Στασιμότητα τη ελληνικής οικονομίας διαπιστώνει η Eurobank στο πρώτο τρίμηνο του 2016, σύμφωνα με την εβδομαδιαία οικονομική έκθεση «7 Ημέρες Οικονομία».
Μετά από τη «μεγάλη ύφεση» της περιόδου 2007 - 2013 (σωρευτική απώλεια του ΑΕΠ -26,49%) ακολούθησαν 24 μήνες στους οποίους η εγχώρια παραγωγή αυξήθηκε μόλις 0,42% τονίζουν οι αναλυτές της Eurobank χαρακτήριζοντας διόλου ασήμαντες τις συνέπειες.
Το κόστος «ευκαιρίας» που πηγάζει από τη στασιμότητα της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή η απώλεια παραγωγής, εισοδήματος, απασχόλησης, φυσικού και ανθρώπινου κεφαλαίου, κοινωνικών παροχών και δημοσίων έργων κ.α., δεν είναι διόλου ασήμαντο αν αναλογιστούμε πως οι σύγχρονες οικονομίες της αγοράς δύναται να μεγεθύνονται υπό φυσιολογικές συνθήκες με ρυθμούς της τάξης του 1,8% και 2,0%.
Όπως εξηγεί η Eurobank, όταν αναφερόμαστε σε θέματα οικονομικής μεγέθυνσης, η σωστή σύγκριση για την απόδοση μιας οικονομίας δεν είναι με το πού βρισκόταν στο παρελθόν αλλά με το πού θα μπορούσε να είναι στο παρόν.
Με δεδομένο ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η στασιμότητα - ύφεση να συνεχιστεί το 2016 (π.χ. το ΙΟΒΕ, η Ε.Ε. και το ΔΤΝ προβλέπουν ύφεση της τάξης του 1%, 0,7% και 0,6% αντίστοιχα) το κόστος ευκαιρίας για την ελληνική οικονομία μεγεθύνεται, συμπεραίνει η τράπεζα.
Την ίδια ώρα, καθιστά σαφές ότι η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής αποτελεί το πρώτο βήμα, έτσι ώστε να βελτιωθεί το οικονομικό κλίμα, να μειωθεί η αβεβαιότητα και να μην υπάρξει πρόβλημα στις χρηματοδοτικές ανάγκες του δημοσίου. Ωστόσο, αυτά είναι στοιχεία που αφορούν τη βραχυχρόνια περίοδο.
Υπό το πρίσμα της μακροχρόνιας περιόδου, η Eurobank εκτιμά ότι η αποτελεσματική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και η ανάκτηση της χαμένης αξιοπιστίας θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το μονοπάτι οικονομικής μεγέθυνσης που θα ακολουθήσει η ελληνική οικονομία στο μέλλον.