Μια διαφωνία ανάμεσα στον αδελφό της Ελίζαμπεθ Τέιλορ και την κυβέρνηση της Χαβάης, επέτρεψε σε μια ομάδα από χίπις, surfers και Βετεράνους του Βιετνάμ να δημιουργήσουν τον δικό τους παράδεισο σε μια παραλία επτά στρεμμάτων το 1969.
Η Taylor Camp, όπως έγινε γνωστή η κοινότητα τους, πήρε το όνομα της από τον ιδρυτή της Χάουαρντ Τέιλορ στον οποίο ανήκε το συγκεκριμένο κομμάτι γης στη βόρεια ακτή του νησιού Καουάι της Χαβάης.
Ωκεανογράφος και θαλάσσιος καλλιτέχνης, ο Τέιλορ σχεδίαζε να επεκτείνει την περιουσία του οικοδομώντας πάνω στη γη που είχε αγοράσει. Ωστόσο, η τοπική κυβέρνηση είχε άλλα σχέδια και απέρριπτε τα επανειλημμένα αιτήματα του Τέιλορ για οικοδομικές άδειες, καθώς σκόπευαν να δημιουργήσουν ένα πάρκο στην περιοχή.
Παρόλο που ο Χάουαρντ είχε επιλέξει μια ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, είχε την ίδια έφεση με την αδελφή του στο δράμα. Οταν άκουσε ότι η αστυνομία συνέλαβε 13 χίπηδες που πρόσφατα μετακόμισαν στο νησί από το Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια, πλήρωσε την εγγύηση για να τους βγάλει και τους επέτρεψε να ζήσουν στη γη του εντελώς δωρεάν.
Ο Τέιλορ σπάνια επισκεπτόταν την κατασκήνωση, αλλά μία φορά πέρασε τα Χριστούγεννα μαζί τους και με τη διάσημη αδελφή του.
Στα επόμενα οκτώ χρόνια, η ομάδα εξαπλώθηκε και από 13 έφτασαν τους 100. Ξεκινώντας με σκηνές, οι κατασκηνωτές στην πορεία κατασκεύασαν περίτεχνα δενδρόσπιτα από μπαμπού και ξύλο.
Ο φωτογράφος Τζον Γουέρχάιμ, αν και δεν έζησε ποτέ στην κοινότητα, ήταν σταθερός επισκέπτης και πέρασε πολύ χρόνο στην κατασκήνωση τη δεκαετία του '70, φωτογραφίζοντας τους ενοίκους, οι οποίοι συχνά κυκλοφορούσαν εντελώς γυμνοί.
Βέβαια ακόμα κι αυτός ο επίγειος παράδεισος είχε τα προβλήματα του, ιδιαίτερα με τη χρήση ναρκωτικών, ωστόσο όσοι έζησαν εκεί το θυμούνται ως την καλύτερη περίοδο της ζωής τους.
Ωστόσο, ο τρόπος ζωής της κοινότητας οδήγησε τελικά στην πτώση της μετά από 8 χρόνια, δίνοντας στις αρχές πάτημα να ψάξουν την κατασκήνωση για ναρκωτικά.
Τους τελευταίους μήνες της κοινότητας, η κυβέρνηση έπεισε τους περισσότερους να αποχωρήσουν και όταν έμειναν μόνο λίγοι τους έβγαλαν δια της βίας, ενώ για να βεβαιωθούν ότι δε θα επιστρέψουν ξανά έκαψαν την περιοχή.