Η ελληνική οικονομία ζητάει μια έξοδο προς τα μπρος. Είναι εύκολο ως σκέψη, αλλά δύσκολο να αποκτήσει πρακτική ουσία – ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας. Ο τραπεζικός τομέας παίζει σημαντικό ρόλο στη χώρα, επομένως αν αυτός δεν εξυγιανθεί, δεν θα μπορέσει να ανακάμψει και η ελληνική οικονομία.
Η Φράνσες Κόπολα γράφει στους Financial Times για τους αναγκαίους τρόπους που θα εξυγιάνουν τον ελληνικό τραπεζικό τομέα που παρουσιάζει μια υπέρμετρη διόγκωση, καθώς το 90% των βασικών τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων κατέχονται από τέσσερις τράπεζες.
Γράφει συγκεκριμένα:
«Η πρόταση διάσωσης που συμφωνήθηκε στη σύνοδο κορυφής της ευρωζώνης στις 12 Ιουλίου περιγράφει τη δυνατότητα αναδιάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών. Περιλαμβάνει την εξής απαίτηση:
«Να αναληφθούν τα απαραίτητα βήματα για την ενδυνάμωση του χρηματοπιστωτικού τομέα, συμπεριλαμβάνοντας αποφασιστικές ενέργειες για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και μέτρα για την ενδυνάμωση της διοίκησης του ΤΧΣ και των τραπεζών, ειδικότερα με την εξάλειψη κάθε δυνατότητας για πολιτική επιρροή, ιδιαίτερα σε ότι αφορά στις τοποθετήσεις προσωπικού.»
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
Για το σκοπό αυτό, η ευρωπαϊκή οδηγία για την ανάκαμψη και εξυγίανση των τραπεζών πρέπει να ενταχθεί με συνοπτικές διαδικασίες στην ελληνική νομοθεσία, μαζί με ένα νέο αστικό κώδικα. Έτσι θα γίνει δυνατό τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να αφαιρεθούν από τους ισολογισμούς των τραπεζών: η οδηγία προβλέπει ένα πλαίσιο για «διαχωρισμό των περιουσιακών στοιχείων», δηλαδή τη διαίρεση των πιστωτικών ιδρυμάτων σε «καλές» και «κακές» τράπεζες, ενώ ο αστικός κώδικας θα επιτρέψει στις κατασχέσεις για ληξιπρόθεσμα δάνεια να επιταχυνθούν.
Σαφώς, το τελευταίο σημαίνει περισσότερο πόνο για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις βραχυπρόθεσμα, αλλά αν το αποτέλεσμα είναι η αποκατάσταση της υγείας των τραπεζών ώστε να είναι σε θέση να ξαναρχίσουν τη χορήγηση δανείων προς την πραγματική οικονομία, αυτό θα είναι ένα τίμημα που αξίζει τον κόπο. Η θεαματική ανάκαμψη της Λετονίας από την κατάρρευση του 2009 – η οποία ήταν ακόμα βαθύτερη από ό, τι στην Ελλάδα – οφειλόταν κατά κύριο λόγο στην αναβίωση του δανεισμού σε μεγάλο βαθμό αφού οι ως επί το πλείστο ξένες τράπεζές της εκκαθαρίστηκαν από τους ιδιοκτήτες τους».
Το bail in
Αλλά η εκκαθάριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από μόνη της δεν θα είναι αρκετή. Ο τοξικός εναγκαλισμός μεταξύ τραπεζών και ελληνικής κυβέρνησης πρέπει να σπάσει. Αυτό σημαίνει: εκτεταμένηανακεφαλαιοποίηση, ιδανικά με κεφάλαια από ιδιωτικές πηγές. Αν δεν υπάρξει επαρκές ιδιωτικό κεφαλαίο, το εργαλείο του bail-in που προβλέπεται από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας είναι πιθανό να χρησιμοποιηθεί.
Αυτό θα σήμαινε, τουλάχιστον, το bail-in στα ανασφάλιστα χρέη, και, ενδεχομένως, στα ανώτερα ακάλυπτα ομόλογα και τις ανασφάλιστες καταθέσεις. Το κόστος για την ελληνική οικονομία θα είναι σημαντικό, δεδομένου ότι οι ανασφάλιστες καταθέσεις περιλαμβάνουν το κεφάλαιο κίνησης των ήδη «υπό πολιορκία» επιχειρήσεων. Θα βοηθούσε αν ο ρυθμός δημοσιονομικής μεταρρύθμισης μπορούσε να χαλαρώσει κατά τη διάρκεια της αναδιάρθρωσης, ή αν αίρονταν οι έλεγχοι κεφαλαίων και οι περιορισμοί ρευστότητας. Δυστυχώς, λόγω των διαθέσεων των πιστωτών, τίποτα από όλα αυτά δε φαίνεται πιθανό.
Θα ήταν προς το συμφέρον όλων των εμπλεκομένων - μετόχων, πιστωτών και καταθετών - οι τράπεζες να αναδιαρθρωθούν χωρίς bail-in. Οι εκδόσεις δικαιωμάτων θα ήταν μια καλή αρχή, αλλά είναι απίθανο να είναι αρκετές. Μπορεί λοιπόν να δούμε περαιτέρω ενοποίηση σε έναν ήδη συγκεντρωτικό τομέα, αγορά από άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες ή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ή τη συμμετοχή από κεφάλαια private equity. Σύμφωνα με τον Γιώργο Κιντή της εταιρείας επενδύσεων Alcimos, υπάρχει σημαντική συσσωρευμένη ζήτηση στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε ακίνητα, η οποία θα μπορούσε να είναι ελκυστική σε επενδυτές που προτίθενται να αναλάβουν κινδύνους. «Η Ελλάδα είναι η μητέρα όλων των ευκαιριών αυτή τη στιγμή», λέει.
Κορυφαία προτεραιότητα
Η αναδιάρθρωση των τραπεζών θα έπρεπε να αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα για την κυβέρνηση. Εν συνέχεια, υπό την προϋπόθεση ότι θα διατηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία και θα συνεχίσει να αποκλείεται ένα Grexit, ο δανεισμός και οι επενδύσεις θα επανέλθουν και οι καταθέσεις θα επιστρέψουν. Ο δρόμος για την ανάκαμψη της Ελλάδας είναι μέσω της τραπεζικής μεταρρύθμισης».
Πηγή: Euro2day