Τη δική του άποψη για την ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ καταθέτει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστας Σκανδαλίδης, επισημαίνοντας ότι το ΠΑΣΟΚ όπως το ξέραμε έχει ξεπεραστεί από την ιστορία όχι ως αξιακό και ευρύτερα ιδεολογικό και στρατηγικό πλαίσιο αλλά ως πολιτικές, ιεραρχήσεις και κυρίως πρακτικές.
Συμμετέχοντας στο διάλογο που έχει ξεκινήσει από την εφημερίδα Τα Νεα, το κορυφαίο στέλεχος σημειώνει επίσης ότι «το ΠΑΣΟΚ και οι εν δυνάμει συμμαχικές δυνάμεις που αρνούνται τόσο τον αριστερό λαϊκισμό μιας ανεπίδοτης ελπίδας όσο και τον δεξιό λαϊκισμό που στο όνομα του μεταρρυθμισμού απεργάζονται από τα πάνω τη νέα μορφή και διάταξη των πολιτικών δυνάμεων στη χώρα οφείλουν να συναντηθούν στο πεδίο της μάχης για την ανασύνταξη της Κεντροαριστεράς.»
Το πλήρες κείμενο του κ. Σκανδαλίδη:
Οι καιροί που ζούμε είναι χαλεποί. Η Ιστορία θα αργήσει να απογράψει την τελική της κρίση και αξιολόγηση. Το αν θα δικαιωθούν από αυτή πρόσωπα, πολιτικές και καταστάσεις ο χρόνος θα το κρίνει.
Το πολιτικό σύστημα, αυτή καθαυτή η πολιτική δεν βιώνουν μια απλή κρίση. Βρίσκονται στη δίνη μιας μεγάλης ανατροπής. Ολοι ομολογούμε ότι έκλεισε εδώ και καιρό ο κύκλος της Μεταπολίτευσης. Πρέπει να αναλογιστούμε ότι έκλεισε από μόνος του. Δεν τον κλείσαμε εμείς με την πολυπόθητη υπέρβαση. Και η Ιστορία διδάσκει ότι στην πολιτική καθετί που κλείνει από μόνο του, κλείνει με τρόπο δραματικό. Αυτό που ζει σήμερα η κοινωνία και αντανακλάται στο πολιτικό και στο κομματικό σύστημα είναι κάτι «νέο», κάτι διαφορετικό. Και είναι κρίμα που ακόμη δεν μπορέσαμε να το σκιαγραφήσουμε έστω και σε χοντρές γραμμές. Η εξέλιξη της Μεταπολίτευσης ήταν από την αρχή ώς το τέλος του ιστορικού κύκλου συνυφασμένη με το ΠΑΣΟΚ και την πορεία του. Τώρα που ο κύκλος έκλεισε, τι θα γίνει με το ΠΑΣΟΚ;
Υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερα εντελώς καινούργια στοιχεία που σημαδεύουν την αρχή της νέας εποχής και για τα οποία οι απαντήσεις μας λειψές και ανολοκλήρωτες καταντούν παραδοσιακές και ξεπερασμένες.
Στο πρώτο απ' αυτά, τη δομική κρίση που βιώνει σήμερα ο χρηματοπιστωτικός και αεριτζίδικος καπιταλισμός των ασύδοτων αγορών, η απάντηση μέχρι τώρα δεν ξεπερνά τις νεοφιλελεύθερες επιλογές. Η απουσία σοσιαλδημοκρατικής εναλλακτικής πρότασης εξακολουθεί να είναι κραυγαλέα. Μια συστημική καθαρά κρίση δεν αντιμετωπίζεται με παραδοσιακές ρετσέτες για το κοινωνικό κράτος και την ανακατανομή του πλούτου.
Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα είναι ότι η Ευρώπη έπειτα από πέντε αιώνες που αποτελούσε το επίκεντρο των εξελίξεων χάνει τον πρώτο ρόλο, που μεταφέρεται στην Κεντρική και Ανατολική Ασία. Κι ενώ οι πολυεθνικοί και εθνικοί γίγαντες διαμορφώνουν ήδη τη στρατηγική τους στο πεδίο του ανταγωνισμού, η Ευρωπαϊκή Ενωση συζητά αν θα στηρίξει το ευρώ ή αν μπορεί να τυπώσει χαρτονόμισμα. Δυστυχώς οι ευρωπαϊκές ηγεσίες είναι μυωπικές και χαμηλού βεληνεκούς και οι δυνάμεις που εξακολουθούν να επιλέγουν μια Ευρώπη ενωμένη στα φυσικά της σύνορα, ως ομόσπονδη δημοκρατία, είναι σκόρπιες, ανοργάνωτες και ισχνές. Το δίλημμα του Μάαστριχτ «Ευρωπαϊκή Γερμανία ή Γερμανική Ευρώπη» πολύ φοβάμαι ότι ρέπει προς το 4ο οικονομικό Ράιχ.
Το τρίτο καινούργιο στοιχείο είναι ότι οι λαοί πολιτικοποιούνται μέσα από την επανάσταση των μέσων και της τεχνικής με τελείως διαφορετικό τρόπο. Η διαδικασία της αντιπροσώπευσης και η ίδια η Δημοκρατία υφίστανται ρήγματα συγκλονιστικά για να μπορούν να αντιμετωπιστούν με παραδοσιακούς θεσμούς και κόμματα.
Απόρροια αυτής της ανατροπής είναι η αντιμετώπιση των παγκόσμιων προβλημάτων, ανάμεσα στα οποία κυριαρχούν η ανεργία, η νέα φτώχεια, η κλιματική αλλαγή και τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα, να γίνεται απουσία παρεμβατικής πολιτικής που θα οριοθετούσε ξανά τη διαχωριστική γραμμή προόδου και συντήρησης.
Και στα τέσσερα θέματα η απουσία στρατηγικής είναι εμφανής. Μείναμε προσηλωμένοι στο δόγμα της δεκαετίας του '90 που από μόνο του δεν αρκεί να αναπληρώσει την αναγκαία εθνική στρατηγική.
Αν σ' αυτό προσθέσουμε και την αλήθεια ότι οι αλλαγές που επιχείρησε η σοσιαλδημοκρατία στον ευρωπαϊκό Νότο στις προηγούμενες εποχές έγιναν διά μέσου του κράτους που σήμερα χάνει τεράστιο μέρος της ισχύος του και στηρίχτηκαν σε κρατικοδίαιτη διευθύνουσα τάξη και μεσαία στρώματα διαμορφωμένα με δημόσια πολιτική, βλέπουμε το τεράστιο εύρος του προβλήματος που αντιμετωπίζουν το ΠΑΣΟΚ και οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας. Εξ ου και η κρίση αντιπροσώπευσης, η απουσία αξιόπιστης πρότασης και η κονιορτοποίηση του πολιτικού συστήματος και της αδιέξοδης κομματοκρατίας που αδυνατεί να υπερβεί το εφήμερο και να κοιτάξει ανατρεπτικά προς τα εμπρός.
Από το 1996 ισχυρίζομαι ότι το ΠΑΣΟΚ όπως το ξέραμε έχει ξεπεραστεί από την ιστορία όχι ως αξιακό και ευρύτερα ιδεολογικό και στρατηγικό πλαίσιο αλλά ως πολιτικές, ιεραρχήσεις και κυρίως πρακτικές. Ο,τι το μοντέλο διακυβέρνησης δεν ανταποκρίνεται πια στις ανάγκες και παρά την πρόθεση αρχικά του Κ. Σημίτη και μετέπειτα του Γ. Παπανδρέου η ανατροπή έμεινε κενό γράμμα, για να φτάσουμε στη σημερινή απονεύρωση δομών και λειτουργιών και την απαξίωση που μας συνοδεύει.
Και τώρα τι; Εδώ που φτάσαμε, χρειαζόμαστε ένα πραγματικό νέο κόμμα να συνθέσει τον χώρο της Κεντροαριστεράς δίνοντας οριστική απάντηση στην κρίση προσανατολισμού της χώρας και στα τέσσερα θεμελιακά ζητήματα που αφορούν τη νέα εθνική στρατηγική.
Να προσαρμόσει σ' αυτή τη στρατηγική με ορίζοντα το 2020 την έξοδο της χώρας από την κρίση και την επιστροφή της ως αξιόπιστου εταίρου στο κέντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων.
Να απευθυνθεί διακομματικά σε όλους τους σκεπτόμενους Ελληνες που είναι η κινητήρια δύναμη αυτού του τόπου και να επεξεργαστεί ένα βιώσιμο και ρεαλιστικό εκλογικό πρόγραμμα. Στη βάση αυτών των επιλογών να ανασυντάξει τις δυνάμεις του χώρου επιστρέφοντας στη θεσμική συλλογικότητα και τη λαϊκή βάση της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης. Και, βεβαίως, να αποφασίσει ποια πρόσωπα έχουν τη δύναμη, το σθένος και την επάρκεια να ηγηθούν της νέας συλλογικότητας.
Το ΠΑΣΟΚ και οι εν δυνάμει συμμαχικές δυνάμεις που αρνούνται τόσο τον αριστερό λαϊκισμό μιας ανεπίδοτης ελπίδας όσο και τον δεξιό λαϊκισμό που στο όνομα του μεταρρυθμισμού απεργάζονται από τα πάνω τη νέα μορφή και διάταξη των πολιτικών δυνάμεων στη χώρα οφείλουν να συναντηθούν στο πεδίο της μάχης για την ανασύνταξη της Κεντροαριστεράς.
Με το εθνικό σχέδιο που περιγράψαμε και με συντεταγμένο, ανοικτό και θεσμικό διάλογο να δημιουργηθεί το αναγκαίο πλειοψηφικό ρεύμα. Το πεδίο της μάχης καθορίζεται με την επιστροφή στη βάση όχι ως επιστροφή στο παρελθόν αλλά ως σημείο ενδοσκόπησης και αναζήτησης του κοινού στόχου και εκκίνησης της νέας πορείας. Μόνο έτσι οι διαδικασίες που πρότεινα στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ έχουν νόημα. Αλλιώς από καλλιστεία είναι γεμάτες οι τηλεοράσεις απέναντι σε κοινό που απολαμβάνει μεν το θέαμα, είναι όμως παγερός θεατής των εξελίξεων. Και χωρίς τον λαό και η τελευταία ελπίδα θα έχει χαθεί.
«Οι καιροί ου μενετοί».