Η Ελλάδα δίνει εδώ και πολλά χρόνια μάχη για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα από τη Βρετανία, αλλά ο Αριστείδης Μπαλτάς υπέπεσε στη Βουλή σε διπλή γκάφα.
Ο υπουργός Πολιτισμού αφού αρχικά αποκάλεσε τα γλυπτά «Ελγίνεια» και όχι γλυπτά του Παρθενώνα, εν συνεχεία αποκάλυψε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα τα διεκδικήσει νομικά.
Μιλώντας σε δημόσια συνεδρίαση επιτροπής της Βουλής και απαντώντας σε ερώτημα σχετικό με τις κινήσεις του υπουργείου Πολιτισμού για την επιστροφή των γλυπτών είπε πως η ελληνική κυβέρνηση δεν θα προχωρήσει σε νομικές διεκδικήσεις γιατί εκτιμά ότι η χώρα μας θα χάσει το δικαστήριο.
«Η τάση είναι να μην προχωρήσουμε σε νομική διεκδίκηση κυρίως γιατί κινδυνεύουμε να χάσουμε το σχετικό δικαστήριο» είναι η φράση του κ. Μπαλτά στην συνεδρίαση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής σχετικά με την ευρωπαϊκή οδηγία του 2014 για την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών που έχουν απομακρυνθεί παράνομα από το έδαφος κράτους – μέλους.
«Η Αλαμουντίν πληρώθηκε - Τέλος η συνεργασία μαζί της
Αποκάλυψε δε ότι παγώνει η συνεργασία της ελληνικής πλευράς με το βρετανικό δικηγορικό γραφείο το οποίο είχε αναλάβει την υπόθεση της νομικής διεκδίκησης των Γλυπτών του Παρθενώνα.
«Όσον αφορά το έργο που προσέφερε η νομική εταιρεία στην οποία συμμετέχει η κυρία Κλούνι, ολοκληρώθηκε. Δηλαδή πληρώθηκε!», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπαλτάς, αποσαφηνίζοντας, όσον αφορά τις κυβερνητικές προθέσεις, ότι «η τάση είναι να μην προχωρήσουμε σε νομική διεκδίκηση κυρίως γιατί κινδυνεύουμε να χάσουμε το σχετικό δικαστήριο».
Πάντως εκτίμησε ότι «έχουμε περισσότερους φίλους» και επικαλέστηκε προς τούτο την μεγάλη επισκεψιμότητα που έχει το Μουσείο της Ακρόπολης, κάτι που «δείχνει πόσο άξιοι είμαστε να υποδεχθούμε τα αρχαία», όπως ανέφερε.
Οπως είναι γνωστό η Αμαλ Αλαμουντίν-Κλούνι είχε επισκεφθεί την χώρα μας το 2014, προσδίδοντας διεθνή δημοσιότητα στο θέμα. Μάλιστα, όπως έγινε γνωστό από τον κ. Τασούλα, τα έξοδα για την σύνταξη της επίμαχης γνωμοδότησης, τα οποία έφτασαν τις 200.000 λίρες Αγγλίας, καλύφθηκαν αποκλειστικά από ευγενική χορηγία Έλληνα του εξωτερικού που δεν επιθυμούσε τη δημοσιότητα.
Τασούλας: Απαράδεκτη η στάση της κυβέρνησης
Αμέσως αντέδρασε ο πρώην υπουργό Πολιτισμού Κ. Τασούλας. Μιλώντας στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες σχολίασε πως «η άποψη ότι δεν πάμε στα δικαστήρια γιατί θα χάσουμε είναι απαράδεκτη όχι μόνο γατί ενισχύει την επιχειρηματολογία της αντίδικης πλευράς αλλά και γιατί προεξοφλεί άδικα και χωρίς λόγο κάτι για το οποίο η Ελλάδα έχει πάρα πολλά επιχειρήματα».
Οπως είπε ο κ. Τασούλας «η γνωμοδότηση που δεν πήραμε από το δικηγορικό γραφείο του Λονδίνου και την οποία επεξεργάστηκαν η κυρία Κλούνι και άλλοι δυο σπουδαίοι νομικοί, αλλά και η ίδια η ανάμειξη αυτού του γραφείου, δεν μας προσέφερε μόνον εξειδικευμένη νομική γνώση, αλλά και μια μεγάλη παγκόσμια δημοσιότητα υπέρ της επιστροφής των μαρμάρων». Υπενθύμισε δε πως τις ημέρες που ήταν εδώ η Αμάλ Αλαμουντίν έγιναν τρεις ερωτήσεις από βρετανούς βουλευτές στο Κοινοβούλιό τους που ζητούσαν την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα.
«Η χώρα μας δεν είχε κανένα λόγο να στερηθεί μια νέα ευνοϊκή παγκόσμια δημοσιότητα υπέρ της επιστροφής των Μαρμάρων, που θα την προκαλούσε η πρόσκληση εκ μέρους της κυβέρνησης προς τους άγγλους νομικούς να παραδώσουν την γνωμάτευσή τους προς το ΥΠΠΟ και τον πρωθυπουργό. Αντ’ αυτού η κυβέρνηση αρνήθηκε να παραλάβει την γνωμοδότηση -επειδή προφανώς το ανακίνησε η προηγούμενη κυβέρνηση δείχνοντας μικρότητα- που παραδόθηκε μέσω της πρεσβείας μας στο Λονδίνο», τόνισε ο κ. Τασούλας.
Μάλιστα, όπως είπε «θα μπορούσε η κυβέρνηση να παραλάβει την μελέτη και να αξιοποιήσει την δημοσιότητα υπέρ των αιτημάτων μας και δεν είχε κανέναν λόγο να προβαίνει σε τέτοιες άδικες προεξοφλήσεις ότι θα χάσουμε ενισχύοντας την άλλη πλευρά».
«Τίποτα δεν είναι σίγουρο. Αλλά δεν προεξοφλείς ότι θα χάσεις ενισχύοντας τα επιχειρήματα των άλλων. Η Ελλάδα ομολογεί ότι δεν έχει δίκαιο. Αν έπαιρναν την γνωμοδότηση και ας έλεγαν ότι θα το εξετάσουμε», πρόσθεσε, υπενθυμίζοντας ότι η χώρα μας κατάφερε ομόφωνη απόφαση της Ουνέσκο που υιοθέτησε το αίτημα για να έρθει η Αγγλία σε διαμεσολάβηση με την Ελλάδα (το 2014), κάτι για το οποίο δόθηκε προθεσμία προς την Αγγλία που δεν απάντησε, ενώ «εμείς λέμε ότι θα χάσουμε την υπόθεση προεξοφλώντας την έκβαση μιας διεθνούς δίκης».