Αντισυνταγματικές έκρινε το Γ' τμήμα του ΣτΕ πολλές από τις διατάξεις του νόμου 4327/2015 με τις οποίες καθορίστηκε ο τρόπος επιλογής των διευθυντών των σχολείων της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Η υπόθεση έφθασε στο ανώτατο δικαστήριο μετά από προσφυγές διευθυντών αλλά και της Πανελλήνιας Ένωσης Διευθυντών Εκπαίδευσης, οι οποίοι ζητούσαν να ακυρωθεί η απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Παιδείας με την οποία καθορίστηκε η διαδικασία υποβολής αιτήσεων και επιλογής των διευθυντών.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι ο νέος τρόπος επιλογής είναι αντίθετος στις συνταγματικές αρχές «της ισότητας, της αξιοκρατίας και δη στην αρχή της ελεύθερης προσβάσεως και σταδιοδρομίας κάθε Έλληνα στις δημόσιες θέσεις κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας και ικανότητας, διότι δεν εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις αξιοκρατικής κρίσεως".
Συγκεκριμένα, η αντισυνταγματικότητα του νομοθετικού πλαισίου επιλογής διευθυντών σχολικών μονάδων, έγκειται στο ότι η διαδικασία επιλογής και τοποθέτησης από το σύλλογο διδασκόντων γίνεται με μυστική ψηφοφορία. Σύμφωνα με τους δικαστές, «η διαδικασία της μυστικής ψηφοφορίας ως διαδικασία αναδείξεως οργάνων εν γένει διοικήσεις προσιδιάζει σε αυτοδιοικούμενες μονάδες ή είναι πρόσφορη σε περίπτωση αναδείξεως εκπροσώπων στα όργανα αυτά, όχι όμως στις σχολικές μονάδες της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίες ανήκουν εκ του Συντάγματος στην αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους, η διοίκηση των οποίων πρέπει να αναδεικνύεται στο πλαίσιο διαφανούς και αντικειμενικής διαδικασίας, κατάλληλης για την διασφάλιση της ενιαίας και ομοιόμορφης εφαρμογής των οριζομένων κριτηρίων».
Το θέμα παραπέμφθηκε για οριστική κρίση στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς προέκυψε θέμα αντισυνταγματικότητας του επίμαχου νόμου.