Για έκρηξη στους αριθμούς των αστέγων στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες προειδοποιεί ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης.
«Οι κατασχέσεις θα αρχίσουν τους επόμενους τρεις ή τέσσερις μήνες και θα είναι ταχείες, χυδαίες και κτηνώδεις. Και το πρόβλημα της αστεγίας στην Ελλάδα θα γίνει ακόμα χειρότερο», τόνισε ο κ. Βαρουφάκης, κατά τη διάρκεια ομιλίας στη Διεθνή Συνάντηση Περιοδικών Δρόμου.
«Η κυβέρνησή μας παραδόθηκε τον περασμένο Ιούλιο και το αποδέχτηκε. Πήρε πολλούς μήνες διαπραγματεύσεων από τον φίλο μου υπουργό Οικονομίας Γιώργο Σταθάκη, που προσπαθούσε να βάλει ένα τέλος σε αυτό, αλλά τώρα λύγισε και εκείνος».
Κατά τον κ. Βαρουφάκη, η διαδικασία που οδηγεί σήμερα σε μια μοντέρνα εκδοχή της αστεγίας αποτελεί «κομμάτι της άρνησης της Ευρώπης ότι υπάρχει οποιαδήποτε ανάγκη να αλλάξουμε την αρχιτεκτονική του οικονομικού συστήματος, ότι χρειαζόμαστε μια νέα συμφωνία σε ισχύ σε μακροοικονομικό επίπεδο, όπως αυτή που εισηγήθηκε ο Ρούσβελτ το 1933».
Αναφερόμενος στις περσινές διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με την Τρόικα, ο κ. Βαρουφάκης επισήμανε ότι, ως υπουργός Οικονομικών, δεν είχε τη δυνατότητα να αυξήσει τις συντάξεις ή οτιδήποτε άλλο.
«Αντίθετα προσπαθούσα να κόψω όσα περισσότερα μπορούσα, όχι από τις συντάξεις, αλλά από τα έξοδα του κράτους», είπε.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης εκτιμά πως ο ενδοκυβερνητικός διχασμός οδήγησε σε μία «θεαματική παραίτηση» με αποτέλεσμα «όλες οι ελπίδες να διαψευστούν», προκαλώντας στους Έλληνες πολίες «κατάθλιψη, οικονομική και ψυχολογική, και θυμό».
Το ερώτημα είναι κατά τον κ. Βαρουφάκη πώς μπορεί να μετατραπεί η κατάθλιψη και ο θυμός σε μια πολιτική διαδικασία που μπορεί να αποτελέσει την ελπίδα.
«Πολύ φοβάμαι ότι δεν μπορούμε να το κάνουμε μόνοι μας στην Ελλάδα. Φοβάμαι και ελπίζω ότι αυτή είναι μια συστημική κρίση σε όλη την Ευρώπη. Δεν είναι μια ελληνική κρίση. Το ερώτημα είναι αν μπορούμε εδώ στην Ελλάδα να συνασπιστούμε με πολιτικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη, ώστε να πιέσουμε το πολιτικό σύστημα να παραδώσει μια νέα συμφωνία».
Ο κ. Βαρουφάκης αποκάλυψε ότι είχε προτείνει τη δημιουργία μιας «κακής τράπεζας», ένα μοντέλο που εφαρμόζει και η Γερμανία από το 2008, που θα χρηματοδοτούνταν από το Δημόσιο «και θα έβγαζε τα βαθιά μη εξυπηρετούμενα δάνεια χρέους -ή κόκκινα δάνεια όπως τα αποκαλούμε- από τα βιβλία των τραπεζών ώστε να καθαρίζουν τα βιβλία ενεργητικού τους και να τους επιτρέπουν να δανείζουν ξανά πιθανά επικερδείς επιχειρήσεις».Όμως η τρόικα δεν είχε «κανένα απολύτως ενδιαφέρον ούτε να ακούσει τις προτάσεις αυτές», κατέληξε.