«Η Ελλάδα θα συνθηκολογήσει» και «τελικά θα υπογράψει μια συμφωνία που είναι πολύ κοντά σε αυτό που απαιτούν οι δανειστές» υποστηρίζει με άρθρο της στην ευρωπαϊκή έκδοση του Politico η Μέγκαν Γκριν.
Κατά την Αμερικανίδα οικονομολόγο, υπάρχουν και καλά και κακά νέα. «Τα καλά νέα είναι ότι πλησιάζει το φινάλε για την Ελλάδα και ως αποτέλεσμα θεωρείται πολύ πιο πιθανό το καλό σενάριο για την Ελλάδα και την ευρωζώνη. Τα κακά νέα είναι ότι το καλό σενάριο για την Ελλάδα παραμένει ένα ιδιαιτέρως δυσάρεστο σενάριο», καθώς «ακόμη και αν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αποδεχθεί όλες τις απαιτήσεις των δανειστών, προκειμένου να αποφύγει τη χρεοκοπία και να καταφέρει να κρατήσει την ενότητα στο κόμμα του και στην κυβέρνηση, η Ελλάδα έχει μπροστά της έναν εξαιρετικά σκληρό δρόμο προς τη δυνητικά βιώσιμη ανάπτυξη».
Η πραγματική προθεσμία λήγει για την Ελλάδα όταν ξεμείνει από ρευστό
Κατά την Γκριν όμως, παρά τα όσα έχουν ακουστεί διά στόματος επίσημων και κορυφαίων Ευρωπαίων αξιωματούχων, η πραγματική καταληκτική ημερομηνία για την Ελλάδα δεν είναι το Eurogroup της 18ης Ιουνίου, αλλά «η ημέρα που η Ελλάδα θα ξεμείνει από ρευστό». «Δεδομένου ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει επιλέξει να ομαδοποιήσει τις δόσεις της προς το ΔΝΤ και να τις αποπληρώσει στο τέλος του μήνα και ότι το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης λήγει στις 30 Ιουνίου, μια συμφωνία πρέπει να επιτευχθεί και να επικυρωθεί από τα επιμέρους κοινοβούλια μέχρι τότε. Δεν θεωρώ ότι κάποιος μπορεί να περιμένει συμφωνία πριν από τότε» εκτιμά.
Δύο είναι λόγοι για τους οποίους θα επιτευχθεί συμφωνία
Ωστόσο, η αρθρογράφος του Politico εμφανίζεται βέβαιη ότι θα επιτευχθεί συμφωνία, και μάλιστα όπως τη θέλουν οι δανειστές, για δύο λόγους.
«Ο πρώτος, σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της Metron Analysis της 3ης και 4ης Ιουνίου, είναι ότι περίπου το 80% των Ελλήνων επιθυμούν η χώρα να παραμείνει στην Ευρωζώνη. Αυτή η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει απολύτως καμία εντολή για να οδηγήσει την Ελλάδα σε Grexit» τονίζει.
«Δεύτερον, ενώ οι περισσότεροι μέσα στη γερμανική κυβέρνηση έχουν χάσει την υπομονή τους με την Ελλάδα, η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ όχι», διευκρινίζει, επισημαίνοντας πως «η προτεζέ του Χέλμουτ Κολ, ενός εκ των αρχιτεκτόνων της Συνθήκης του Μαάστριχτ, η Μέρκελ, δεν επιθυμεί η (πολιτική) κληρονομιά της να είναι ότι επέτρεψε στην Ευρωζώνη να ξεκινήσει να αποσυντίθεται. Στο τέλος της ημέρας, η υπόλοιπη γερμανική κυβέρνηση θα υποταχθεί στην επιθυμία της “Mutti” (σ.σ.: στα γερμανικά σημαίνει “μαμά”)».
Οι δανειστές έχουν καταλάβει ότι η κυβέρνηση Τσίπρα είναι ανίκανη
Οσο για το είδος της συμφωνίας που θα επιτευχθεί, η Γκριν τονίζει ότι θα είναι κοντά στις απαιτήσεις των πιστωτών, καθώς οι τελευταίοι έχουν καταλάβει ότι η κυβέρνηση του Τσίπρα είναι ανίκανη να παρουσιάσει ένα αξιόπιστο πρόγραμμα.
«Επειτα από μήνες αναποφασιστικότητας από την Ελλάδα, αυτοί οι παίκτες (σ.σ.: οι πιστωτές) έχουν ορθώς καταλάβει ότι η κυβέρνηση του Τσίπρα ήταν ανίκανη να εκπονήσει ένα αξιόπιστο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων κι έτσι θα πρέπει να το κάνουν οι ίδιοι» αναφέρει χαρακτηριστικά.
«Η ελληνική κυβέρνηση έχει απορρίψει την πρόταση-τελεσίγραφο (take-it-or-leave-it proposal). Ο διαπραγματευτικός χώρος ελιγμών για την Ελλάδα είναι μικρός και οι πιστωτές της επιμένουν να προσθέτουν αριθμούς. Αν η Ελλάδα αρνείται το ένα μέτρο, πρέπει να φέρει άλλο ισοδύναμο για τη δημοσιονομική προσαρμογή» προσθέτει.
Ακόμη και το ρόδινο σενάριο είναι επώδυνο για την Ελλάδα, αλλά καλύτερο από το Grexit
Κατά την Αμερικανή οικονομολόγο, «ένα ρόδινο σενάριο για την Ελλάδα είναι ότι θα καταφέρει να καταλήξει σε συμφωνία που θα περιέχει μεταρρυθμίσεις οι οποίες βρίσκονται κάπου μεταξύ αυτών που προτείνει η ίδια και αυτό που απαιτούν οι δανειστές. Ακόμη, όμως, και αυτό θα απαιτεί περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή για την Ελλάδα, με περικοπές δαπανών και υψηλότερους φόρους». Η εκτίμηση της Γκριν είναι ότι και με το ρόδινο σενάριο, η ελληνική οικονομία «θα συρθεί σε περαιτέρω συρρίκνωση» την ώρα που κατά τα τελευταία πέντε χρόνια έχει ήδη συρρικνωθεί κατά 25%.
Και όπως και πολλοί άλλοι αναλυτές έτσι και Γκριν τονίζει ότι «πουθενά αλλού, τα επώδυνα αποτελέσματα μιας συμφωνίας δεν είναι τόσο προφανή όσο στο συνταξιοδοτικό», ενώ «οποιαδήποτε συμφωνία και να υπάρχει στο τραπέζι για την Ελλάδα, θα είναι πάντα επώδυνη επειδή ακριβώς δεν προβλέπει κανένα είδος ελάφρυνσης του χρέους» το οποίο το χαρακτηρίζει «ξεκάθαρα μη βιώσιμο και πρέπει εν τέλει να διαγραφεί».
Οπως και να 'χει όμως, μια πολύ κακή συμφωνία είναι πολύ καλύτερη από το τίποτα, κατά την αρθρογράφο του Politico κι αυτό διότι «οι εναλλακτικές για την Ελλάδα είναι πολύ χειρότερες για όλους τους εμπλεκόμενους».
Τι θα συμβεί αν δεν υπάρξει συμφωνία
Χωρίς συμφωνία, το πρώτο πράγμα που θα συμβεί είναι η ΕΚΤ να σταματήσει και την τελευταία ανάσα ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες, τον ELA. Ετσι, θα επιβληθεί έλεγχος κεφαλαίων (capital controls). Τα capital controls με τη σειρά τους, θα αναγκάσουν την Ελλάδα η οποία αφενός θα έχει μια οικονομία σε συστολή κι αφετέρου δεν θα έχει καμία προοπτική για εξωτερική χρηματοδότηση, να τυπώσει χρήμα, στο δικό της νόμισμα, προκειμένου να πληρωθούν σε πρώτη φάση οι δημόσιοι υπάλληλοι.
Κάνουν λάθος όσοι υποστηρίζουν ότι ένα Grexit είναι διαχειρίσιμο
Για την Γκριν, το Grexit δεν είναι συνετή επιλογή και τονίζει πως «κάνουν λάθος» οι συνάδελφοί της που υποστηρίζουν πως μια ελληνική έξοδος από την ευρωζώνη είναι διαχειρίσιμη κι αυτό διότι, «η ΕΚΤ δεν θα μπορεί να αγοράζει όποια ομόλογα θέλει, όποτε θέλει, επειδή είναι δεσμευμένη από το λεγόμενο “capital key”». Το capital key είναι η κλείδα κατανομής για την εγγραφή στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δηλαδή το μερίδιο κεφαλαίων στη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα της κάθε Κεντρικής Τράπεζας της κάθε χώρας-μέλους της ευρωζώνης.
«Αυτό θα μπορούσε να αναδειχθεί σε πραγματικό πρόβλημα την επόμενη φορά που η ευρωζώνη θα έχει μια κυκλική ύφεση και η Ιταλία για παράδειγμα παρουσιάσει προβλήματα. Ενα Grexit θα μπορούσε να χτυπήσει τον κώδωνα του κινδύνου για τον θάνατο της κοινής νομισματικής ζώνης».
Από τον Σεπτέμβριο θα ξεκινήσουν όλα από την αρχή
«Οπως και να 'χει, η Ελλάδα έχει έναν μακρύ δύσκολο δρόμο μπροστά της. Το λιγότερο επώδυνο μονοπάτι για την Ελλάδα είναι να υπογράψει μια συμφωνία κοντά σε αυτά που προτείνουν οι δανειστές. Το ευχάριστο είναι ότι αυτή είναι η πιο πιθανή διαδρομή. Το δυσάρεστο είναι ότι αυτό όχι μόνο θα προκαλέσει περισσότερη λιτότητα και διάβρωση της όποιας δικλείδας κοινωνικής ασφάλειας είχε απομείνει στην Ελλάδα, αλλά θα παρέχει ρευστότητα μόνο μέχρι τον Σεπτέμβριο πάνω-κάτω. Ετσι, από εκείνο το σημείο κι έπειτα περιμένουμε να ξαναρχίσουν τα ίδια από την αρχή, και δούμε την Ελλάδα και τους πιστωτές της να προσπαθούν να διαπραγματευτούν ξανά ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης» καταλήγει η Γκριν.