Η άμεση νομοθετική ρύθμιση του ζητήματος των κατηγορουμένων για κακούργημα δημοσίων υπαλλήλων η οποία θα συμπεριληφθεί στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών, που κατατίθεται εντός Οκτωβρίου, αποφασίστηκε σε συνάντηση που είχε ο αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Χριστόφορος Βερναρδάκης με τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρο Ρακιντζή.
Όπως ανέφερε σε δηλώσεις του ο κ. Βερναρδάκης με τη νέα ρύθμιση, θα επιβάλλεται αυτοδίκαιη αργία στους υπαλλήλους του Δημοσίου για τους οποίους υπάρχει αμετάκλητη δικαστική παραπομπή για κακουργήματα αλλά και για άλλα αδικήματα όπως αυτά της υπεξαίρεσης (κοινής και στην υπηρεσία), απάτης, εκβίασης, πλαστογραφίας, δωροδοκίας, απιστίας περί την υπηρεσία καθώς και για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
Ο αναπληρωτής υπουργός ανακοίνωσε την απόφαση σύστασης νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για τη βελτίωση του πειθαρχικού δικαίου ώστε να εξισορροπείται το δημόσιο συμφέρον με το τεκμήριο της αθωότητας.
Ο κ. Ρακιντζής τόνισε την ανάγκη άμεσης σύγκλησης των πειθαρχικών συμβουλίων αλλά και την αναγκαιότητα της νομοθετικής πρωτοβουλίας ώστε να τίθενται σε αυτοδίκαιη αργία όσοι δημόσιοι υπάλληλοι παραπέμπονται δικαστικά σε κακούργημα. Επίσης υπογράμμισε ότι το πειθαρχικό δίκαιο πρέπει να γίνει πιο αποτελεσματικό και γρήγορο.
Ο κ. Βερναρδάκης, απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, δήλωσε ότι έχει προγραμματιστεί η διεξαγωγή πολλών πειθαρχικών συμβουλίων αυτή την εβδομάδα και οι όποιες καθυστερήσεις παρατηρούνται οφείλονται σε διοικητικές διαδικασίες. Επίσης σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου, οι κκ. Βερναρδάκης και Ρακιντζής διευκρίνισαν ότι η αυτοδίκαιη αργία θα αίρεται όταν θα υπάρχει δικαστική αθωωτική απόφαση για τον κατηγορούμενο.
Αδειασμα Κατρούγκαλου και από Κουρουμπλή
Τον Γ. Κατρούγκαλο «άδειασε» και ο υπουργός Εσωτερικών Παναγιώτης Κουρουμπλής. Αναφερόμενος στην επιστροφή επιόρκων στις θέσεις τους, τόνισε (Vima fm): «Εμείς, κατά την εκτίμησή μου, θα κρατήσουμε όλους αυτούς έξω από το χώρο δουλειάς, μέχρι που να κριθούν. Δεν πρέπει να επιστρέφουν στη δουλειά τους. Άμα δεν κριθούν από τα αρμόδια όργανα, δεν μπορούν να επιστρέψουν στη δουλειά τους».