Τρεις αρχαίες νεκροπόλεις ήρθαν στο φως στην στην Κρεπενή Καστοριάς. Από τους πρώιμους ιστορικούς έως τους ελληνιστικούς χρόνους.
Ευρύματα που δίνουν μια μοναδική ευκαιρία για τη διατήρηση της διαχρονικής ιστορικής μνήμης στην περιοχή.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, οι ταφές ανήκουν και στα δυο φύλα και πρόκειται για νεκρούς διαφορετικής κοινωνικής τάξης. Ανάμεσα στους σκελετούς και μια αριστοκράτισσα με 74, παρακαλώ, βραχιόλια.
Εικόνες www.archaiologia.gr
Οι πρώτες αναφορές των εμπλεκόμενων αρχαιολόγων είναι ενθουσιώδεις. «Μια ζεστή μέρα του Ιουλίου 2014, ξαφνικά χτύπησε συναγερμός στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Κατά την παρακολούθηση εκσκαφών στην περιοχή Κρεπενής της κοινότητας Μαυροχωρίου, στο πλαίσιο έργου αποχέτευσης του Δήμου Καστοριάς, μεταξύ των αμμωδών επιχώσεων που αφαιρούσε το εκσκαφικό μηχάνημα για τη διάνοιξη ορύγματος, διακρίναμε οστά. Σύντομα τα ευρήματα που άρχισαν να έρχονται στο φως κοντά στη νοτιοανατολική παρόχθια ζώνη της Λίμνης Ορεστίδος (Λίμνη Καστοριάς) συνεχώς πλήθαιναν. Δεν είχαμε κάνει λάθος. Βρισκόμασταν σε περιοχή νεκροταφείου». Με αυτά τα λόγια η Δρ. Γεωργία Στρατούλη, Προϊσταμένη του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιολογικών Χώρων, Μνημείων και Μουσείων της Εφορείας Αρχαιοτήτων (ΕΦΑ) Καστοριάς και επικεφαλής των σωστικών ανασκαφών στην Κρεπενή Καστοριάς, περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την αρχή της ανακάλυψης που έμελλε να αλλάξει την αρχαία τοπογραφία της περιοχής.
Ο εντοπισμός τριών νεκροπόλεων της γεωμετρικής (Πρώιμη Εποχή Σιδήρου για τη Μακεδονία), της αρχαϊκής και της ελληνιστικής περιόδου υποδεικνύουν την παρουσία στην περιοχή ισάριθμων και άγνωστων ακόμη οικισμών, ενώ το πλήθος των κινητών ευρημάτων που αποκαλύπτονται, δίνουν πολύτιμα στοιχεία για τις κοινωνίες που άκμασαν σε αυτούς.
Η πρώτη νεκρόπολη
Ποια ήταν όμως τα στοιχεία που αποκαλύφθηκαν; «Για την πρώτη θέση έχουμε καταλήξει ότι πρόκειται για έναν οργανωμένο χώρο ενταφιασμών, έκτασης περίπου 1,5 στρέμματος, του 8ου και 7ου αιώνα π.Χ. Το ενδιαφέρον εδώ είναι οι πολλές και πυκνές ταφές, η μία δίπλα στην άλλη, μερικές φορές και πάνω από άλλες, οι περισσότερες σε απλούς ορθογώνιους λάκκους, με την ίδια πάντα κατεύθυνση των νεκρών από τη δύση προς την ανατολή (οι κεφαλές προς τα δυτικά). Ομοιογένεια χαρακτηρίζει και τα κτερίσματά τους: Ούτε πολλά ούτε λίγα, πήλινα αγγεία, χειροποίητα ή τροχήλατα, καθώς και αντικείμενα προσωπικού στολισμού, όπως κρίκοι χάλκινων ενωτίων και δαχτυλιδιών, αλλά και οκτώσχημες πόρπες για τη σταθεροποίηση των ενδυμάτων ταφής», αναφέρει η κ. Στρατούλη, η οποία προχώρησε ήδη σε μια πρώτη ερμηνευτική προσέγγιση.
«Στο σημείο που σκάβουμε και με βάση τα δεδομένα που έχουμε ως τώρα, θεωρώ ότι η πρώτη και παλαιότερη των νεκροπόλεων αντανακλά ισονομία ανθρώπων, ένα κοινωνικό μόρφωμα χωρίς μεγάλες διαφορές διαστρωμάτωσης. Μην ξεχνάμε ότι ακόμα δεν έχει αρχίσει η ανάπτυξη της πόλης-κράτους. Βρισκόμαστε σε μεταβατική περίοδο από την Εποχή του Χαλκού στην Εποχή του Σιδήρου, δηλαδή σε ιστορικές περιόδους που δεν τις γνωρίζουμε ακόμη καλά και για τις οποίες τώρα δημιουργούμε εικόνα στο βορειοδυτικό άκρο της χώρας», σημειώνει.
Χάλκινα βραχιόλια και κοινωνική διαστρωμάτωση
Το "τοπίο" αυτό αλλάζει στη δεύτερη νεκρόπολη που απέχει περίπου 250 μ. από την προηγούμενη, εκτείνεται σε διπλάσια επιφάνεια και χρονολογείται στο β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. «Είναι η περίοδος κατά την οποία στον σημερινό ελληνικό χώρο αναπτύσσεται πλήρως η πόλη-κράτος και τα γνωστά πολιτεύματα της τυραννίας, ενώ ανθίζουν γράμματα, τέχνες, επιστήμες. Οι αποκαλούμενοι υστερο-αρχαϊκοί χρόνοι είναι μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος», προσθέτει.
Όσο για το τι τη διαφοροποιεί από την άλλη νεκρόπολη, η συνομιλήτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ είναι σαφής: «Πρόκειται για μια εντελώς άλλη "ιστορία". Τώρα οι ταφές δεν είναι πυκνές, ενώ κάποιες από αυτές φαίνεται ότι ανήκαν σε συστάδες ταφών, τρεις-τέσσερις μαζί. Πιθανότατα τα άτομα που είχαν ενταφιαστεί εκεί σχετίζονταν μεταξύ τους με συγγενικούς ή άλλους κοινωνικούς δεσμούς. Γενικότερα, βάσει του αριθμού και της ποιότητας των κτερισμάτων που έχουμε από αυτό το νεκροταφείο, μπορούμε να πούμε ότι υπήρχαν διαφοροποιήσεις. Γι' αυτό μιλάμε για μια διαστρωματωμένη κοινωνία», τονίζει η κ. Στρατούλη και βασίζει τα λεγόμενα της στο εξής, «Στα κοσμήματα των γυναικών που είχαν θαφτεί εκεί». Και εξηγεί: «Σε ένα σημείο βρήκαμε, νομίζω, τρεις γυναικείες ταφές. Και λέω "νομίζω" γιατί οι σκελετοί και όλα τα οργανικά κατάλοιπα (ενδύματα, σάβανο, ξύλινες κλίνες) είχαν αποσυντεθεί πλήρως, όπως συνέβαινε σε όλες τις ταφές αυτού του νεκροταφείου. Η ταύτιση του γυναικείου φύλου αυτών των ταφών έχει γίνει, μέχρι στιγμής, από τα είδη των κοσμημάτων. Δηλαδή, και οι τρεις ήταν σχετικά πλούσιες ταφές, καθώς έφεραν πολλά χάλκινα ψέλλια (βραχιόλια), και στα χέρια και στα πόδια, από τους αγκώνες ως τους καρπούς και πάνω από τους αστραγάλους. Μία από αυτές τις "χάλκινες αριστοκράτισσες" έφερε 74 ψέλλια». «Ήταν εντυπωσιακό!», αναφέρει για τα κτερίσματα που βρέθηκαν, μεταξύ των οποίων ήταν κι άλλα κοσμήματα, όπως χάντρες από γυαλί και ήλεκτρο, μάλλον από περιδέραια, χάλκινες πόρπες, περόνες, δαχτυλίδια και ενώτια.
«Τα ευρήματα του αρχαϊκού νεκροταφείου της Κρεπενής μπορεί να μην έχουν τον πλούτο του νεκροταφείου της "Δέσποινας των Αιγών" (Βεργίνα), ή της χρυσής νεκρόπολης στο Αρχοντικό της Πέλλας. Παρόλα αυτά υπάρχει αρκετός χαλκός, γι αυτό μίλησα για την πιθανότατη παρουσία μιας "αριστοκρατικής" κοινωνικής τάξης. Νομίζω ότι διαφαίνεται καθαρά μια τέτοια διαστρωμάτωση», συμπληρώνει.
Ταφικά έθιμα και η αθανασία της μνήμης
Μια κοινωνία σε οικονομική άνθηση δείχνουν τα έθιμα ταφής, καθώς και η ποιότητα και η ποσότητα των κτερισμάτων της τρίτης νεκρόπολης, που χρονολογείται στον τέλος του 4ου αι. π.Χ. Όπως και στα άλλα δύο νεκροταφεία, και εδώ οι ταφές ανήκουν και στα δυο φύλα. Οι τάφοι είναι απλοί λακκοειδείς, μόνο που τώρα τα ανασκαφικά στοιχεία δείχνουν ότι καλύπτονταν από ξύλινες σανίδες. Συνέβαινε, όμως, και κάτι άλλο.
«Σε μία περίπτωση παρατηρήσαμε πολλούς αργούς λίθους στην περιοχή του θώρακα μιας πλούσια κτερισμένης νεκρής, ενώ πάνω από όλα τα ταφικά ορύγματα αυτής της χρονικής περιόδου σώζονταν διαταραγμένοι αργοί λίθοι. Αρχικά δεν καταλαβαίναμε τι σήμαινε αυτό. Παρατηρώντας όμως και συσχετίζοντας, κατανοήσαμε ότι οι λίθοι προέρχονταν από μικρούς σε έκταση και χαμηλούς τύμβους που σηματοδοτούσαν όλους τους ελληνιστικούς τάφους. Δηλαδή, αφού κάλυπταν με σανίδες την οροφή των ταφικών ορυγμάτων, έριχναν χώμα πάνω σε αυτά, το οποίο μετά επένδυαν με αργούς λίθους από το κοντινό βουνό. Έτσι, δημιουργούσαν ένα μικρό έξαρμα, το οποίο φαινόταν από μακριά. Ήταν μια σηματοδότηση των τάφων, μια "αθανασία της μνήμης", θα μπορούσαμε να πούμε, η οποία αποτελεί βέβαια μια διαχρονική ταφική πρακτική», αναφέρει.
Στόχος η δημιουργία ενός επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου
Σε αυτούς τους μικρούς τύμβους οφείλεται και το όνειρο που έχει η ίδια για τη δημιουργία στην Κρεπενή ενός επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου, με τη δημιουργία μικρών αρχιτεκτονικών δομών που να διατηρούν και να προστατεύουν κατά χώραν μερικούς τάφους. Την απασχολεί, επίσης, και η δυνατότητα της βιωματικής σχέσης του μη ειδικού κοινού με τον χώρο και τη διαδικασία της ανασκαφής, που θα μπορούσε να ήταν επισκέψιμος σε περίπτωση επανάληψης των σωστικών ανασκαφών σε ομάδες μαθητών και πολιτών κατόπιν συνεννόησης. «Έχεις τόσα πολλά να πεις και να δείξεις στο πεδίο στη διάρκεια της ανασκαφικής διερεύνησης», σημειώνει. Όσο για την πρότασή της να διατηρηθεί και να είναι επισκέψιμο μέρος των νεκροταφείων, συμπληρώνει και αναρωτιέται: «Γιατί θα πρέπει να μένουν ορατά μόνο τα κατάλοιπα των βασιλικών τάφων; Έχουμε δημιουργήσει μια μονόπλευρη και ψευδεπίγραφη αρχαιολογική εικόνα, εφόσον συνήθως αναδεικνύουμε τις βασιλικές γενιές, την αριστοκρατική τάξη, και σπάνια διαμορφώνουμε επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους σε νεκροταφεία απλών θνητών. Γιατί να μη δημιουργήσουμε στην Κρεπενή έναν νέο επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο, διατηρώντας in situ τμήματα από αυτές τις αρχαίες νεκροπόλεις, και από τις τρεις, ώστε να αποτελούν και σήμερα και στο διηνεκές σήματα αθανασίας της μνήμης;». Και καταλήγει:
«Για να υλοποιηθεί όμως αυτό που προτείνω, απαιτείται καταρχήν η συνέχιση του ανασκαφικού έργου, με παράλληλη προσπάθεια για έγκαιρη συντήρηση κάποιων από τους τάφους κατά χώραν. Πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο να επενδυθεί άμεσα ένα ποσό για την in situ ανάδειξη των νεκροπόλεων της Κρεπενής με ευφάνταστες μινιμαλιστικές αρχιτεκτονικές μελέτες και πλούσιες εκπαιδευτικές δράσεις χάριν γνώσης και αυτογνωσίας της σύγχρονης κοινωνίας και ανταποδοτικής διάδρασης των έργων όχι μόνο για τους ανασκαφείς και τους ερευνητές/μελετητές, αλλά και για το ευρύ κοινό. Ας προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε τη διαχρονική μνήμη της Κρεπενής. Γιατί να χάσουμε την ευκαιρία;», αναρωτιέται.
Στην ανασκαφή, εκτός από την επικεφαλής κ. Στρατούλη, συμμετείχαν οι αρχαιολόγοι Νατάσα Κυριατζή & Ιωάννης Πετσάλνικος.