Με ένα τρισέλιδο «απολογητικό» σημείωμα το υπουργείο Οικονομικών επιχείρησε να διασκεδάσει όσο μπορούσε τις εντυπώσεις από τις αλλαγές στα φορολογικά πρόστιμα, οι οποίες ανοίγουν «παράθυρα» στη μικρή και μεγάλη φοροδιαφυγή.
Είναι ενδεικτικό ότι μόνο μετά από «κανονιοβολισμούς» μιας ολόκληρης εβδομάδας, οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών αντιλήφθηκαν ότι η δυνατότητα υποβολής συμπληρωματικών φορολογικών δηλώσεων ακόμα και μετά από την έναρξη ελέγχου, ουσιαστικά έδινε ασυλία στη φοροδιαφυγή. Η διάταξη αποσύρθηκε και σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών θα επανέλθει βελτιωμένη, αλλά δεν θα προκαλούσε έκπληξη αν μείνει στο συρτάρι ως... ατυχούσα.
Πραγματικό μπάχαλο προκαλεί η αλλαγή στο πλαίσιο κυρώσεων για όσους δεν εκδίδουν αποδείξεις και υπόκεινται σε καθεστώς ΦΠΑ όπως για παράδειγμα τα εστιατόρια.
Σύμφωνα με έμπειρους φοροτεχνικούς, η Αιτιολογική Έκθεση που συνοδεύει το νομοσχέδιο οδηγεί στην επιβολή προστίμων 2.500 ευρώ, καθώς η μη έκδοση αποδείξεων αντιμετωπίζεται πλέον ως ενιαία διαδικαστική παράβαση, παραπέμποντας στις κυρώσεις των ανακριβών βιβλίων. Από την άλλη, όμως, οι διατάξεις του νομοσχεδίου ορίζουν ότι υπάρχει αυτοτελές πρόστιμο, που αντικαθιστά τα 250 ευρώ ανά απόδειξη και ανέρχεται στο 50% του φόρου που δεν καταβάλλεται, κάτι που επισημαίνει και στο 3σέλιδο σημείωμα του το υπουργείο Οικονομικών.
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Αν κάποιος εφοριακός έβρισκε π.χ. 10 τραπέζια χωρίς απόδειξη, μπορούσε να ρίξει "καμπάνα" 2.500 ευρώ (250 ευρώ Χ 10), ενώ τώρα πρέπει να δει τι... έφαγαν και τι ήπιαν, να υπολογίσει ΦΠΑ και φόρο εισοδήματος και μετά να υπολογίσει το πρόστιμο. Έτσι για σύνολο λογαριασμών 600 ευρώ, είναι ζήτημα αν το πρόστιμο ξεπερνά τα 135 ευρώ. Το θέμα θα λύσει η ερμηνευτική εγκύκλιος της ΓΓΔΕ και ως τότε θα υπάρχει αυτή η ασάφεια.
Όσον αφορά στις καραμπινάτες περιπτώσεις εικονικών και πλαστών τιμολογίων, που εκκρεμούν στα δικαστήρια ή στη διοικητική επίλυση διαφορών, στην πραγματικότητα το υπουργείο Οικονομικών παραδέχεται το ατόπημα να πέφτουν στα "μαλακά", με πολύ χαμηλότερα πρόστιμα, εκτιμώντας ότι έτσι μπορούν να εισπραχθούν περισσότερα! Από την άλλη, δεν υπάρχει πειστική απάντηση στην καταγγελία για αμνήστευση πολλών τέτοιων υποθέσεων, που συμπεριλαμβάνονται στις μεγάλες λίστες (π.χ. Λαγκάρντ), λόγω του ότι πλέον ισχύει 5ετής αντί 20ετής παραγραφή.