Παρότι υποστήριξε την Λαϊκή Ενότητα στις εκλογές ο Αλέκος Αλαβάνος άσκησε δριμεία κριτική στην προεκλογική τακτική του κόμματος.
Ο επικεφαλής του «Σχεδίου Β'» χαρακτήρισε «συγκεχυμένο» το μήνυμα που εξέπεμψε η Λαϊκή Ενότητα, καθώς άλλα έλεγε ο Π. Λαφαζάνης, άλλα η Ζωή Κωνσταντοπούλου και άλλα ο Μανώλης Γλέζος.
Μιλώντας στο «Πρακτορείο 104,9 FM», ο κ. Αλαβάνος τόνισε πως «είχε την υποστήριξή μας, αλλά το Σχέδιο Β' δεν συμμετείχε στα ψηφοδέλτια της Λαϊκής Ενότητας» και πρόσθεσε:
«Θεωρούσαμε ότι είναι συγκεχυμένο το μήνυμα που θέτει η Λαϊκή Ενότητα (ΛΑΕ), με την έννοια ότι ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας (Μανώλης Γλέζος) έλεγε ότι το νόμισμα δεν είναι θέμα και ότι δεν τίθεται θέμα αλλαγής του ευρώ, ο κ. Λαφαζάνης έλεγε να βγούμε από το ευρώ, η κ. Κωνσταντοπούλου έλεγε ότι το δίλημμα είναι ευρώ ή δημοκρατία». Οπως σημείωσε «σε ένα θέμα, στο οποίο υπήρξε μεγάλη πίεση από τις δυνάμεις τις πολιτικές, τις μεγάλες, του κατεστημένου - στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ - θα έπρεπε να μιλήσει κανείς με σαφήνεια, να κάνει μια επιλογή».
Αναφερόμενος στο γεγονός ότι τόσο η ΛΑΕ όσο και ο ίδιος μιλούν για δυνατότητα αύξησης της ρευστότητας και της ζήτησης με τη χρήση εθνικού νομίσματος, ο κ. Αλαβάνος απάντησε:
«Η Λαϊκή Ενότητα το έλεγε μεν, δεν το θεμελίωνε, είχε το χρόνο να το θεμελιώσει κατά τη γνώμη μας, δεν χρησιμοποιούσε ιστορικά παραδείγματα (…) εάν δεν είχαμε ιστορικά παραδείγματα, θα ήμασταν με το ευρώ. Βρείτε ένα συνομιλητή σας, που μπορεί να μας πει, πολλές κρίσεις υφεσιακές, που να τις βγάλανε με σκληρό νόμισμα. Βρείτε ένα συνομιλητή και πάρτε με μετά να μιλήσω μαζί του».
Επανέλαβε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι «ένα κομμάτι του κατεστημένου» για να σημειώσει: «Ακούει και τις δύο απόψεις ο πολίτης και επιλέγει ποια είναι η σωστή, εάν είναι μια δύναμη η οποία μπορεί να θέσει αντίσταση με αποτέλεσμα, όχι αντίσταση με ήττα, αντίσταση στα κέντρα, τα μεγάλα, τα καπιταλιστικά της Ευρώπης, που έχουν φέρει την Ελλάδα σε αυτή τη θέση ή όχι».
Τέλος ο κ. Αλαβάνος είπε πως θα σεβαστεί την απόφαση του λαού στις εκλογές «αλλά δε σημαίνει ότι οφείλει κανείς να συμφωνήσει με την πλειοψηφία της κοινωνίας, από τη στιγμή που θεωρεί η συνείδησή του, ότι έχει μια άλλη άποψη».