Η προπαγάνδα των τζιχαντιστών έχει όλα τα εργαλεία επικοινωνίας στην υπηρεσία της. Το Facebook, το Twitter και η Google έχουν πλημμυρίσει με μηνύματα μίσους και φρικιαστικές εικόνες.
Το σάιτ Change.org ξεκίνησε ήδη μια εκστρατεία υπογραφών για να πεισθούν οι γίγαντες του ίντερνετ να πάρουν μέτρα εναντίον της ισλαμικής προπαγάνδας. 6.000 υπογραφούν έχουν συγκεντρωθεί και ζητούν να υπάρξει αντίδραση εναντίον των «ρομπότ του ισλαμικού κράτους» που έχουν πλημμυρίσει τα social media με το μίσος τους και ανεβάζουν ανενόχλητοι φωτογραφίες.
Παράλληλα με αυτή την πρωτοβουλία, στη Γαλλία, ο βουλευτής του συντηρητικού κόμματος Ξαβιέ Μπερτράν ξεκίνησε σταυροφορία εναντίον των κολοσσών του ίντερνετ. Κατήγγειλε ήδη τον «ιμάμη Google», όπως είπε χαρακτηριστικά, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την προπαγάνδα στους νέους και κατήγγειλε το twitter, το οποίο, όπως είπε, έχει περισσότερους λογαριασμούς των τρομοκρατών απ'όσοι είναι οι ίδιοι οι μαχητές του ισλαμικού κράτους.
Πράγματι, συμβαίνουν πολλά παράδοξα στον ανττι-τρομοκρατικό πόλεμο του ίντερνετ. Οι κολοσσοί Facebook, Twitter και Google κατέβαλαν πολλές προσπάθειες να κλείσουν το δρόμο στα μηνύματα μίσους και προσπάθησαν να βοηθήσουν τους χρήστες μέσα στην πληθώρα πληροφοριών που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Η Google, ειδικότερα, δημιούργησε ειδικό σύστημα αντίδρασης σε βίντεο που θα ανέβαιναν πριν από κάποια ενδεχόμενη επίθεση, όπως έκανε τον Ιανουάριο του 2015 όταν κατέβασε αμέσως το βίντεο προπαγάνδας του τζιχαντιστή δολοφόνου στο Charlie Hebdo Αμελί Κουλιμπαλί. Το Facebook, επίσης, δημιούργησε αμέσως μετά την επίθεση στο Παρίσι τον τόπο « Safety Check », και ενίσχυσε τις ομάδες ελέγχου στα περιεχόμενα. Τέλος το Twitter είχε ειδική υπηρεσία για να παραπέμπει τους πολίτες προς τη γαλλική αστυνομία, το βράδυ των επιθέσεων στο Παρίσι.
Η γαλλική κυβέρνηση από την πλευρά της ανησυχεί όλο και περισσότερο για τη σχέση ίντερνετ και τζιχαντιστών. Την Πέμπτη, 3 Δεκεμβρίου, ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς, μαζί με την υφυπουργό για το διαδίκτυο Αξέλ Λεμέρ και τους υπουργούς Δικαιοσύνης και Εσωτερικών συναντήθηκαν με τους επικεφαλής των Facebook, Twitter, Google, Apple και Microsoft, ώστε να ενημερωθούν για τις κινήσεις που έχουν γίνει από την ημέρα των επιθέσεων.
Ο Μανουέλ Βαλς δήλωσε, μάλιστα, ότι πρέπει να αναρτηθούν άρθρα-αντίλογοι στο διαδίκτυο. Στις 27 Μαίου 2015 οι Google, Twitter και Facebook ξεκίνησαν συνεργασία με οργανώσεις που ασχολούνται με την αντι-προπαγάνδα, όπως οι Licra, Scouts musulmans de France, e-Enfance και Conspiracy Watch, ώστε να τους μάθουν να χειρίζονται καλύτερα τα τεχνολογικά εργαλεία.
Σήμερα, Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου, υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ενωσης υπάρχει συνάντηση γιγάντων του Διαδικτύου με εκπροσώπους κρατών-μελών. Μια παρόμοια συνάντηση έγινε ήδη το περασμένο φθινόπωρο αλλά δεν είχε συγκεκριμένη κατάληξη. Ευρωπαίοι διπλωμάτες εκτιμούν ότι αυτές οι συναντήσεις είναι πολύ χρήσιμες και επιτρέπουν να συντονιστούν οι ενέργειες εναντίον της τζιχαντιστικής προπαγάνδας. «Οι περισσότεροι κολοσσοί του ίντερνετ είναι αμερικανοί και γι'αυτούς η ελευθερία έκφρασης είναι μια θεμελιώδης αξία», αναφέρει ευρωπαϊκή πηγή.
Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να ενισχύσουν τις σχέσεις τους με τους γίγαντες του Web γιατί είναι δύσκολο να επιβληθεί κάποια απόφαση. Ως διακινητές περιεχομένου, οι Google, Facebook και Twitter είναι υποχρεωμένοι να απαγορεύουν τα παράνομα μηνύματα. Αλλά μπορούν πάντα να κρυφτούν πίσω από την αμερικανική τους υπηκοότητα και να αρνηθούν να εκτελέσουν ένα κυβερνητικό αίτημα. Για να τους υποχρεώσει κάποιος να το υλοποιήσουν πρέπει να κινηθεί διεθνής διαδικασία. Δηλαδή, μια ατέρμονη υπόθεση. «Η συνεργασία είναι απαραίτητη. Γι'αυτό προχωράμε με“soft law”, γιατί η δικαιοσύνη δεν μπορεί να παρακολουθήσει την παγκοσμιοποίηση», δηλώνει ο δικηγόρος Olivier Hugot, ειδικός στο ίντερνετ.
Ωστόσο, ανάμεσα στις αρχές και στους γίγαντες του ίντερνετ οι απόψεις δεν συμπίπτουν. Για παράδειγμα, δεν είναι απλό να καθορίσεις αν ένα περιεχόμενο είναι παράνομο. Απόδειξη είναι η φωτογραφία μέσα από το Μπατακλάν, μετά τη δολοφονική επίθεση, η οποία έδειχνε τα κομματιασμένα σώματα των θεατών. Αυτή η εικόνα έκανε τον γύρο του διαδικτύου ενώ η αστυνομία ζήτησε να αποσυρθεί «από σεβασμό στα θύματα».