Η αβεβαιότητα, η έλλειψη ρευστότητας και η στασιμότητα, εν ολίγοις «η οικονομική κατάρρευσης της Ελλάδας» έχει και τη «φωτεινή πλευρά» της για την ίδια την Ελλάδα, υποστηρίζει ο ανταποκριτής του Politico στη Γερμανία Matthew Κarnitschnig.
O επικεφαλής των ανταποκριτών στη Γερμανία της ευρωπαϊκής έκδοσης του Politico αιτιολογεί την άποψή του με το επιχείρημα ότι «μια οικονομία που κατρακυλάει μπορεί να βοηθήσει την Αθήνα να κερδίσει περισσότερες παραχωρήσεις από τους πιστωτές της», υποστηρίζοντας πως τώρα «η Ελλάδα έχει ένα νέο άσο στο μανίκι της ενώ προσπαθεί να πείσει τους δανειστές να χαλαρώσουν τους όρους του προγράμματος διάσωσής της». Αυτός δεν είναι άλλος από «μια σπειροειδή οικονομία», όταν ο ένας τομέας της αλληλοσυνδέεται με τον άλλο επηρεάζοντάς τον καταλυτικά είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω. Οταν πέφτει ο ένας, πέφτουν όλοι...
«Τέσσερις μήνες άκαρπων συνομιλιών μεταξύ των αριστερών ηγετών της Ελλάδας και των δανειστών έχουν χτυπήσει την οικονομία, εμποδίζοντας την σε πρώιμο στάδιο ανάκαμψη και ρίχνοντάς την πίσω στην ύφεση» προσθέτει ο δημοσιογράφος του Politico, παραθέτοντας σε αυτό το σημείο τις προβλέψεις του ΟΟΣΑ για το 2015, οι οποίες πριν από δύο ημέρες αναθεωρήθηκαν επί τα χείρω για την Ελλάδα.
«Η αβεβαιότητα που σχετίζεται με το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, επιδεινώνοντας τις συνθήκες ρευστότητας, έχει υποσκάψει την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των επενδυτών» είχε σχολιάσει ο ΟΟΣΑ. Ο Κarnitschnig σπεύδει να διευκρινίσει τι σημαίνει η πρόταση αυτή, παραθέτοντας τις δηλώσεις του οικονομολόγου της Berenberg Bank του Λονδίνου Κρίστιαν Σουλτς. Με άλλα λόγια, «η ελληνική οικονομία “πέφτει από τον γκρεμό”. Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι το χρέος, αλλά η οικονομία».
Το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος, αλλά η οικονομία
Ο Κarnitschnig εξηγεί ότι την ώρα που η Ελλάδα ξεμένει από ρευστό, η «συμφωνία παραμένει απατηλή», και επισημαίνει ότι οι όποιες ελπίδες για αντιστροφή της κατάστασης το 2014, έπειτα από 6 χρόνια ύφεσης, «υπονομεύθηκαν από την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ» στην εξουσία τον Ιανουάριο. Ετσι, «η ύφεση στην οικονομία σημαίνει ότι το σύνολο των προβλέψεων στις οποίες στηρίζεται η συμφωνία διάσωσης της Ελλάδα έχουν ξεφύγει από τα νούμερα».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της κλιμακούμενης αυτής οικονομίας είναι το εξής κατά τον δημοσιογράφο του Politico: «Οι αρχιτέκτονες του προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας ανέμεναν 2,9% ανάπτυξη αυτό τον χρόνο και 4% το 2016. Αν δεν σημειώνεται ανάπτυξη, τα έσοδα από τη φορολογία υποχωρούν και η κυβέρνηση δυσκολεύεται πολύ να πιάσει τους στόχους του προϋπολογισμού».
«Αυτός είναι και λόγος που» κατά τον Κarnitschnig «οι πιστωτές της Ελλάδας έχουν δηλώσει ότι θα προχωρήσουν σε προσαρμογές στη συμφωνία, όπως το να χαμηλώσουν τον πήχυ των πλεονασμάτων». Αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο και μια «αναγνώριση της οικονομικής πραγματικότητας παρά παραχωρήσεις» εξηγεί.
«Οι θεσμοί προσαρμόζονται στην πραγματική κατάσταση» υποστηρίζει από την πλευρά του στο Politico o Μάνος Γιακουμής, επικεφαλής αναλυτής στο πολιτικοοικονομική εταιρεία ανάλυσης Μακρόπολις. «Οι νέοι στόχοι πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις τρέχουσες εξελίξεις και να προσαρμόσουν αναλόγως τις απαιτήσεις. Πρέπει να είναι λογικές και εφικτές» προσθέτει.
Τέλος, κατά τον δημοσιογράφο του Politico, ένα ζήτημα-κλειδί είναι το τραπεζικό σύστημα από το οποίο έχουν κάνει φτερά στο διάστημα Δεκεμβρίου-Απριλίου περί τα 35 δισ. ευρώ υπό τη μορφή εκροών καταθέσεων. Ωστόσο, τα μετρητά αυτά δεν έχουν βγει στο εξωτερικό, αλλά παραμένουν εντός της χώρας. «Αν η κυβέρνηση καταφέρει να εξασφαλίσει μια συμφωνία με τους πιστωτές, οι Ελληνες πιθανότατα θα ξαναβάλουν πίσω αυτά τα λεφτά στις τράπεζες, βοηθώντας έτσι στο να σταθεροποιηθεί το ξεχαρβαλωμένο τραπεζικό σύστημα. Αν δεν το κάνουν, τότε είναι πιθανό η Ελλάδα να στραφεί ξανά στην Ευρώπη για ακόμα περισσότερη βοήθεια».