Μπορεί, επισήμως, η επίσκεψη του Φρανσουά Ολάντ στην Αθήνα να μην έχει ως κεντρικό πυρήνα της τα οικονομικά θέματα, ωστόσο είναι κάτι παραπάνω από δεδομένο ότι οι καλές... μπίζνες θα συζητηθούν στα παρασκήνια των συναντήσεων.
Αυτό αναφέρει το ρεπορτάζ της Liberation, η οποία σημειώνει πως ενώ η συνολική εκτίμηση πίσω από το ταξίδι του Ολάντ στην Αθήνα είναι ότι πρόκειται για μια κίνηση που έχει ιστορική και πολιτισμική σημασία, εντούτοις τα επιχειρηματικά σχέδια υπάρχουν, είναι δεδομένα και απτά. Απλώς, η γαλλική αντιπροσωπεία επιθυμεί να μεταφέρει το βαρόμετρο των συναντήσεων σε άλλα πεδία πέραν των επιχειρηματικών.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η εφημερίδα, «έχουμε να κάνουμε με μια αμήχανη σιωπή που μπορεί να είναι συνάμα σωστή και λανθασμένη».
Από τη μεριά της, η Γαλλία δηλώνει πως μεταφέρει στην Αθήνα την εμπειρία της έτσι ώστε να αλλάξει η εικόνα της Ελλάδας στους διεθνείς επενδυτές και να στηρίξει τις προσπάθειές της να αυξήσει τις επενδύσεις και την απασχόληση. Γάλλος διπλωμάτης δηλώνει στη Liberation για τους γαλλικούς στόχους: «Υπάρχει ένα πολιτικό ενδιαφέρον να δείξουμε ότι μπορούμε να εμπιστευτούμε ο ένας τον άλλο και να εμπλακούμε σε δουλειές και επενδύσεις. Η Ελλάδα δεν είναι μόνο ένα πρόγραμμα λιτότητας και χρέους, αλλά ένα φιλικό κράτος».
Πάντως, μπορεί επισήμως η γαλλική πλευρά να επιθυμεί να ξεφύγει από τη λογική «ερχόμαστε στην Αθήνα για δουλειές», δεν ισχύει το ίδιο με επιχειρηματίες που συνοδεύουν τον Φρανσουά Ολάντ και οι οποίοι δηλώνουν ευθαρσώς το ενδιαφέρον τους για επενδύσεις στην Ελλάδα. Ένας εξ αυτών, ο Ερίκ Γκεϊμπαλί, της Suez Enviroment, μια εταιρεία που ασχολείται με τη διαχείριση των υδάτων, παραδέχεται πως «ήρθε ο καιρός να καλύψουμε το χαμένο έδαφος με την Ελλάδα». Η εταιρεία βλέπει με καλό μάτι τις επενδύσεις στη Θεσσαλονίκη και περιμένει την επίσημη έναρξη των προσφορών, αν και επί του παρόντος το ΣτΕ δεν έχει ανάψει «πράσινο» φως.
Η εταιρεία Bic, από την μεριά της, δεν εγκατέλειψε την Ελλάδα ακόμη και όταν η κρίση έφτασε στο απόγειό της. Ο γενικός διευθυντής της, Τομά Μπρετέ, σημειώνει πως η Ελλάδα είναι μια δημοκρατία, επομένως δεν υπάρχουν ανησυχίες για τη σταθερότητά της. Πρόσθεσε, δε, πως η εταιρεία του έχει σχέδια επέκτασης και περαιτέρω επενδύσεων στη χώρα μας.
Ο Πολ-Αλεξίς Μπουκέ της Vinci, επισημαίνει ότι παρά την ελληνική κρίση, το μοντέλο έχει αποδείξει την ανθεκτικότητά του, επομένως τίποτα δεν εμποδίζει κάποιους επενδυτές θα θέλουν ένα κομμάτι της πίτας. Ο Γκεϊμπαλί προσθέτει ότι θα πρέπει να υπολογιστούν κάποιοι βιοιμηχανικοί κίνδυνοι, αλλά και πάλι αυτοί φαίνεται πως θα είναι περιορισμένοι.
Ο Φιλίπ Ντελέρ, της Alstrom International, επιθυμεί όπως και η Siemens να μπει στο παιχνίδι των σιδηροδρόμων και στη Γραμμή 4 του Μετρό. Η Vinci ενδιαφέρεται για τις υποδομές και τις κατασκευές στο Αεροδρόμιο του Καστελλίου στην Κρήτη και τα διόδια.
Όλα αυτά δείχνουν πως η προσέγγιση της Γαλλίας δεν είναι ανιδιοτελής. Ο Ολάντ θα προσπαθήσει να ασκήσει πιέσεις στις Βρυξέλλες για τη χρηματοδότηση της εθνικής οδού Κορίνθου-Πατρών. Ποιος θέλει να ολοκληρώσει το έργο; Η Vinci! Σημειωτέον ότι ο οικονομικός σύμβουλος της Γαλλικής Πρεσβείας έχει την ιδιότητα του «μέλους-παρατηρητή» του Eurogroup στο ΤΑΙΠΕΔ. Άρα, οι Γάλλοι ενδιαφέρονται να κάνουν δουλειές στην Ελλάδα.