Αιχμηρό ήταν το κύριο άρθρο της αυστριακής «Κουρίρ» που φέρει τον τίτλο «Ενα παράτολμο παιχνίδι των ισχυρών της Ευρώπης».
Το άρθρο της μεγάλης σε κυκλοφορία αυστριακής εφημερίδας κάνει λόγο για «αξιοθρήνητη εικόνα» των ισχυρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι εμφανίζονται «διχασμένοι, χωρίς στόχο και αναξιόπιστοι», μετά την κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής για την Ελλάδα, που έληξε χωρίς αποτέλεσμα παρόλο που η ελληνική κυβέρνηση κατέθεσε αξιόλογες προτάσεις που ικανοποιούν τις απαιτήσεις των πιστωτών.
Δεν είναι σαφές τι επιδιώκουν με την αναβλητική τους τακτική οι «θεσμοί» και κάποιοι αρχηγοί κυβερνήσεων, και εάν αυτή έχει εκδικητικά κίνητρα τότε αυτό δεν αρμόζει σε ψύχραιμους πολιτικούς, τονίζει στο άρθρο η επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της εφημερίδας, Μαργκαρέτα Κοπάινιγκ.
Προβάλλοντας τα ερωτήματα «ποιοί είναι οι λόγοι που δεν υπάρχει γρήγορα μια απόφαση», και «που είναι ο ηγετικός ρόλος της Γερμανίδας καγκελάριου», η αρθρογράφος σημειώνει ότι αυτή η αναβλητική συμπεριφορά αποτελεί αίνιγμα και η Σύνοδος στις Βρυξέλλες έδειξε ότι πολλοί δεν θέλουν μια λύση και φλερτάρουν περισσότερο με ένα Grexit χωρίς όμως να σκεφτούν ότι μετά θα χαθούν και τα πολλά δισεκατομμύρια διάσωσης της Ελλάδας, που είναι χρήματα των φορολογούμενων.
Όπως παρατηρεί η ίδια στη συνέχεια, εάν δεν υπάρξει μια λύση για την Ελλάδα την τελευταία στιγμή και το Grexit θα έλθει ως λογικό επακόλουθο, αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν υπεύθυνοι οι οποίοι διακινδυνεύουν ή προκαλούν μια αποτυχία της Ελλάδας και μαζί με αυτή τη δική τους, αντί να τολμήσουν να στρέψουν το βλέμμα προς τα εμπρός.
Όμως, σύμφωνα με την αρθρογράφο, το βλέμμα προς τα εμπρός έχει μόνον κάποιος που γνωρίζει το παρελθόν, καθώς η ιστορική σημασία του εγχειρήματος της ολοκλήρωσης φαίνεται να αφήνει αδιάφορους πολλούς, που δεν χαραμίζουν καμιά σκέψη τους για τον πόλεμο και το Ολοκαύτωμα, αλλά προτιμούν νέες εχθρότητες και εθνικισμούς.
Το κύριο άρθρο της Μαργκαρέτα Κοπάινιγκκατα καταλήγει με το συμπέρασμα ότι αν αποτύχει μια συμφωνία με τους Έλληνες -τυχαία ή ηθελημένα- αυτό θα ευνοούσε με σιγουριά τα ακραία κόμματα, δεξιά και αριστερά, και στην Ελλάδα τους νεοφασίστες.