Οι γιατροί στα μαιευτήρια θα πρέπει να καθυστερούν λίγα λεπτά πριν κόψουν τον ομφάλιο λώρο του νεογέννητου μωρού, καθώς έτσι μειώνεται ο κίνδυνος να πάσχει το παιδί από αναιμία λόγω έλλειψης σιδήρου, σύμφωνα με νέα σουηδική επιστημονική έρευνα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα νήπια πρέπει να πάρουν την μεγαλύτερη δυνατή ποσότητα αίματος και σιδήρου από τον πλακούντα της μητέρας, για αυτό τρία λεπτά αναμονής μετά τη γέννα, πριν κοπεί ο ομφάλιος λώρος, αυξάνει κατά το ένα τρίτο κατά μέσο όρο τον όγκο αίματος που λαμβάνει το μωρό.
Οι σουηδοί επιστήμονες, με επικεφαλής την Όλα 'Αντερσον του νοσοκομείου του Χάλαντ και τον καθηγητή παιδιατρικής Μάγκνους Ντομέλοφ του πανεπιστημίου Ουμέα, μελέτησαν 400 νεογέννητα μωρά, σε μερικά από τα οποία ο ομφάλιος λώρος κόπηκε μετά από τουλάχιστον τρία λεπτά, ενώ σε άλλα μέσα σε λιγότερο από δέκα δευτερόλεπτα μετά τη γέννα. Τα παιδιά της πρώτης κατηγορίας, όταν έφθασαν τους τέσσερις μήνες ζωής, είχαν γενικά υψηλότερα επίπεδα σιδήρου και ήταν πολύ λιγότερο πιθανό να πάσχουν από αναιμία.
Διεθνώς, περίπου ένα στα τέσσερα παιδιά προσχολικής ηλικίας πάσχουν από αναιμία εξαιτίας της έλλειψης σιδήρου, ενώ στην Ευρώπη το αντίστοιχο ποσοστό είναι 3 - 7%. Η συγκεκριμένη διαταραχή μπορεί να δημιουργήσει μη αναστρέψιμα προβλήματα στην ανάπτυξη του παιδικού εγκεφάλου. Δεν υπάρχουν επίσημες ιατρικές οδηγίες για το πότε ακριβώς θα πρέπει να κοπεί ο ομφάλιος λώρος, αλλά πολλοί γιατροί τον κόβουν το ταχύτερο δυνατό, μια πρακτική που, σύμφωνα με τη νέα μελέτη, δεν είναι σωστή.
Η καθυστέρηση στην αποκοπή του ομφάλιου λώρου δεν φαίνεται να έχει καμία παρενέργεια στην υγεία, παρά τις ανησυχίες ότι κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλέσει ίκτερο στο νεογέννητο. Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι για κάθε 20 μωρά στα οποία καθυστερεί το κόψιμο του λώρου, ένα από αυτά θα γλυτώσει την σιδηροπενική αναιμία. Γι' αυτό, εισηγούνται η καθυστέρηση να καθιερωθεί ως πρακτική στα μαιευτήρια, στις γέννες που δεν έχουν επιπλοκές.