Το γνωστό κοσμηματοπωλείο «Ζολώτας», στο κέντρο της Αθήνας, προσελκύει πολλούς τουρίστες και Έλληνες που έχουν τη δυνατότητα να αλαφρώσουν αρκετά το πορτοφόλι τους δίχως να τους νοιάζει. Κι όμως, το τελευταίο διάστημα η πελατεία έχει αυξηθεί.
Οι πωλήσεις έχουν ανέβει σε αξιοσημείωτο βαθμό και το παράδοξο (;) είναι ότι αρκετοί πελάτες είναι Έλληνες και Ελληνίδες. Με τις τράπεζες να παραμένουν κλειστές και την κρίση να βρίσκεται πάνω από τον ουρανό της Αθήνας, οι καταθέτες αποφασίζουν να κάνουν... πάρτι με τα χρήματά τους υπό το φόβο ότι κάποια στιγμή ενδέχεται να «κουρευτούν».
Ο Guardian και η ανταποκρίτρια Έλενα Σμιθ εστιάζει την προσοχή της στια αγορές που κάνουν οι Έλληνες το τελευταίο διάστημα και αποφαίνεται πως αυτές έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και προτιμήσεις: κοσμήματα, τηλεοράσεις πολλών ιντσών και αυτοκίνητα.
Η Μαριάννα Λε Κλαιρ Παπαλέξη, διευθύνων σύμβουλος του γνωστού κοσμηματοπωλείου, παραδέχεται με τη σειρά της, την αιτία όλης αυτής της ζήτησης: «Φοβούνται ότι οι τράπεζες θα πτωχεύσουν. Το τελευταίο διάστημα έχουμε δει να τοποθετούν τα χρήματά τους σε χρυσό και διαμάντια. Πριν από λίγο καιρό ένας πελάτης μας που θα έλεγα ότι ανήκει στη μεσαία τάξη ήθελε να αγοράσει ένα κόσμημα αξίας ενός εκατομμυρίου ευρώ μέσω τραπεζικού εμβάσματος. Αναγκαστήκαμε να πούμε όχι διότι κι εμείς φοβόμαστε τι μπορεί να συμβεί με τις τράπεζες».
Η Έλενα Σμιθ σκιαγραφεί την παραδοξότητα των αθηναϊκών δρόμων και την αλλαγή συναισθημάτων με εύγλωττο τρόπο: από μια η προθήκη του γνωστού κοσμηματοπωλείου και απέξω ζητιάνοι στο δρόμο να επαιτούν. «Δεδομένου του κλεισίματος των τραπεζών και την επιβολή ελέγχων κεφαλαίων στα μέση του Ιουνίου, η χώρα γνώρισε μια μίνι έκρηξη κατανάλωσης που έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον, έπειτα από έξι χρόνια ύφεσης. Οι πωλήσεις των αυτοκινήτων έχουν ανέβει σημαντικά. Η Ελλάδα βιώνει μια κατάσταση άγχους που μοιάζει με εκείνη που βίωσαν οι Κύπριοι το 2011. Παράλληλα η αύξηση του ΦΠΑ είναι ένας ακόμη λόγος για την τωρινή αύξηση της κατανάλωσης», αναφέρει το ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας.
Η Σοφία Σαράτση που εργάζεται σε κεντρικό κατάστημα πώλησης ηλεκτρικών ειδών στο κέντρο της Αθήνας, προσθέτει τη δική της εμπειρία: «Την περασμένη εβδομάδα αρχίσαμε να πουλάμε ψυγεία, φούρνους και άλλες ηλεκτρικές συσκευές σαν να ήταν ζεστά ψωμάκια». Ήδη, στα καταστήματα της συγκεκριμένης αλυσίδας (και είναι από τις μεγάλες του χώρου) εμφανίζονται ελλείψεις σε είδη λόγω των αθρόων πωλήσεων. Ειδικά οι τηλεοράσεις επίπεδης οθόνης έχουν γίνει ανάρπαστες.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Dixons, Σεμπάστιαν Τζέιμς, προτείνει κι αυτός την εξήγηση της δυνητικής κατάρρευσης του τραπεζικού τομέα που ωθεί κάποιους Έλληνες να σπαταλήσουν τα χρήματά τους τώρα που τα έχουν. Σημειωτέον ότι υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που έχουν προλάβει να αποσύρουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες και τα έχουν αποθηκεύσει στα σπίτια τους.
Ο Λουκάς Ιωάννου, ιδιοκτήτης ενός καταστήματος καφές, δίνει τη δική του οπτική για το θέμα: «Αν δεν είσαι σίγουρος ότι οι τράπεζες θα υπάρχουν και αύριο, γιατί να μην τα πάρεις τα χρήματά σου; Πολλοί θαμώνες του μαγαζιού μου έρχονται εδώ αφού πρώτα έχουν πάει για ψώνια. Θέλουν να προλάβουν ένα κούρεμα. Θέλουν να χρησιμοποιήσουν όσο μπορούν καλύτερα τις αποταμιεύσεις τους».
Κι όλα αυτά, τη στιγμή που το όριο αναλήψεων έχει περιοριστεί στα 60 ευρώ, από την ημέρα που επιβλήθηκαν τα capital controls. Αυτό που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα είναι η χρήση των καρτών και η θέληση των καταθετών να πληρώσουν τους υποχρεώσεις τους – τώρα που ακόμη έχουν απείραχτα τα χρήματά τους. Υπάρχει, πάντως, και μια μερίδα ανθρώπων που αποφασίζουν να επενδύσουν τα χρήματά τους στην εκπαίδευση – ειδικά σε εκπαιδευτικά προγράμματα του ελληνικού πανεπιστημίου. Οι αιτήσεις το τελευταίο διάστημα έχουν ανέβει και σε αυτόν τον τομέα. Ουδέν κακό, αμιγές καλού...