Κάτι πολύ ενδιαφέρον συμβαίνει στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης. Το ιερό του Ασκληπιού, ένα μνημείο που μέχρι πριν μερικά χρόνια θεωρούνταν άγνωστο, καθώς σώζονταν μόνο τα θεμέλιά του, αποκτά μορφή.
Όλα ξεκίνησαν όταν το 1993 η έρευνα της αρχιτέκτονα Ροζαλίας Χριστοδουλοπούλου την οδήγησε στην περιοχή του Ασκληπιείου και στην ανεύρεση λιθοσωρών από αρχιτεκτονικά μέλη και θραύσματα.
«Διαλύοντας αυτούς τους σωρούς αρχίσαμε να ξεχωρίζουμε συγκεκριμένες ομάδες. Ωστόσο δεν ξέραμε πού ανήκει όλο αυτό το υλικό. Η έρευνα διήρκεσε περίπου 5-6 χρόνια μέχρι που ανακαλύψαμε δυο λίθους από τη γωνία οι οποίοι ταίριαξαν με το θεμέλιο που σωζόταν.
Έτσι όλη η ομάδα των υπόλοιπων αρχιτεκτονικών μελών αποδόθηκε στο ιερό γιατί είχαν την ίδια δουλειά, την ίδια σύνδεση, ήταν από το ίδιο μάρμαρο», ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Χριστοδουλοπούλου, που παρουσίασε στο ΚΑΣ την τροποποιημένη μελέτη αναστήλωσης κρηπιδώματος και βάσης τοίχων του ναού του Ασκληπιού.
Γιατί όμως τροποποιημένη; «Το 2011 που βρήκαμε δυο κομμάτια κάτω από τον πρώτο αναβαθμό μας έδωσαν νέα στοιχεία που άλλαξε και την αρχική υπόθεση. Η έρευνα συνεχίζεται κι αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον. Έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά στον χώρο, γιατί έχει ακόμα μέλη τα οποία έχουν δεχτεί επεξεργασία, μερικά έχουν επαναχρησιμοποιηθεί πολλές φορές, οπότε είναι δύσκολο να τα εντοπίσεις», σημειώνει. Συνολικά 450 αρχιτεκτονικά μέλη και θραύσματα που ήταν χαμένα μέσα στους λιθοσωρούς ταυτίστηκαν και αποδόθηκαν στο περίφημο ιερό της αρχαιότητας.
«Ήταν ένα μνημείο που υπήρχε στα χαρτιά, θεωρείτο χαμένο ως κτίσμα. Και ξαφνικά χάρη στην εργασία της Ροζαλίας απέκτησε άφθονο υλικό. Είναι ένα μεγάλο κέρδος για την ιστορική τοπογραφία της νότιας κλιτύος», δήλωσε στη συνεδρίαση του Συμβουλίου ο καθηγητής Μανόλης Κορρές, εκφράζοντας τη σιγουριά ότι θα βρεθούν κι άλλοι ορθοστάτες. «Όλα τα μάρμαρα είναι εκεί», επισήμανε, κάνοντας μια μικρή μόνο παρατήρηση στη μελέτη, δηλαδή να συμπληρωθούν τα μικρά κενά χάρη της συνέχειας των γραμμών του μνημείου.
Η ίδρυση του ναού έγινε το 419/20 π. Χ., περίοδο από την οποία δεν έχει βρεθεί κανένα κατάλοιπο. «Ίσως το μόνο που μπορεί να ανήκει στον πρώτο ναό να είναι η ευθυντηρία, η κάτω - κάτω στρώση με τις πλάκες», σημείωσε η ερευνήτρια. Ο δεύτερος ναός ανήκει στον 1ο αι. π. Χ., πιθανότατα μετά το 86 π. Χ. που έγινε η επιδρομή του Σύλλα. «Εμείς αναστηλώνουμε τη δεύτερη φάση, μια επισκευή και επέκταση προς ανατολικά, που έγινε τον 3ο αι. μ. Χ. μετά την επιδρομή των Ερούλων (267 μ. Χ.) κατά την οποία καταστράφηκαν πολλά μνημεία στην Αθήνα», συμπλήρωσε η ίδια.
Η μελέτη, όπως παρουσιάστηκε στο ΚΑΣ, πήρε τα εύσημα και την ομόφωνη γνωμοδότηση των μελών του. Το ενταγμένο στο ΕΣΠΑ έργο παραδίδεται στο τέλος του έτους (δηλαδή η συγκεκριμένη φάση της αναστήλωσης που φτάνει ως τη βάση των τοίχων). Η συνέχεια αφορά την κατάθεση μελέτης για το υπόλοιπο των τοίχων, καθώς έχουν εντοπιστεί πολλά τμήματα που βρίσκονται πιο πάνω από τους ορθοστάτες και, φυσικά, τη συνέχιση της χρηματοδότησης.