο Μαγκρέμπ, στη Συρία, στην Αίγυπτο.
Κυρίως, αυτό που ενοχλεί την νέο-αδελφότητα είναι η προσπάθεια προσέγγισης με το σιιτικό Ιράν. Αλλά το τελειωτικό χτύπημα στη σχέση των πρώην συμμάχων ήταν η βία εναντίον των διαδηλωτών στο Γκεζί, το καλοκαίρι του 2015. Η ανακοίνωση, επίσης, της κυβέρνησης ότι θα κλείσει τα ιδιαίτερα μαθήματα προετοιμασίας για την είσοδο στο Πανεπιστήμιο (dershane, των οποίων το ένα τέταρτο βρίσκεται στα χέρια των γκιουλενιστών) ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Γιατί εκτός από την οικονομική βοήθεια των πιστών, η Αδελφότητα ζει χάρη στα έσοδα που προέρχονται από τα σχολεία που άνοιξε στον κόσμο και στην Τουρκία.
Όταν ο Ερντογάν πρότεινε στον Φετουλάχ Γκιουλέν να επιστρέψει στην Τουρκία το 2012, οι γκιουλενιστές είναι πεπεισμένοι ότι θέλει να τον συλλάβει.
Το αποκορύφωμα ήρθε στις 6 Ιανουαρίου 2016 όταν ξεκίνησε στην Τουρκία δίκη εναντίον του Γκιουλέν, ο οποίος κατηγορήθηκε ότι ίδρυσε τρομοκρατική οργάνωση, Κράτος μέσα στο Κράτος (Παράλληλη δομή) και ότι θέλει να ανατρέψει την τουρκική κυβέρνηση. Ο ίδιος δεν παρουσιάστηκε στη δίκη. Οι συνεργάτες του Γκιουλέν κατηγορήθηκαν για διαφθορά.
Οι νέες εξελίξεις, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου φέρνουν στο φως τα πραγματικά ελλείμματα της τουρκικής δημοκρατίας και την έλλειψη εναλλακτικής πολιτικής λύσης. Πηγή Slate