Ο Γκίντερ Σαμπόφσκι, ο πρώην ανώτατος αξιωματούχος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ανατολικής Γερμανίας που «γκρέμισε» κατά λάθος το Τείχος του Βερολίνου πριν από 26 χρόνια, πέθανε σήμερα σε ηλικία 86 ετών.
Ο Σαμπόφσκι, που ήταν μέλος και εκπρόσωπος του Πολιτικού Γραφείου, μιλούσε σε μια κατά τα λοιπά αδιάφορη συνέντευξη Τύπου, στις 9 Νοεμβρίου 1989, όταν ρωτήθηκε από έναν δημοσιογράφο για τις τρέχουσες ταξιδιωτικές οδηγίες.
Επί μήνες, η κυβέρνηση της Ανατολικής Γερμανίας πιεζόταν να αφήσει τους πολίτες της να ταξιδεύουν ελεύθερα στη Δύση και ο Σαμπόφσκι, φανερά απροετοίμαστος, άφησε έκπληκτους τους δημοσιογράφους με την απάντησή του.
"Επομένως... ε... αποφασίσαμε σήμερα... ε... να εφαρμόσουμε έναν κανονισμό που επιτρέπει σε κάθε πολίτη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας... ε... να...ε ... φεύγει από την Ανατολική Γερμανία από οποιαδήποτε συνοριακή διάβαση", είπε διστακτικά.
Οι δημοσιογράφοι αμέσως τον πίεσαν ρωτώντας τον από πότε θα ισχύσει το νέο μέτρο. "Σύμφωνα με τις πληροφορίες μου... αμέσως, χωρίς καθυστέρηση «Sofort, unverzüglich» " απάντησε αυτοσχεδιάζοντας ο αμήχανος εκπρόσωπος, ψάχνοντας μάταια στα χαρτιά που είχε μπροστά του να βρει κάποια διευκρίνιση. Οι δύο αυτές λέξεις που μόλις είχε ξεστομίσει, «Sofort, unverzüglich» («Αμέσως, χωρίς καθυστέρηση») σήμαναν και το τέλος του Τείχους του Βερολίνου.
Ο Σαμπόφσκι αναγκάζεται να προφέρει αυτή τη «βόμβα» κυρίως γιατί δέχεται βροχή από ερωτήσεις. «Δεν ήταν συνηθισμένος από ελευθεροτυπία, δεν μπορούσε να διαχειριστεί τις ερωτήσεις των ξένων δημοσιογράφων και έτσι έδωσε την ψευδή εντύπωση ότι το Τείχος έπεσε», αναφέρει σε κεντρικό της άρθρο η Wall Street Journal.
Το 2009 η Wall Street Journal αποκάλυψε ότι είχε στείλει τέσσερις ανταποκριτές σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου. Εναν από το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων, έναν από το Voice of America, έναν από τη γερμανική Bild και έναν τέταρτο για τον οποίο δεν έχει δώσει ποτέ στοιχεία.
Το 2013 ο τέταρτος αυτός δημοσιογράφος επικοινωνεί μόνος του με την αμερικανική εφημερίδα. Αναφέρει ότι ονομάζεται Ραλφ Νιμέγερ, ότι εργαζόταν τότε για το πρακτορείο Dapa, που έχει κλείσει σήμερα. Εκείνος έθεσε την περιβόητη ερώτηση στον Σαμπόφσκι και τον ανάγκασε να κάνει την γκάφα του αιώνα.
Χωρίς αυτούς τους τέσσερις δημοσιογράφους είναι πιθανόν το Τείχος του Βερολίνου να μην είχε πέσει στις 9 Νοεμβρίου 1989. Η Wall Street Journal αναφέρει ότι ο Σαμπόφσκι δεν ήταν επιφορτισμένος να δώσει αυτή τη πληροφορία στη συνέντευξη Τύπου και ότι η εντολή ήταν να το εξαγγείλλει η ίδια η ανατολικογερμανική κυβέρνηση την επόμενη ημέρα, ώστε να ενημερωθούν πρώτα οι συνοριακοί φρουροί. Η δική του ανακοίνωση δεν προέβλεπε άνοιγμα του Τείχους.Ο Σαμπόφσκι έπρεπε επίσης να διευκρινίσει ότι οι Ανατολικογερμανοί θα έπρεπε να κάνουν αίτηση για χορήγηση βίζας στις αρμόδιες αρχές. Όμως οι μπερδεμένες απαντήσεις του έπεσαν σαν βόμβα την εποχή εκείνη.
«Ο Σαμπόφσκι διάβασε αυτό το πράγμα και έφυγε», θυμάται ο Φερντινάν Πρότσμαν, που ήταν ρεπόρτερ στους New York Times εκείνη την εποχή. «Είχαμε μείνει εκεί άφωνοι και αναρωτιόμασταν τι μπορεί να σήμαινε αυτό το πράγμα».
Οι Γερμανοί πολίτες που παρακολουθούσαν τη συνέντευξη Tύπου πήραν κατά λέξη την ανακοίνωση του Σαμπόφσκι. «Μετά από μια στιγμή σύγχυσης, εκατοντάδες, χιλιάδες και μετά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έφτασαν στον πιο κοντινό τους σταθμό ελέγχου και ζητούσαν να φύγουν», γράφει το International Business Times.
Ωστόσο, γύρω στις 23.30 ο αξιωματικός Χάραλντ Γέγκερ διέταξε 46 οπλισμένους φρουρούς να ανοίξουν το Tείχος και να αφήσουν τους ανθρώπους να περάσουν. Το Τείχος μόλις είχε πέσει.
Την είδηση για τον θάνατο του Σαμπόφσκι ανακοίνωσε στο Γερμανικό Πρακτορείο η χήρα του, Ιρίνα.
Μετά την ένωση, ο Σαμπόφσκι και δύο άλλα μέλη του Πολιτικού Γραφείου καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης για το ρόλο που διαδραμάτισαν στις δολοφονίες ανθρώπων οι οποίοι προσπάθησαν να "δραπετεύσουν" από την Ανατολική Γερμανία περνώντας το Τείχος. Ο ίδιος είχε αποδεχτεί την "ηθική" ευθύνη του και εξέφρασε μεταμέλεια για τις πράξεις του.