Κριτική στις επιδιώξεις της Γερμανίας και των άλλων χωρών που επιδίωξαν μία ταπείνωση της Ελλάδας με την πρόταση για προσωρινή έξοδό της από το ευρώ, άσκησε ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Αυστρίας, Βέρνερ Φάιμαν.
Η κριτική του καγκελάριου της Αυστρίας έγινε σε σημερινές δηλώσεις του μετά την λήξη των μαραθώνιων συνεδριάσεων της έκτακτης Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης στις Βρυξέλλες.
Ο κ. Φάιμαν χαιρέτσε συγχρόνως τη συμφωνία επισημαίνοντας ότι θα είναι «σκληρός» ο δρόμος μέχρι την υλοποίησή της.
Αυτές οι παρενθεσιακές παρατηρήσεις διαγράφηκαν οριστικά, ταπεινώσεις πρέπει να διαγράφονται οριστικά, η ιδέα της Ευρωπαϊκής Ενωσης βασίζεται στο σεβασμό και στην ισοτιμία, και κάποιος, όπως η ΕΕ, που προσλαμβάνει με τόση υπερηφάνεια το Βραβείο Νόμπελ για την Ειρήνη, πρέπει να θέτει στο επίκεντρο την ανθρωπιά και τη δύναμη των αποφάσεων, τόνισε χαρακτηριστικά ο καγκελάριος.
Χαιρετίζοντας τη συμφωνία ως «καλή είδηση», ο κ. Φάιμαν επισήμανε ότι η Ευρωζώνη είναι αρκετά ισχυρή για να βρίσκει λύσεις και βέβαια υπήρξαν πολύ εντατικές προσπάθειες και πολύ αντιπαρατιθέμενες συζητήσεις, ωστόσο το αποτέλεσμα δικαιολογεί τους κόπους, και, κατά την άποψή του, το αποτέλεσμα είναι επίσης θετικό για την κοινωνική συνοχή στην Ελλάδα.
Πρόσθεσε δε, πως η πολιτική διακήρυξη της Συνόδου Κορυφής θα πρέπει τώρα να γίνει αποδεκτή με ψηφοφορία από την ελληνική Βουλή και κάποια συγκεκριμένα μέτρα για τις μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό και στη διοίκηση θα πρέπει να ψηφιστούν επακριβώς, και η Σύνοδος Κορυφής έχει κάνει ένα χρονοδιάγραμμα, σύμφωνα με το οποίο κάποιες αποφάσεις θα πρέπει να παρθούν αυτή την Τετάρτη και κάποιες άλλες την επόμενη εβδομάδα.
Το σημείο που προκάλεσε τις εντονότερες συζητήσεις ήταν το πώς θα καταρτιστεί ένα πρόγραμμα, που θα προβλέπει τη συμβολή της ίδιας της ελληνικής κυβέρνησης ούτως ώστε η Ελλάδα να έχει μεγαλύτερη ανεξαρτησία από τους πιστωτές της, με στόχο την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους, ανέφερε ο κ. Φάιμαν.
Τέλος, ο Αυστριακός καγκελάριος επισήμανε στις δηλώσεις του ότι στην αντιπαράθεση ως προς τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις δεν τέθηκαν πλέον προθεσμίες, έναντι των αρχικά τριών χρόνων, ενώ ο χρόνος υλοποίησης μπορεί να είναι και πάνω από 30 χρόνια, ενώ αρχικά θα πρέπει να εξυπηρετηθούν οι ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών με 25 δισεκατομμύρια ευρώ, κατόπιν το υπόλοιπο να διατεθεί κατά το ήμισυ για απομείωση του χρέους και το άλλο ήμισυ για επενδύσεις.