Μπορεί οι Ευρωπαίοι φορείς χάραξης πολιτικής και οι λογής ξένοι αναλυτές να θεωρούν πως οι «καυτές» ημέρες του περασμένου καλοκαιριού, με τις ατέρμονες συζητήσεις και το άγχος του Grexit, να έχουν περάσει, ωστόσο κάτι τέτοιο μάλλον δεν συμβαίνει.
Το Foreign Policy εφιστά την προσοχή σε κάτι που πλέον τείνει να γίνει προφανές σε όλους όσοι παρακολουθούν την εξέλιξη των σχέσεων της Αθήνας με τους δανειστές της. Με αφορμή κάποιες μεταρρυθμίσεις που δεν... βγαίνουν ή που συναντούν έντονες αντιδράσεις ή που πηγαίνουν και έρχονται από την κυβέρνηση, οι Βρυξέλλες διαμηνύουν ότι δεν θα υπάρξει καμία εκταμίευση αν όλα τα παραπάνω δεν ξεκαθαριστούν.
Η έλευση του Βάλντις Ντομπρόβσκις στην Αθήνα ήταν προς αυτή την κατεύθυνση: να καταδείξει στην ελληνική κυβέρνηση τη δυσανεξία των δανειστών προς νέες καθυστερήσεις και συνάμα να στείλει και ένα μήνυμα πως τα δύο δισεκατομμύρια ευρώ της υπο-δόσης δεν θα δοθούν άνευ απτού αντικρίσματος.
Το άρθρο του περιοδικού κάνει λίγο για «σημάδια κόπωσης» που άρχισαν να εμφανίζονται λόγω της εφαρμογής της συμφωνίας των 86 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Για το εσωτερικό, έχει καταστεί μείζον θέμα η επιβολή του ΦΠΑ 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση. Για τους δανειστές, όμως, μεγαλύτερης σημασίας κρίνεται το θέμα των «κόκκινων» δανείων που άπτεται άμεσα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Είναι φανερό πως οι δανειστές θέλουν να υπάρξει στο μέλλον μικρότερη...ομπρέλα για τους δανειολήπτες και ουσιαστικά να καλυφθούν μόνο όσοι πραγματικά βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας, με την κυβέρνηση θα επιθυμεί να διευρύνει την προστασία και στα λεγόμενα μεσαία στρώματα.
Η σαφής διάσταση απόψεων στο συγκεκριμένο θέμα αποκτάει τον χαρακτήρα μιας κορυφής σε ένα -κατά τα λοιπά- μεγάλο παγόβουνο που είναι τα προαπαιτούμενα που πρέπει να ψηφίσει η ελληνική κυβέρνηση. Ήδη, αναφέρει το άρθρο, ο γερμανικός Τύπος αρχίζει τις επιθέσεις προς την κυβέρνηση Τσίπρα επειδή έχει περάσει μερι τώρα μόλις 14 από τις 48 συνολικά μεταρρυθμίσεις. Κάτι που δείχνει πως η ελληνική πλευρά είναι πίσω στο χρονοδιάγραμμα που είχε τεθεί το καλοκαίρι. Η γερμανική SZ πριν από δύο ημέρες αποκάλυψε πως η σκέψη των δανειστών είναι να μην δώσουν τα χρήματα της υπο-δόσης ως ανταπάντηση για την αναβλητικότητα της Αθήνας.
Ο Μουϊτάμπα Ραχμάν του Eurasia Group, εξηγεί πως έχει η κατάσταση: «Υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία στο Βερολίνο, αλλά και σε άλλους πιστωτές ότι οι μεταρρυθμίσεις έχουν ήδη αρχίσει να ολισθαίνουν στην Αθήνα. Αυτό το περιμέναμε να συμβεί τον επόμενο χρόνο, αλλά είναι γεγονός ότι συμβαίνει τώρα και είναι μια ένδειξη για το πόσο δύσκολη παραμένει η κατάσταση στην Ελλάδα».
Είναι προφανές πως αυτό ακριβώς ήθελε να προλάβει ο Ντομπρόβσκις, σημειώνει το άρθρο, και στην εν Αθήναις συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, επισήμανε πως «δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Είναι ανάγκη να εργαστούν όλοι σκληρά για τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού κράτους και της οικονομίας».
Το σίγουρο είναι πως πάνω από τον ουρανό της Ελλάδα επικρέμονται δύο σημαντικά ζητήματα: η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ζήτημα καίριο για την ανάπτυξη της οικονομίας της και η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Το τελεύταιο δείχνει να είναι το πλέον δυσεπίλυτο, καθώς το Ταμείο δεν αφίσταται της θέσης του ότι για να μετέχει ενεργά στο τρίτο Μνημόνιο, θα πρέπει να έχει προηγηθεί «κούρεμα» του ελληνικού χρέους σε ανεκτά και βιώσιμα επίπεδα. Αν, τελικά, το ΔΝΤ δεν πάρει μέρος στο πρόγραμμα, υπάρχει ο κίνδυνος να κάνει πίσω και το Βερολίνο.
Άλλωστε, η φωνή του Σόιμπλε και άλλων στελεχών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ακόμη και σήμερα ηχούν στα αυτιά αρκετών, ως μια διαρκής προειδοποίηση ότι η Αθήνα δεν είναι σίγουρο πως θα μπορέσει να φέρει εις πέρας ένα τόσο δύσκολο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων.