Για όλους και για όλα μίλησε πρόσφατα η η Τάνια Τσανακλίδου.
Η 63χρονη σήμερα ερμηνεύτρια, σε συνέντευξή της στη Lifo, μίλησε για τον έρωτα, για τον θάνατο, για τον λόγο που άφησε άσπρα τα μαλλιά της, για τη σχέση της με τον Άλκη Κούρκουλο, αλλά και για την πρώτη κρίση ηλικίας που έπαθε στα 40 της.
Εξηγώντας τι την ώθησε να κάνει την τεράστια αλλαγή στα μαλλιά της, αφήνοντας τα να ασπρίσουν, η Τάνια Τσανακλίδου είπε:
«Έχει να κάνει με τη συμφιλίωση με τον χρόνο και το γήρας, γιατί ο χρόνος φέρνει το γήρας και φέρνει και τον θάνατο. Αισθάνθηκα ότι μπήκα σε μια ηλικία που έληξαν τα ψέματα ότι όλα αυτά δεν υπήρχαν στη ζωή μου – ήταν κάτι που με πλήγωνε και τραυμάτιζε την ψυχή μου».
Όπως αποκάλυψε, από τα 16 μέχρι τα 40 της, «πάλευε» με την ιδέα του θανάτου, με αποκορύφωμα την στιγμή που «πάτησε» την τέταρτη δεκαετία της ζωής της, οπότε και έπαθε σοβαρή κρίση ηλικίας:
«Μέχρι τότε έλεγα μεγαλοστομίες. Στα 40 μου, που λες, που ήμουν και κουκλάρα, μου φέρνουν τα ανίψια μου μια τούρτα στα γενέθλιά μου. Είπα τότε ότι θα σβήσω 40 κεράκια, γιατί ήταν μια σημαντική επέτειος στη ζωή μου. Σημειωτέον, επειδή τα γενέθλιά μου έπεφταν πάντα σχεδόν μες στη Μεγάλη Εβδομάδα, σπάνια τα γιορτάζαμε στο σπίτι μου. Την ώρα, λοιπόν, που σκύβω να σβήσω τα κεράκια, κοιτιέμαι στον καθρέφτη και βλέπω μια μούρη κρεμασμένη... Μια εικόνα του εαυτού μου που δεν την ήξερα. Παθαίνω σοκ. Σοκ! Δεν έβλεπα την ώρα να φύγουν όλοι και μόλις έφυγαν, πατάω ένα κλάμα! Μπήκα στην πρώτη κρίση ηλικίας στα 40 μου, μολονότι ήμουν ακόμα και όμορφη και δημιουργική! Έκανε πάρα πολύ καιρό να μου περάσει η κρίση αυτή. Την ίδια περίοδο είχα και σχέση με τον Άλκη Κούρκουλο, έναν πολύ νεότερό μου άνδρα, κι αισθάνθηκα πραγματικά πολύ άσχημα!»
Μάλιστα δεν κρύβει πως είχε μια τάση στους νεότερους άνδρες: «Γενικώς, δεν μπορώ να είμαι με άντρες συνομήλικούς μου. Ειδικά από μια ηλικία και μετά μου άρεσαν μόνο νεότεροί μου άνδρες».
Χωρίς να μασήσει τα λόγια της, ωστόσο, λέει πως την περίοδο που είχε σχέση με τον Άλκη Κούρκουλο, ντρεπόταν γι' αυτή: «Από τα 35 μου μέχρι τα 40, όσο κράτησε η σχέση μου με τον Άλκη, τεσσεράμισι χρόνια περίπου. Ντράπηκα που είχα σχέση με έναν άνδρα, ένα αγόρι, την ίδια ώρα που έβλεπα να 'χουν κρεμάσει τα μούτρα μου».
Αυτή της η ανησυχία όμως «βασάνιζε» και τον τότε σύντροφό της; «Όλα μόνο μέσα στο δικό μας κεφάλι υπάρχουν, και τα καλά και τα κακά. Δεν πα' να μας λεν οι άλλοι... Χωρίζω με τον Άλκη και παίρνω τα πρώτα μου κιλά. Τότε μπήκα σε μια ακόμη βασανιστική διαδικασία, να μη μου αρέσει πια η δουλειά μου. Δεν μπορούσα να τραγουδάω και οι άλλοι να τρώνε ή να πετάνε λουλούδια κι έψαχνα τρόπο να εντάξω χαρούμενα τραγούδια στα προγράμματά μου. Ξέρετε, εμένα δεν μου αρέσουν καθόλου τα χαρούμενα τραγούδια. Άμα δεν είναι μινόρε, λέω: "Α, δεν μου αρέσει". Ακούω ματζόρε και φεύγω! Ειρωνεία: Το "Γερνάω, μαμά" είναι ματζόρε! Εκεί ήρθε μια στροφή στην καριέρα μου, με τεράστιο οικονομικό κόστος(…)Δεν μου αρέσουν, μάνα μου, οι μεγαλύτεροι άνδρες ή οι συνομήλικοί μου, ούτε να γυρίσω να τους κοιτάξω. Κι εσύ έλα πες μου τώρα τι μπορεί να θέλει ένα νέο παιδί με μια γριέτζω, ρε γαμώτο; Ο έρωτας μπορεί να σε γελοιοποιήσει κι εγώ ανήκω στους ανθρώπους που λένε: "Ναι, ας γίνω χάλια από έναν έρωτα, ρεζίλι, όλα να τα πάθω"... Αυτή όμως η εμμονική αυτογελοιοποίηση, το να ζεις σαν ένας γελοίος άνθρωπος, είναι κάτι που με πληγώνει βαθιά» απαντά.
Γυρίζοντας τον χρόνο πίσω, θυμάται την περίοδο που ερωτεύτηκε έναν άνδρα (και εκείνος νεότερος της αλλά όχι τόσο όσο ο Άλκης Κούρκουλος), στήνοντας όλα της τα μουσικά προγράμματα για εκείνον: «Στο καπάκι ερωτεύομαι έναν τύπο... Εδώ πρέπει να πω ότι όλα τα προγράμματά μου τα έστηνα για έναν πολύ συγκεκριμένο άνθρωπο, για να 'ρθει και να μ' ακούσει αυτός! Ήταν σαν να του έγραφα επιστολή με τα τραγούδια που επέλεγα. Ερχόταν- δεν ερχόταν, εγώ γι' αυτόν τραγουδούσα. Τον πιάνω και του λέω: “Ξέρεις, εγώ σε ερωτεύθηκα”. Μου απαντάει: “Θα τρελαθώ!”».
Μάλιστα δεν κρύβει πως εκείνος δεν ενέδωσε στον έρωτά της: «Ο άνθρωπος δεν με ερωτεύθηκε, τι να κάνουμε τώρα; Μου είχε, όμως, και μου έχει σεβασμό και είμαστε ακόμα φίλοι. Τι να κάνουμε, ρε παιδάκι μου, δεν έτυχε να με ερωτευθεί, ατυχήσαμε (γέλια)».
Στη συνέχεια, παραδέχεται πως έζησε την ζωή της «στο κόκκινο», αποζητώντας τον έρωτα: «Ποτέ δεν την ήθελα τη συντροφικότητα, αφού ήμουν παθιασμένη με τον έρωτα. Από την ώρα που ξυπνάω μέχρι την ώρα που κοιμάμαι σκέφτομαι αυτόν και μόνο αυτόν κάθε φορά, τίποτε άλλο. Δεν σκέφτομαι τίποτε άλλο, δεν με απασχολεί τίποτε άλλο! Ζω σε έναν πυρετό, έχω πυρετό, πώς το λένε;»
Πόσο καιρό όμως κάνει να ξεπεράσει μια απόρριψη; «Καμιά φορά και δέκα χρόνια…» απαντά.
Σε αυτά τα δέκα χρόνια όμως δεν «παίζει» τίποτα άλλο; «Ναι, όταν ήμουν νέα. Μετά τα 50, έκλεισα... Απέσυρα τον εαυτό μου από τον έρωτα, είπα “κοριτσάκι μου, δεν περνάει πια η μπογιά σου”. Τελείωσα οριστικά με τον έρωτα εγώ τώρα, το λέω και συγκινούμαι. Ήταν πολύ σκληρό αυτό που είπα στον εαυτό μου, αλλά έπρεπε να το κάνω».
Πώς έζησε όμως την «απόσυρση» της από τον έρωτα; «Είμαι περήφανος άνθρωπος, πολύ περήφανος! Αν μου λέγατε ποιο θεωρώ ελάττωμα ή προτέρημα πάνω μου, θα έλεγα την περηφάνια. Το είχα από παιδί αυτό και το 'χω ακόμη. Πήρα σκληρές αποφάσεις στη ζωή μου εξαιτίας αυτής της περηφάνιας. Και η απόσυρσή μου από τον έρωτα άλλαξε ολόκληρη την κοσμοθεωρία μου. Άρχισα να ξυπνάω πρωί, να μην πηγαίνω πουθενά τα βράδια, να προτιμώ να ζω στο χωριό, να περνάει απ' το μυαλό μου μέχρι και ότι θα προτιμούσα να είχα κάνει μια συμβατική ζωή».
Πως ορίζει τον έρωτα και την αγάπη; «Η αγάπη έχει μια γαλήνη που δεν την έχει ο έρωτας. Εδώ μπαίνει και η μοναχικότητα που μου αρέσει πολύ και στην αρχή τη θεωρούσα μια αυτάρεσκη κατάσταση. Είναι υγεία η μοναχικότητα! Πάντα, όταν ερωτευόμουν, αποζητούσα το άπαν ενός άνδρα, τις ώρες του που έλειπε! Ήθελα να 'μαι μες στο τσεπάκι του και να με μεταφέρει παντού. Παρ' όλα αυτά, κάθε πρωί που σηκώνομαι χρειάζομαι ένα δίωρο μοναξιάς, ησυχίας και σιωπής μέχρι ν' αρχίσω να λειτουργώ. Να κάτσω μόνη μου, να πιω τον καφέ μου, να καπνίσω τα τσιγάρα μου και μετά να πω «καλημέρα». Ακόμη και τώρα, άμα δεν μένω μόνη μου τα πρωινά, κοντεύω να πάθω νευρικό κλονισμό».
Περιγράφοντας την σχέση που έχει με το σώμα της, λέει: «Το σώμα και το Εγώ είναι η φυλακή μας και ταυτοχρόνως το όχημα για να ζήσουμε και να αντέξουμε. Το δικό μου σώμα το ταλαιπώρησα πολύ. Κάποια στιγμή είδα ότι δεν μπορούσα να περπατήσω, να ανέβω τα σκαλιά, να αναπνέω με ευκολία. Απέκτησα Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια και είπα: “Γιατί να 'χω έναν πολύ κακό και οδυνηρό θάνατο; Να μην μπορώ να αυτοεξυπηρετηθώ, εγώ που ήμουν τόσο ανεξάρτητη; Να είμαι κατάκοιτη και να περιμένω απλώς να πεθάνω;”. Όχι, είπα, οφείλω να τιμήσω το σώμα μου για τις τόσες χαρές που μου 'χει δώσει. Παραπετώντας το σώμα, δεν φροντίζουμε και την ψυχή μας. Μέσα σε δυο μήνες ελάττωσα το τσιγάρο και αποκαταστάθηκαν οι λειτουργίες μου».