Οταν ο Μανουέλ Γκαρσία ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του, αντικρίζει τους «γείτονές» του που αναπαύονται σε τάφους και κρύπτες.
Μένει σε μία από τις δύο φτωχογειτονιές που συνυπάρχουν με το 100 ετών νεκροταφείο Σάντα Ρόζα, στο Καλιάο, έξω από τη Λίμα. Περίπου 2.000 ζουν εκεί, σε σπίτια που βρίσκονται σε ένα μακάβριο σκηνικό, ανάμεσα σε τάφους που απλώνονται σε μία έκταση μεγαλύτερη από τέσσερα γήπεδα ποδοσφαίρου.
Κατά συνέπεια, οι κάτοικοι δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να αντικρίζουν τους τάφους, είτε πρόκειται για μαθητές την ώρα που πηγαίνουν στο σχολείο, ή εργαζόμενους που κατευθύνονται στη στάση του λεωφορείου. Ακόμη και τα παιδιά παίζουν σε ένα πάρκο δίπλα στους νεκρούς.
«Δεν φοβόμαστε, αλλά δεν έχουμε συνηθίσει την έντονη οσμή ή τις μύγες», λέει ο Γκαρσία, το σπίτι του οποίου απέχει μόλις 15 μ. από τους πεθαμένους, σε αυτή την παράνομη νεκρόπολη. Οι δημοτικές αρχές έχουν κλείσει το νεκροταφείο, εξαιτίας ανησυχιών για τη δημόσια υγεία. Ομως, εξαιτίας του πενιχρού προϋπολογισμού, ο δήμαρχος δεν ξέρει τι να κάνει με τους 20.000 τάφους, αλλά και πώς να εξασφαλίσει ότι δεν θα «αναπαυθούν» κι άλλοι σε αυτό το σημείο.
«Είναι μία απειλή για τη δημόσια υγεία και οι άνθρωποι κινδυνεύουν με μία επιδημία», δηλώνει ο Αλντο Λάμα, διευθυντής της υγειονομικής υπηρεσίας, που είχε ζήτησε να μπει λουκέτο στο νεκροταφείο από το 1998. Την ίδια ώρα, κάποιοι πιστεύουν ότι εκεί γίνονται παρανομίες. «Πουλάνε τους νεκρούς σε πανεπιστήμια», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο μία γυναίκα που εργάζεται εκεί. «Μην με ρωτήσετε το όνομά μου. Κανείς δεν μπορεί να μιλήσει εδώ. Ολοι φοβούνται τους νεκροθάφτες», πρόσθεσε, κοιτάζοντας ανήσυχη δεξιά και αριστερά.
Το νεκροταφείο έχει επεκταθεί σε τέτοιο βαθμό, που είναι δύσκολο να βρει κάποιος τον τάφο ενός αγαπημένου του προσώπου. «Το άφησαν να μεγαλώσει όπως ήθελαν», λέει μία γυναίκα, που έψαχνε μισή ώρα για να βρει τον τάφο του πατέρα της, ώστε να του αφήσει λουλούδια την ημέρα των γενεθλίων του.
Ανοιξε το 1912, στο λόφο που είναι γνωστός ως Λα Ρέγκλα. Καθώς η Λίμα μεγάλωνε, οι άνθρωποι άρχισαν να καταλαμβάνουν τους άδειους χώρους γύρω από το νεκροταφείο, το οποίο επίσης μεγάλωνε όμως. Για τους φτωχούς, αυτό το νεκροταφείο είναι η πιο οικονομική επιλογή. Ενας τάφος μπορεί να κοστίσει 3.000-5.000 δολάρια σε έναν ιδιωτικό χώρο και μέχρι 1.000 δολάρια σε ένα δημοτικό νεκροταφείο. Στη Σάντα Ρόσα, μία εταιρεία χρεώνει έως 250 δολάρια για την τελευταία κατοικία.