Με το «Ναι» θα αρχίσει η λύτρωση του ελληνικού λαού, τονίζει ο Αντώνης Σαμαράς ενόψει του δημοψηφίσματος, προβλέποντας ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις.
Μιλώντας στη Real News, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κάλεσε τον ελληνικό λαό να ψηφίσει «"Ναι" στην Ελλάδα, "Ναι" στην Ευρώπη, "Ναι" στο ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας μας και των παιδιών μας».
Και συνεχίζει: «Η κυβέρνηση θέτει σε ένα "δημοψήφισμα"-παρωδία μια πρόταση που δεν υπάρχει πια στο τραπέζι. Σε μια διαπραγμάτευση που η ίδια φρόντισε να την τελειώσει. Κι αφού η ίδια έχει προσυπογράψει πλήρως όλα τα μέτρα λιτότητας -ύψους 8 δισεκατομμυρίων!- τώρα καλεί τον λαό να... τα καταψηφίσει. Ετσι, το μόνο που αφορά το δημοψήφισμα πλέον είναι το "Ναι" ή το "Οχι" στην Ευρώπη και στο ευρώ. Το "Οχι" κόβει οριστικά όλες τις γέφυρες με την Ευρώπη. Το είπαν άλλωστε ρητά όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες. Το "Ναι" κρατά τις προοπτικές της Ευρώπης ανοικτές για την Ελλάδα. Και με το "Ναι" θα μπορέσουμε να αποκαταστήσουμε, σε λίγο χρόνο, την τεράστια ζημιά που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους πέντε μήνες».
Σε ερώτηση για την επόμενη μέρα, ο κ. Σαμαράς υποστήριξε ότι «πρέπει να ξεκινήσουμε με ασφάλεια ξανά τη διαπραγμάτευση, σε νέα βάση πλέον. Και να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία της χώρας μας, που διασύρθηκε στο μεταξύ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε κάτι καλύτερο και μέσα στο ευρώ. Αλλιώς θα βγούμε από το ευρώ και θα χάσουμε ό,τι κέρδισε η Ελλάδα εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Και βεβαίως, μόλις αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία της Ελλάδας πρέπει να διορθώσουμε και τα σφάλματα που έκαναν και οι ίδιοι οι δανειστές. Γιατί κι αυτά τα πλήρωσε ο ελληνικός λαός».
Οσο για το ενδεχόμενο να υπάρξουν εξελίξεις μετά το δημοψήφισμα, επεσήμανε: «Ετσι κι αλλιώς θα υπάρξουν πολιτικές εξελίξεις. Με το "Ναι" θα αρχίσει η λύτρωση του ελληνικού λαού, από την τραγωδία που του προκάλεσαν ο αντι-ευρωπαϊσμός και η ανευθυνότητα της κυβέρνησης. Με το "Οχι" θα έρθουν νέα δεινά. Πολύ χειρότερα απ’ όσα έχουμε ζήσει ως τώρα. Γι’ αυτό και ο ελληνικός λαός στρέφεται πλέον στο "Ναι". Γιατί αρχίζει να αντιλαμβάνεται πόσο κινδυνεύει από τη συνέχιση αυτής της πολιτικής».