Νέες σκιές ρίχνει στις διαπραγματεύσεις με τους ιδιώτες, η απόφαση του Πρωθυπουργού να θέσει σε δημοψήφισμα τη νέα δανειακή σύμβαση, καθώς αν και ο Ευάγγελος Βενιζέλος δήλωσε ότι αυτό θα γίνει αφού θα έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες για το «κούρεμα», είναι προφανές ότι οι τράπεζες θα έχουν πρόσθετους λόγους να αναρωτιούνται εάν μετά από αυτή τη συμφωνία το ελληνικό Χρέος θα καταστεί βιώσιμο, με δεδομένο ότι από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος μπορούν να ανατραπούν όλοι οι υπολογισμοί.
Συν τοις άλλοις δεν έχει ξακαθαριστεί πώς ακριβώς θα προχωρήσει και θα ολοκληρωθεί η διαδικασία για το «κούρεμα», από τη στιγμή που αποτελεί μέρος της συνολικής συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου και συμπλήρωμα του νέου δανείου των 100 δισ ευρώ, η σύναψη του οποίου θα τεθεί στη διαδικασία του δημοψηφίσματος.Ούτως ή άλλως οι αβεβαιότητες που σκιάζουν τις διαπραγματεύσεις- που ξεκίνησαν σε πρώτη φάση μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου, των συμβούλων του και των ελληνικών τραπεζών- είναι πολλές, όπως επισημαίνουν αναλυτές και επενδυτές αλλά και ο ΟΟΣΑ που ζήτησε διευκρινίσεις για το νέο «πακέτο» προς την Ελλάδα. Είναι ενδεικτικό ότι ο Διευθύνων Σύμβουλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Τραπεζών Τσαρλς Νταλλάρα που δήλωνε και δηλώνει αισιόδοξος για τη συμμετοχή των τραπεζών στο σχέδιο, έσπευσε τη Δευτέρα να επισημάνει επί αμερικανικού εδάφους ότι το Ινστιτούτου δεν εκπροσωπεί το σύνολο των τραπεζών και των ασφαλιστικών εταιριών αλλά 40 με 50 μεγάλους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς που δεν κατέχουν το σύνολο του ελληνικού ιδιωτικού Χρέους αλλά κάτι παραπάνω από το 85%, κάτι που σημαίνει πολύ απλά ότι παραμένει η σκιά για το ύψος της συμμετοχής και της επιτυχίας του εγχειρήματος, με τους Γερμανούς να διαμηνύνουν ότι το «πακέτο» για να πετύχει πρέπει να εφαρμοστεί στο 100%.
Όσον αφορά, δε, στον τελικό στόχο δηλαδή στη βιωσιμότητα του Χρέους, πέρα από το τι μπορεί να φέρει το δημοψήφισμα, ακόμα κι ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι το 120% είναι βιώσιμο αλλά υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά ότι δεν αρκεί το «κούρεμα» ή το νέο δάνειο που θα μας καλύψουν ως το 2020, ούτε καν η Ελλάδα θα καταφέρει να επιτυγχάνει τον ούτως ή άλλως δύσκολο στόχο των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά θα πρέπει και το ευρωπαϊκό περιβάλλον να είναι ευνοϊκό. Ωστόσο στη παρούσα φάση κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται αν λάβει κανείς τις προβλέψεις που δείχνουν φθίνοντες ρυθμούς ανάπτυξης σε όλη την Ευρωζώνη, ενώ μόνο και μόνο το ότι η Ιταλία μπαίνει παρασύρεται σιγά σιγά στη δίνη που μπήκαν Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία, δεν προμηνύεται θετικές εξελίξεις....