Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει αποκτήσει υπερβολικά μεγάλη ισχύ, κυρίως του όλο και περισσότερο πολιτικού ρόλου που της αναθέτουν οι κυβερνήσεις να διαδραματίσει.
Αυτό έκρινε χθες Κυριακή μια εξέχουσα σύμβουλος του Βερολίνου για τις οικονομικές υποθέσεις.
«Η ΕΚΤ έχει αποκτήσει τεράστια δύναμη, παρότι δεν υπόκειται σε κανέναν κοινοβουλευτικό έλεγχο», γεγονός που «αντιμετωπίζω με κριτικό βλέμμα», τόνισε η Ιζαμπέλ Σνάμπελ κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης που παραχώρησε στην Frankfurter Allgemeine Sonntagszeitung και δημοσιεύθηκε χθες.
Ερωτηθείσα εάν ο θεσμός, που εδρεύει στη Φραγκφούρτη, έχει γίνει υπερβολικά ισχυρός, η ίδια απάντησε: «Θεωρώ πως ναι».
Η ΕΚΤ «έχει επίσης γίνει πιο πολιτική. Αλλά αυτό οφείλεται στο ότι συχνά οι πολιτικοί δεν ανέλαβαν δράση και κατά συνέπεια ανάγκασαν την ΕΚΤ να το κάνει», συνέχισε η Σνάμπελ, για την οποία η ΕΚΤ «έχει μετατραπεί σε έναν σχεδόν πολιτικό θεσμό», κάτι που πρέπει να τερματιστεί κατά την άποψή της.
Η Ιζαμπέλ Σνάμπελ είναι μέλος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμώνων, το οποίο είναι επίσης γνωστό με το προσωνύμιο «πέντε σοφοί». Πρόκειται για μια ανεξάρτητη ομάδα συμβούλων της γερμανικής κυβέρνησης.
Η Σνάμπελ πάντως υπερασπίστηκε την πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης που εφαρμόζει η ΕΚΤ υπό τον Μάριο Ντράγκι.
«Τα χαμηλά επιτόκια είναι πάνω απ' όλα συνέπεια της οικονομικής κρίσης», εκτίμησε. «Και η ΕΚΤ δεν είναι η μόνη που επηρεάζει τα επιτόκια», πρόσθεσε, υποδεικνύοντας μακροοικονομικές τάσεις, όπως για παράδειγμα η γήρανση του πληθυσμού.
Η Σνάμπελ εξέφρασε διαφορετική άποψη από εκείνη πολλών Γερμανών πολιτικών, για τους οποίους τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια της ΕΚΤ τιμωρούν τους Γερμανούς αποταμιευτές και μειώνουν τα περιθώρια κέρδους των τραπεζών.
«Αυτό που με ανησυχεί είναι ότι ο σκοπός αυτών των επικρίσεων είναι να πολιτικοποιηθεί η ΕΚΤ ακόμη περισσότερο. Οι εκκλήσεις να δοθεί στη Γερμανία μια ισχυρότερη ψήφος (σ.σ. στο Διοικητικό Συμβούλιο) και πιο άμεση επιρροή στην ΕΚΤ κινούνται στη λάθος κατεύθυνση», υπογράμμισε η Ιζαμπέλ Σνάμπελ.
«Χρειαζόμαστε μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα» που δρα εντός της εντολής της, επέμεινε η ίδια.