Συγκρατημένη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη προβλέπει για το 2016 και 2017 η Κομισιόν ωστόσο οι προβλέψεις της έχουν μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας εξαιτίας σημαντικών κινδύνων που σχετίζονται με την τις επιδόσεις βασικών εμπορικών εταίρων, τις γεωπολιτικές εντάσεις και εσωτερικά ζητήματα της Ε.Ε.Σύμφωνα με τις εαρινές οικονομικές προβλέψεις της ΕΕ η αύξηση του ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να συνεχιστεί με συγκρατημένους ρυθμούς και εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 1,6% το 2016 και σε 1,8% το 2017, έναντι 1,7% το 2015 (χειμερινές προβλέψεις: 1,6% το 2015, 1,7% το 2016 και 1,9% το 2017).
Η αύξηση του ΑΕΠ στην ΕΕ αναμένεται να υποχωρήσει από 2,0% κατά το περασμένο έτος σε 1,8% το 2016, προτού ανέλθει σε 1,9% το 2017 (χειμερινές προβλέψεις: 1,9% το 2015, 1,9% το 2016 και 2,0% το 2017).Η ιδιαίτερα διευκολυντική νομισματική πολιτική έχει θέσει τις βάσεις για την ανάκαμψη των επενδύσεων, καθιστώντας ευκολότερη και φθηνότερη την πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Η δημοσιονομική πολιτική στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να στηρίξει την ανάπτυξη κατά το τρέχον έτος. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι οι τιμές του πετρελαίου μειώθηκαν εκ νέου στις αρχές του 2016 και παρέτειναν την αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, η ισχύς της στήριξης αυτής θα εξασθενήσει σταδιακά καθώς θα ανακάμπτει η τιμή του πετρελαίου. Ομοίως, αν και οι εξαγωγές της ζώνης του ευρώ εξακολουθούν να επωφελούνται σε ορισμένο βαθμό από την προηγούμενη υποτίμηση του ευρώ, η πρόσφατη ανάκαμψη του νομίσματος θα μπορούσε να καταστήσει πιο ευάλωτη τη ζώνη του ευρώ στις επιπτώσεις της επιβράδυνσης της εξωτερικής ανάπτυξης.
Οι οικονομίες όλων των κρατών μελών αναμένεται να σημειώσουν ανάπτυξη το 2017
Η οικονομική ανάπτυξη πρόκειται να αυξηθεί ή να παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερή στα περισσότερα κράτη μέλη κατά την περίοδο που καλύπτουν οι προβλέψεις. Οι οικονομίες όλων των κρατών μελών αναμένεται να σημειώσουν ανάπτυξη κατά το επόμενο έτος, αλλά ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να παραμείνει ανομοιογενής στην ΕΕ. Οι καθαρές εξαγωγές της ζώνης του ευρώ αναμένεται να εξακολουθήσουν να αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη το 2016, πριν καταστούν ουδέτερες το 2017. Κατά συνέπεια, η ανάπτυξη θα εξαρτηθεί από την εγχώρια ζήτηση: οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν το επόμενο έτος σε 3,8% τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να μετριαστεί λόγω της αναμενόμενης ανόδου του πληθωρισμού που θα μειώσει την πραγματική αύξηση του εισοδήματος.
Η βελτίωση της αγοράς εργασίας θα συνεχιστεί
Ο μέτριος ρυθμός βελτίωσης στις αγορές εργασίας αναμένεται να συνεχιστεί, λόγω της χρονικής υστέρησης της προσαρμογής στη βελτίωση της οικονομικής συγκυρίας και στη συγκράτηση των μισθολογικών αυξήσεων. Σε ορισμένα κράτη μέλη, οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας που εφαρμόζονται τα τελευταία έτη και τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής υποστηρίζουν επίσης την καθαρή δημιουργία θέσεων εργασίας. Μολονότι οι ανισότητες στην αγορά εργασίας αναμένεται να διατηρηθούν για ορισμένο χρονικό διάστημα, η ανεργία στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να μειωθεί σε 10,3% του ΑΕΠ το 2016 και εν συνεχεία σε 9,9% το 2017, έναντι 10,9% το 2015. Στο σύνολο της ΕΕ, η ανεργία αναμένεται να μειωθεί από 9,4% το 2015 σε 8,9% το 2016 και 8,5% το 2017.
Η δημοσιονομική πολιτική διατηρεί τον υποστηρικτικό της χαρακτήρα και οι δημοσιονομικές προοπτικές βελτιώνονται
Το συνολικό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στην ΕΕ προβλέπεται να εξακολουθήσει να μειώνεται κατά το τρέχον και το επόμενο έτος, χάρη στην οικονομική ανάπτυξη και στα χαμηλά επιτόκια. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ συνολικά αναμένεται να μειωθεί από 2,1% του ΑΕΠ το 2015 (2,4% στην ΕΕ) σε 1,9% το 2016 (2,1% στην ΕΕ) και σε 1,6% το 2017 (1,8% στην ΕΕ), με βάση την παραδοχή της αμετάβλητης πολιτικής. Ο δημοσιονομικός προσανατολισμός της ζώνης του ευρώ αναμένεται να είναι ελαφρώς επεκτατικός το τρέχον έτος. Παράλληλα, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να εξακολουθήσει να μειώνεται σταδιακά από 94,4% το 2014 σε 91,1% στη ζώνη του ευρώ το 2017 (85,5% στην ΕΕ).
Ο πληθωρισμός εξακολουθεί να επηρεάζεται από τις τιμές της ενέργειας
Οι τιμές του πετρελαίου έπεσαν και πάλι στις αρχές του 2016, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί ο πληθωρισμός κάτω από το μηδέν. Αναμένεται ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε μηδενικά σχεδόν επίπεδα στο εγγύς μέλλον, καθώς οι τιμές της ενέργειας είναι χαμηλότερες απ’ ό,τι πριν από ένα έτος. Οι εξωτερικές πιέσεις στις τιμές είναι επίσης ασθενείς, λόγω της ελαφράς ανατίμησης του ευρώ και της σχετικής συγκράτησης των παγκόσμιων τιμών παραγωγού. Ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί εντονότερα κατά το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, συνεπεία της σταδιακής ανάκαμψης των τιμών της ενέργειας και της αύξησης των εγχώριων τιμών λόγω της ενίσχυσης της εγχώριας ζήτησης. Ο πληθωρισμός των τιμών καταναλωτή προβλέπεται ότι θα ανέλθει σε 0,2% στη ζώνη του ευρώ το τρέχον έτος (0,3% στην ΕΕ) και σε 1,4% το 2017 (1,5% στην ΕΕ).
Οι προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης παραμένουν υποτονικές
Το περασμένο έτος, η ανάπτυξη εκτός της ΕΕ σημείωσε κατά πάσα πιθανότητα τον βραδύτερο ρυθμό της από το 2009 (3,2% το 2015), λόγω της επιβράδυνσης στις αναδυόμενες αγορές. Οι προοπτικές όσον αφορά την αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ παρουσίασαν περαιτέρω εξασθένηση παράλληλα με την επιβράδυνση και των σημαντικότερων προηγμένων οικονομιών, οι δε προσδοκίες για συγκρατημένη ανάκαμψη υπόκεινται σε υψηλό βαθμό αβεβαιότητας. Η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να σημειώσει ανάπτυξη κατά 3,1% το 2016 και κατά 3,4% το 2017.
Οι ευρωπαϊκές οικονομικές προοπτικές υπόκεινται σε σημαντικούς κινδύνους
Οι προβλέψεις αυτές χαρακτηρίζονται από σημαντική αβεβαιότητα. Στους εξωτερικούς κινδύνους συγκαταλέγεται η πιθανότητα επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης των αναδυόμενων αγορών, και ιδίως της Κίνας, να έχει ισχυρότερες δευτερογενείς επιπτώσεις ή να αποδειχθεί δυσμενέστερη από την αναμενόμενη. Η αβεβαιότητα που συνδέεται με τις γεωπολιτικές εντάσεις παραμένει υψηλή και θα μπορούσε να έχει σοβαρότερες συνέπειες για τις ευρωπαϊκές οικονομίες απ’ ό,τι αναμένεται σήμερα. Οι απότομες κινήσεις των τιμών του πετρελαίου ή οι αναταραχές στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα μπορούσαν επίσης να επιβραδύνουν την ευρωπαϊκή ανάπτυξη. Επιπλέον, οι κίνδυνοι που συνδέονται με τις εγχώριες εξελίξεις στην ΕΕ εξακολουθούν να είναι σημαντικοί, όπως για παράδειγμα όσον αφορά τον ρυθμό εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την αβεβαιότητα ενόψει του δημοψηφίσματος σχετικά με την παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ. Απεναντίας, οι θετικές επιπτώσεις των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα μπορούσαν να είναι σημαντικότερες από τις αναμενόμενες και η μετάδοση των αποτελεσμάτων των ιδιαίτερα διευκολυντικών νομισματικών πολιτικών στην πραγματική οικονομία θα μπορούσε να αποδειχθεί ισχυρότερη από την αναμενόμενη.
Β. Ντομπρόβσκις
Ο Αντιπρόεδρος Βάλντις Ντομπρόβσκις, αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, δήλωσε σχετικά: «Συνεχίζεται η οικονομική ανάκαμψη στην Ευρώπη, αλλά το παγκόσμιο πλαίσιο είναι λιγότερο ευνοϊκό απ’ ό,τι προηγουμένως. Η μελλοντική ανάπτυξη θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από τις ευκαιρίες που θα δημιουργούμε για εμάς τους ίδιους. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας στον τομέα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για να αντιμετωπίσουμε τα μακροχρόνια προβλήματα σε πολλές χώρες, όπως τα υψηλά επίπεδα δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, τα τρωτά σημεία του χρηματοπιστωτικού τομέα ή τη φθίνουσα ανταγωνιστικότητα. Μια αποφασιστική πολιτική δράση με στόχο τη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό των οικονομιών μας είναι ο μόνος τρόπος για τη διασφάλιση ισχυρής και βιώσιμης ανάπτυξης, περισσότερων θέσεων εργασίας και καλών κοινωνικών συνθηκών για τους πολίτες μας.»
Π. Μοσκοβισί
Ο Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε: «Η ανάπτυξη στην Ευρώπη διατηρείται παρά το δυσμενέστερο παγκόσμιο περιβάλλον. Υπάρχουν ενδείξεις ότι, σταδιακά, οι εφαρμοζόμενες πολιτικές δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας και υποστηρίζουν τις επενδύσεις. Πρέπει όμως ακόμη να γίνουν πολλά για να μειωθούν οι ανισότητες. Η ανάκαμψη στην ζώνη του ευρώ παραμένει άνιση, τόσο μεταξύ των κρατών μελών όσο και μεταξύ των ισχυρότερων και των ασθενέστερων στην κοινωνία. Η κατάσταση αυτή είναι απαράδεκτη και απαιτείται αποφασιστική δράση από τις κυβερνήσεις, τόσο μεμονωμένα όσο και συλλογικά.»