Η Πατρίσια Χάισμιθ, μια από τις πιο αναγνωρισμένες συγγραφείς θρίλερ στον κόσμο, δημιουργός του αξεπέραστου λογοτεχνικού χαρακτήρα Τομ Ρίπλει, γράφει δέκα ασυνήθιστες ιστορίες που δείχνουν τον αμοραλισμό της εξουσίας, την αδιαφορία για τα κοινωνικά προβλήματα, την αμηχανία και τα αδιέξοδα στα τέλη του 20ού αιώνα.
«'Eχει πλάκα να γράφει κανείς ιστορίες καταστροφής. Μου θυμίζουν τις παρωδίες που έγραφα στο σχολείο για κάποιο μάθημα όταν ήμουν δέκα ή έντεκα χρονών, ή τις φάρσες που σκάρωνα στα δεκατέσσερά μου για να διασκεδάσω τους συμμαθητές μου. Αλλά βέβαια, εδώ το περιεχόμενο είναι πιο σοβαρό. Στα τέλη του εικοστού αιώνα ο άνθρωπος ο άνθρωπος έχει σχεδόν μάθει να συμβιώνει με έναν απίστευτα μεγάλο αριθμό καταστροφών» σημειώνει η συγγραφέας για ένα βιβλίο που κυκλοφορεί πλέον και στα ελληνικά από τις προσεγμένες εκδόσεις Άγρα.
«Οι ιστορίες αφύσικων καταστροφών» πρωτοεκδόθηκαν το 1993 κι ενώ έχουν περάσει περισσότερα από είκοσι χρόνια από τότε, σήμερα διαβάζονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί μοιάζουν ανησυχητικά επίκαιρες. Ο προφητικός λόγος, αυτή η ικανότητα να διακρίνεις από μακριά όλα όσα έρχονται, είναι εξάλλου μια από τις αρετές που χαρακτηρίζουν τους μεγάλους συγγραφείς. Και τα όσα γράφει η Χάισμιθ μπορεί να έμοιαζαν με φανταστικές ιστορίες στη δεκαετία του '90, σήμερα όμως φαίνεται σαν να έχουν ξεπηδήσει από τις σελίδες ρεπορτάζ των εφημερίδων.
Στην πρώτη ιστορία με τίτλο «Το μυστηριώδες νεκροταφείο» γίνεται λόγος για τα «ανεπιθύμητα υπολείμματα» ενός κρατικού νοσοκομείου της Αυστρίας όπου πραγματοποιούνται πειράματα σε ασθενείς με καταληκτικό καρκίνο. Τα τοξικά απόβλητα θάβονται, δίχως καμιά προφύλαξη και κανέναν έλεγχο, στο γειτονικό σχεδόν εγκαταλειμμένο νεκροταφείο. Όταν από το «εύφορο» έδαφος αρχίζουν να ξεφυτρώνουν παράξενα εκβλαστήματα διαφόρων μεγεθών και σχημάτων, η κατάσταση ξεφεύγει. Κανείς δεν φαίνεται να θέλει να διαχειριστεί αυτούς τους εξαιρετικά τοξικούς, καρκινογόνους σχηματισμούς. Άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους, κανείς δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη («η ευθύνη για την κατάσταση του νεκροταφείου ήταν μοιρασμένη σε τόσους πολλούς ώστε να μη διωχθεί τελικά κανείς» γράφει η Χάισμιθ και κάτι μας θυμίζει...) και το νεκροταφείο καταλήγει να γίνει τουριστικό αξιοθέατο με καλλιτέχνες να κάνουν διαλέξεις για την αισθητική των παράξενων σχηματισμών και ποιητές να μιλούν «για το ναυάγιο της ψυχής του ανθρώπου που ο ίδιος το προκάλεσε».
Σε κάποια άλλη ιστορία, η κυβέρνηση της Ουάσινγκτον ανακοινώνει τη δωρεά ενός ποδοσφαιρικού σταδίου στο πανεπιστήμιο μιας Μεσοδυτικής πολιτείας. Η τοπική κοινωνία είναι ενθουσιασμένη με το αναπάντεχο δώρο, καθώς η κυβέρνηση δεν φημίζεται για τη γενναιοδωρία της. Μονάχα ο Μπέννυ Τζάκσον παρακολουθεί τις αντιδράσεις με αγωνία. Ο Μπέννυ είναι επικεφαλής της ΕΠΕ (Επιτροπή Πυρηνικού Ελέγχου) και δουλειά του είναι, επισήμως, να αποτρέπει την απρόσεκτη διάθεση των πυρηνικών αποβλήτων και, ανεπισήμως, η αναζήτηση κάποιου μέρους για να τα ξεφορτωθεί. Το σχέδιο της δωρεάς, που απαιτεί λεπτούς χειρισμούς, περιλαμβάνει την αποθήκευση των πυρηνικών αποβλήτων μέσα σε μολύβδινα κοντέινερ και το θάψιμό τους κάτω από το στάδιο. Στη διάρκεια της πρώτης ανεπίσημης ξενάγησης κάτι πάει στραβά: ένας επιθεωρητής παρατηρεί κάποιες μικρές ρωγμές στους τοίχους κι ένα άλλο μέλος της ΕΠΕ εξαφανίζεται. Ο Μπέννυ αντιλαμβάνεται ότι ο συνάδερφός του έχει μείνει κλεισμένος σε κάποια από τα δωμάτια αποθήκευσης των πυρηνικών αποβλήτων. Τρέμοντας ότι η ΕΠΕ θα χρεωθεί το «ανόητο ατύχημα», προσπαθεί να βρει μια άκρη αλλά, την ίδια στιγμή, ξεσπάει ένα σκάνδαλο με ένα εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας και πρέπει να διαχειριστεί την οργή των κατοίκων της απομακρυσμένης περιοχής και τους δημοσιογράφους που ζητάνε απαντήσεις. Η λύση δίνεται ταχύτατα από την κυβέρνηση: ο υπεύθυνος της κατασκευαστικής εταιρείας απολύεται με συνοπτικές διαδικασίες: «έκανε ένα λάθος και απολύθηκε» είναι η ψυχρή ανακοίνωση από την Ουάσινγκτον. Λίγες ώρες αργότερα, σκοτώνεται σε τροχαίο δυστύχημα, ενώ ο Μπέννυ κρατάει το στόμα του κλειστό καταλήγοντας σε μια πολλή θετική αναφορά για το έργο. Όταν οι μετρήσεις στο στάδιο θα δείξουν δραματική αύξηση της ραδιενέργειας στην περιοχή, ο Μπέννυ θα έχει να αντιμετωπίσει άλλα προβλήματα, όπως ένα φορτίο με πλουτώνιο που εξαφανίστηκε κάπου στη διαδρομή και το έλκος του που έχει αρχίσει και πάλι να τον ταλαιπωρεί.
Σε όλες τις ιστορίες του βιβλίου η Πατρίσια Χάισμιθ, αληθινή μετρ του τρόμου και του σασπένς, δημιουργεί ένα νοσηρό κλίμα ανασφάλειας, αβεβαιότητας, φόβου και μοναξιάς. Ο κόσμος που παρουσιάζει το βιβλίο φαίνεται απειλητικός, σκοτεινός, απόμακρος και οι άνθρωποι, σαν υπνωτισμένοι, μοιάζουν ανήμποροι να αντιδράσουν μπροστά στα όσα συμβαίνουν. Ο αναγνώστης διαβάζει με κομμένη την ανάσα –όχι γι' αυτά που συμβαίνουν μπροστά στα μάτια του, αλλά για τα όσα η συγγραφέας υπονοεί ότι θα συμβούν.
Οι ιστορίες της Χάισμιθ ξεβολεύουν, δείχνουν όψεις τις πραγματικότητας που συχνά αρνούμαστε να δούμε. Οι κυβερνήσεις περιφρονούν τα κοινωνικά προβλήματα, οι υψηλόβαθμοι υπάλληλοι και οι υπεύθυνοι των ελέγχων κάνουν τα στραβά μάτια για να μην χάσουν τα προνόμιά τους, οι εταιρείες αδιαφορούν για το περιβάλλον, τη δημόσια υγεία, τον κοινωνικό ιστό και ενδιαφέρονται μόνο για τα υψηλά κέρδη τους, ενώ η καταστροφική μόλυνση και οι ανθρωπινές ζωές που χάνονται χαρακτηρίζονται κυνικά «παράπλευρες απώλειες». Η συγγραφέας μιλάει, με τον δικό της τρόπο, για μεγάλα προβλήματα του καιρού μας: τους ιούς που ξεφεύγουν από τα εργαστήρια και γίνονται φονικά όπλα, τον αφανισμό των ζώων, την καταστροφή του περιβάλλοντος, το παιχνίδι των εξοπλισμών στη Μέση Ανατολή, τα σχέδια ανάπτυξης των χωρών της Αφρικής, την ανθρωπιστική βοήθεια, τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Στον κόσμο της Χάισμιθ η εξουσία διαπράττει εγκλήματα κατά των πολιτών, αλλά μένει ατιμώρητη. Κανείς δεν είναι ασφαλής. Το κακό βρίσκεται παντού γύρω μας.
INFO
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ
Συγγραφέας: Patricia Highsmith
Μετάφραση: Ανδρέας Αποστολίδης
Εκδόσεις Άγρα
Σελ.: 368