Η Αττική είναι πιο κοντά από ποτέ στην απόκτηση του σπουδαιότερου έργου πρασίνου και αναψυχής αλλά και μιας νέας πρότυπης αστικής περιοχής με μοντέρνα και φιλική ρυμοτομία, κοινόχρηστους χώρους για όλους και αρχιτεκτονικά υποδείγματα που θα αναδεικνύουν στοιχεία του νέου σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού.
Φυσικά αναφερόμαστε στο έργο του Μητροπολιτικού Πάρκου Πρασίνου και Αναψυχής στο χώρο του παλαιού αεροδρομίου του Ελληνικού – μια έκταση για την οποία κατά καιρούς έχουν ακουστεί πολλές και διαφορετικές χρήσεις και που ευτυχώς προκρίθηκε και προχωράει η πλέον πράσινη, αναπτυξιακή και βιώσιμη λύση.
Η ανάπλαση της εκτασης που κάποτε περιέκλειε το διεθνές αεροδρόμιο των Αθηνών έχει επικεντρωθεί στην ανάδειξη της ιστορίας του χώρου μετατρέποντας κτίρια ιστορικής σημασίας σε σημεία πολιτιστικού ενδιαφέροντος με παράλληλη δημιουργία χώρων περιπάτου και αναψυχής και τη δημιουργία αθλητικών εγκαταστάσεων και γηπέδων. Φυσικά κεντρικό σημείο αναφοράς στο σπουδαίο αυτό έργο ο ανεκτίμητος πνεύμονας πρασίνου – προσβάσιμος σε όλους, που θα βελτιώσει σημαντικά το μικροκλίμα ενώ εκτιμάται ότι θα συμβάλλει ουσιαστικά στην αναγέννηση της περιοχής και στην ενδυνάμωση του τουριστικού και εμπορικού ενδιαφέροντος.
Η δημιουργία του Μητροπολιτικού Πάρκου, ενός από τα μεγαλύτερα πάρκα του κόσμου, μοναδικού λόγω της γειτνίασής του με τη θάλασσα, αποτελεί κεντρικό στοιχείο της ανάπτυξης.
Το Μητροπολιτικό Πάρκο εκτάσεως 2.000.000 τ.μ. (2.000 στρέμματα) θα είναι μεγαλύτερο από το Hyde Park του Λονδίνου (1.420 στρέμματα) και σημαντικά μεγαλύτερο από άλλα ελληνικά πάρκα όπως, για παράδειγμα, ο Εθνικός Κήπος (160 στρέμματα), το Πεδίο του Άρεως (270 στρέμματα), το Κτήμα Συγγρού (950 στρέμματα) και το Πάρκο Τρίτση (1.000 στρέμματα). Η έκταση θα χαρακτηρίζεται από βλάστηση που αναδεικνύει το μεσογειακό κλίμα και τη χλωρίδα της Αττικής. Με την ανάπτυξη και την υλοποίηση του Μητροπολιτικού Πάρκου αναμένονται σημαντικά οφέλη, τόσο περιβαλλοντικά όσο και σε επίπεδο βελτίωσης της καθημερινότητας καθώς δίνει την ευκαιρία στους πολίτες να γνωρίσουν μία νέα εμπειρία ζωής που συμπεριλαμβάνει τον αθλητισμό, την αναψυχή, την ευεξία, τη διασκέδαση, τον πολιτισμό, τον αγροτουρισμό και όλα αυτά σε ένα πάρκο εύκολα προσβάσιμο.
Το έργο επίσης περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας νέας παραλίας ελεύθερης πρόσβασης, μήκους μεγαλύτερης του 1χλμ, που στη μια άκρη της θα έχει μαρίνα και στην άλλη ένα διεθνούς εμβέλειας ενυδρείο. Η ανάπτυξη του παραλιακού μετώπου περιλαμβάνει χρήσεις τουρισμού και αναψυχής καθώς επίσης και πρότυπων οικιστικών αναπτύξεων ενώ έμφαση θα δοθεί, στην ανέγερση ενός πύργου κατοικιών υψηλών προδιαγραφών, ειδικής αρχιτεκτονικής σχεδίασης, που θα αποτελέσει σημείο προορισμού και τοπόσημο του παράκτιου μετώπου.
Στον χώρο θα βρουν στέγη επίσης εκπαιδευτικά ιδρύματα, ιδρύματα υγείας και έρευνας, καθώς και ένα πρότυπο επιχειρηματικό πάρκο, συμπεριλαμβανομένου και του μεγαλύτερου εμπορικού κέντρου της Αττικής, υπεραγορές, ξενοδοχειακά συγκροτήματα, πρότυπες τουριστικές υποδομές με συνεδριακό κέντρο και νέο γήπεδο γκολφ, καθώς και άλλες οικιστικές αναπτύξεις.
Αξιοσημείωτο επίσης το γεγονός ότι το σχέδιο προβλέπει οτι σε σύνολο επιφανείας 6.200.000 τ.μ. οι ελεύθεροι και ανοιχτοί χώροι ανέρχονται στο εντυπωσιακό ποσοστό του περίπου 60% από τους οποίους, έκταση 1.630.000 τ.μ. αφορά σε ανοιχτούς κοινόχρηστους χώρους ενώ έκταση 2.000.000 τ.μ. αφορά στο Μητροπολιτικό Πάρκο Πρασίνου και Αναψυχής. Και αυτό καθώς πρόκειται για μία πρότυπη αστική ανάπλαση με πολύ χαμηλό μέσο συντελεστή δόμησης μικρότερο του 0,5, συντελεστή κάλυψης μικρότερο του 30% και εισφορά σε γη. Μια πολεοδόμηση, δηλαδή, πολύ πιο ήπια όχι μόνο από τη συνηθισμένη στους όμορους δήμους και στην Αττική αλλά σύμφωνα με τα καλύτερα πρότυπα παγκοσμίως.
Αποτέλεσμα της αξιοποίησης του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού θα είναι και η δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας, τόσο βραχυπρόθεσμα στην κατασκευαστική δραστηριότητα, 10.000 θέσεις εργασίας κατά την πρώτη 5ετία κατασκευής του έργου και δημιουργία επιπλέον 2.000 περίπου νέων θέσεων εργασίας κατά έτος για την υπόλοιπη περίοδο κατασκευής. αλλά και μακροπρόθεσμα σε βάθος 20ετίας καθώς σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ θα
δημιουργηθούν συνολικά περίπου 70.000 νέες θέσεις εργασίας, με αντίστοιχη δημιουργία νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.