Όποιος χάρηκε, ανακουφίστηκε ή, τέλος πάντων, είδε φως στο τούνελ με τη συμφωνία, η Μέγκαν Γκριν του Politico, προσπαθεί να τον επαναφέρει στη σκληρή πραγματικότητα. Δεν υπάρχει καμία συμφωνία και το Grexit είναι πιο πιθανό παρά ποτέ.
Κόντρα στο ρεύμα, η γνωστή οικονομολόγος εξηγεί την άποψή της λέγοντας πως οι όροι και οι προϋποθέσεις που ακολουθούν τη συμφωνία δεν θα μπορέσουν ποτέ να εκπληρωθούν και από τις δύο πλευρές – τόσο από οικονομικής, όσο και πολιτικής άποψης. «Έτσι, μπορεί το Grexit αυτή την εβδομάδα να έχει ελάχιστες πιθανότητες, λόγω της συμφωνίας, στο μέλλον θα αποκτήσει περισσότερες πιθανότητες», σημειώνει στο άρθρο της.
Για χρόνια, οι δανειστές διατείνονταν πως η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει την κυριότητα του προγράμματος για να έχει επιτυχία. Με τη νέα συμφωνία, αυτό επανέρχεται με πιο επιτακτικό τρόπο, καθώς η Ελλάδα θα περιπέσει σε ύφεση τα επόμενα δύο χρόνια. Παράλληλα, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον ελληνικό λαό να αποδεχθεί αυτές τις προσαρμογές, έπειτα από πέντε χρόνια λιτότητας. Το φάρμακο, αναφέρει το άρθρο, θα είναι πιο πικρό αυτή τη φορά και οι Έλληνες θα πρέπει να το καταπιούν – ειδικά εκείνοι που ψήφισαν «Όχι» στο δημοψήφισμα. Ο Βόλφγκανγκ Μουντσάου, σε πρόσφατο άρθρο του, αυτό ακριβώς εξηγούσε: ένα πρόγραμμα που δεν έχει πολιτική εντολή, δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει πράξη.
Η ταπεινωτική πρόταση
Από την μεριά της, η Γερμανία δεν θεωρεί πως μπήκε σε διαπραγματεύσεις. Ο Σόιμπλε εισήλθε στο Eurogroup με μια ταπεινωτική πρόταση για πενταετές time out. Λες και ήταν ένα παιδί τεσσάρων ετών που δεν συμπεριφέρεται σωστά. Μα, ούτε και η Μέρκελ προσφέρει εμπιστοσύνη για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ.
Επιπλέον, αυτή η συμφωνία θα αλλάξει το ελληνικό πολιτικό σκηνικό σε μεγάλο βαθμό. Στα προηγούμενα προγράμματα, τα θύματα ήταν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ – τώρα είναι η σειρά του ΣΥΡΙΖΑ. Ήδη, τα πρώτα σημαντικά ρήγματα έχουν παρουσιαστεί την ΚΟ του κόμματος, ενώ η συνεργασία με τους ΑΝΕΛ βρίσκεται υπό κρίση. Η πολιτική αστάθεια θα μεγεθύνεται όσο θα επιβάλλονται τα σκληρά και αντιδημοφιλή μέτρα από την κυβέρνηση. «Πώς θα μπορέσει μια κυβέρνηση που ανέβηκε στην εξουσία με στόχο την κατάργηση της λιτότητας, να προωθήσει αυτά τα μέτρα;», διερωτάται η Γκριν.
Τα δύο ερωτήματα
Επιπλέον, θέτει δύο ερωτήματα ως προς την αδυναμία επιτυχίας του προγράμματος και αυτά έχουν να κάνουν με το πρωτογενές πλεόνασμα, την περαιτέρω επιβολή φόρων (για να αυξηθούν τα έσοδα του κράτους) και τις ιδιωτικοποιήσεις μέσω του νέου ταμείου που έχει στόχο τα 50 δισεκατομμύρια ευρώ.
Οι φόροι δεν μπορούν να πληρωθούν από ανθρώπους που έχουν ήδη πληρώσει πάρα πολλά, άρα τα έσοδα δεν θα έρθουν, ούτε και το πρωτογενές πλεόνασμα. Όσο για τις ιδιωτικοποιήσεις, αναφέρει πως η πρόσφατη εμπειρία της Ελλάδας επί του θέματος δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Μα, ακόμη και αν καταφέρει η Ελλάδα, αυτή τη φορά, να πουλήσει τα πάντα και πάλι τα 50 δισεκατομμύρια δεν θα τα φτάσει.
Κατά την Γκριν, είναι θέμα χρόνου να επιστρέψουν όλοι οι πρωταγωνιστές του δράματος στις Βρυξέλλες και να έχουμε πάλι αϋπνίες και μαραθώνιες συζητήσεις – πάλι για το ίδιο θέμα: την Ελλάδα. Μόνο που αυτή τη φορά, και οι δύο πλευρές, θα έχουν ακόμη μικρότερη εμπιστοσύνη στο οπλοστάσιό τους.