Πριν λίγα χρόνια η πρώην βουλευτής με την ΔΗΜΑΡ Μαρία Ρεπούση είχε υποστηρίξει ότι στη Σμύρνη το 1922 έγινε «συνωστισμός στο λιμάνι», μια δήλωση της που τότε είχε προκαλέσει σάλο.
Μια αντίστοιχη δήλωση για τον Πόντο και την Γενοκτονία έκανε ο Νίκος Φίλης τονίζοντας ότι έγινε «απλά εθνοκάθαρση».
Σήμερα η η καθηγήτρια Ιστορίας και Ιστορικής Εκπαίδευσης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης συντάσσεται στο πλευρό του υπουργού Παιδείας για την δήλωση του περί «εθνοκάθαρσης», τονίζοντας ότι τα Κοινοβούλια δεν έχουν δουλειά να αποφαίνονται για το παρελθόν και την ιστορία.
Πιο συγκεκριμένα, με ένα ποίημα του Μπρεχτ σχολίασε η πρώην βουλευτής τη δήλωση του υπουργού Παιδείας. «Για την υπόθεση Φίλη, να θυμίσω στους φωτισμένους ανθρώπους αυτού του τόπου που σιωπούν, το ποίημα που έκανε διάσημο ο Μπρέχτ: "Όταν ήρθαν να πάρουν ... δεν αντέδρασα. Μετά ήρθαν να πάρουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να αντισταθεί μαζί μου"» έγραψε η Μαρία Ρεπούση στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook.
Αργότερα, η κα Ρεπούση μιλώντας στον «Αθήνα 9.84» για τη δήλωση του Νίκου Φίλη, ανέφερε:
«Τι δουλειά έχουν τα κοινοβούλια να αποφαίνονται για το παρελθόν; Αυτό είναι ένα πολύ επικίνδυνο μονοπάτι, διότι τα εθνικά κοινοβούλια -δεν μιλάω για τα διεθνή φόρα, ούτε για τον ΟΗΕ-, δεν έχουν δουλειά να αποφαίνονται για το ιστορικό παρελθόν. Υπάρχει η ιστορική επιστήμη η οποία ερευνά, συμπληρώνεται, αλλάζει μέσα στα χρόνια και έχει να κάνει με τη διατήρηση του ιστορικού παρελθόντος, δηλαδή με το να το καθιστά κάθε φορά ζωντανό. Το πρώτο λάθος -κατά την άποψή μου-, βρίσκεται εκεί».
«Τα εθνικά κοινοβούλια προχώρησαν και όχι μόνον αποφαίνονται για το παρελθόν, χαρακτηρίζουν τι έγινε και τι δεν έγινε, αλλά έχουν ψηφίσει και νόμους που ποινικοποιούν την αντίθετη άποψη. Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο.
Από το 2008 υπάρχει μια διεθνής πρωτοβουλία που ονομάζεται “Ελευθερία για την Ιστορία”. Έχει υπογραφεί από 1.374 επιφανείς ιστορικούς, από 49 χώρες σε όλο τον κόσμο, η οποία κάνει έκκληση στον ορθό λόγο των πολιτών και υποστηρίζει ότι η ιστορία δεν μπορεί να είναι σκλάβα ούτε της επικαιρότητας, ούτε της εθνικής εξωτερικής πολιτικής του κάθε κράτους, ούτε να γράφεται καθ” υπαγόρευση της μνήμης, που δεν είναι ενιαία, είναι ανταγωνιστική… Σε ποιο κόσμο οδηγούμαστε, μέσα από αυτή την ανάμειξη της πολιτικής στην ιστορία; Εάν κάποια κοινότητα, κάποιο έθνος, κάποια θρησκευτική ομάδα, αισθάνεται ότι έχει λόγους να διεκδικήσει, ποινικά, κάποια αναγνώριση, υπάρχουν διεθνή φόρα και ο ΟΗΕ που διασφαλίζει αντικειμενικότητα στις αποφάσεις και την χρησιμοποίηση των όρων, γιατί όλα αυτά είναι αντικείμενο διαλόγου και επεξεργασίας» υπογράμμισε.
Αναφορικά με τη διάταξη για την ποινικοποίηση της αντίθετης άποψης αναφορικά με τις αναγνωρισμένες από την ελληνική Βουλή γενοκτονίες η κυρία Ρεπούση υπογράμμισε:
«Μια διάταξη που δεν ψήφισε τότε ούτε η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ούτε εγώ προσωπικά, παρόλο που το κόμμα μου τότε, η Δημοκρατική Αριστερά, είχε ταχθεί υπέρ αυτής. Την θεωρώ εξαιρετικά επικίνδυνη. Αυτή η ιστορία των νόμων της μνήμης, τι πρέπει να θυμόμαστε και τι πρέπει να ξεχάσουμε και ποιος τιμωρείται για το τι θυμάται και τι λέει, έχει απασχολήσει τη διεθνή κοινότητα. Στη Γαλλία έγιναν δίκες με βάση τους νόμους της μνήμης… Εάν θεσπίσουμε τέτοιες πρακτικές, οι οποίες έχουν ξεκινήσει από πολύ καλές προθέσεις, δηλαδή η ποινικοποίηση της άρνησης του Ολοκαυτώματος ήταν αυτή που οδήγησε στο να ψηφίζονται οι σχετικές διατάξεις από τα εθνικά κοινοβούλια. Εκεί, στην άρνηση του Ολοκαυτώματος, κρυβόταν στην ουσία η δικαιολόγηση της ναζιστικής θυριωδίας. Αν και η αφετηρία ήταν σωστή, οδηγούμαστε σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια. Στην Ελλάδα, έχουμε καταλήξει να ασκείται ένα είδος εθνικής τρομοκρατίας. Η εθνική ορθότητα έχει φτάσει να τρομοκρατεί κάποιον ιστορικό, πολιτικό, που μπορεί να έχει μια διαφοροποίηση στην κυρίαρχη εθνική άποψη. Αυτό είναι πάρα πολύ σοβαρό. Και δεν είναι αλήθεια το επιχείρημα που λένε τώρα για τον κ. Φίλη, ότι είναι υπουργός Παιδείας, διότι τα έχω υποστεί κι εγώ -που δεν ήμουν υπουργός Παιδείας-, ιστορικοί, αλλά και απλοί πολίτες, οι οποίοι τόλμησαν να θέσουν κάποια ερωτήματα στο κυρίαρχο εθνικό αφήγημα. Πρέπει ανεξαρτήτως κομμάτων, να βγουν οι φωτισμένοι άνθρωποι αυτού του τόπου -γιατί υπάρχουν πάρα πολλοί- και να μιλήσουν».
Σχολιάζοντας τις ανακοινώσεις των κομμάτων για τη δήλωση του υπουργού Παιδείας «στον ενικό» η πρώην βουλευτής τόνισε: «Προσωπικά, τρόμαξα με τις ανακοινώσεις των κομμάτων και της κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ… Αυτά είναι πολύ ανησυχητικά. Άκουσα σήμερα τον πρόεδρο της Διεθνούς Ένωσης Ποντιακών Σωματείων, ο οποίος κατέληξε στην ομιλία του με το “μην ξεχνάτε ότι υπάρχει και η ψήφος”. Κάθε φορά, υπάρχει μια άποψη ανάμεσα σε πολύ προοδευτικούς πολίτες, όσον αφορά το θέμα του timing, το “ήταν ανάγκη τώρα να το θέσει;”. Το έθεσε ο άνθρωπος. Είχε γράψει παλιότερα κάποιο κείμενο στην εφημερίδα, ρωτήθηκε επ” αυτού και δεν το αρνήθηκε» επεσήμανε και συνέχισε:
«Με αφορμή και τις δηλώσεις του υπουργού Παιδείας, ο διάλογος που πρέπει να ανοίξει σε πολιτικό επίπεδο, δεν είναι τι έγινε και τι δεν έγινε στον Πόντο, αλλά πώς η Δημοκρατία, η σημερινή ελληνική Δημοκρατία, επιτρέπει το μακρύ χέρι της πολιτικής πάνω στην επιστήμη και τους επιστήμονες, αλλά και στους πολιτικούς που ενδεχομένως στηρίζονται σε μια ιστορική άποψη, την οποία αποδέχονται και εκφράζουν δημόσια».