Η ΕΚΤ έχει το «ισχυρό» χαρτί στην παρτίδα πόκερ που παίζεται ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της. Το ζήτημα είναι αν ο Μάριο Ντράγκι είναι αποφασισμένος να το χρησιμοποιήσει. Αν το κάνει, η Ελλάδα δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να τυπώσει νέο νόμισμα.
Σε αυτή τη δύσκολη παρτίδα αναφέρεται το BBC, εστιάζοντας στον ισχυρό παράγοντα του παιχνιδιού που είναι η ΕΚΤ. Το βρετανικό δίκτυο αναφέρει ευθύς εξαρχής πως ο Ιταλός τραπεζίτης δεν φαίνεται διατεθειμένος να χρησιμοποιήσει τον άσο στο μανίκι του.
Το φαινόμενο της εκροής καταθέσεων από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα τείνει να αποκτήσει χαρακτήρα αστάθειας και προβληματίζει όλους τους παράγοντες. Και τούτο διότι όσο οι τράπεζες στηρίζονται στον ELA, περαιτέρω αφαίρεση καταθέσεων από τη μεριά των αποταμιευτών θα δημιουργήσει πρόβλημα στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Το ατού
Κατά το BBC, το ατού που έχει η Φρανκφούρτη είναι ότι αυτό παρέχει την όποια ρευστότητα στην Αθήνα. Θα μπορούσε να συνεχίσει να την παρέχει ή θα μπορούσε να τη διακόψει. Θα το κάνει, όμως; Τυπικά, ο ELA προσφέρεται για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα σε φερέγγυες τράπεζες που αντιμετωπίζουν ένα προσωρινό πρόβλημα ρευστότητας. Αν το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αντιμετώπιζε τις ελληνικές τράπεζες ως μη φερέγγυες, τότε θα έπρεπε να τραβήξει το βύσμα. Και πάλι αναφύεται το ερώτημα αν θα το έκανε.
«Μια αρχή που καθορίζει τον ELA είναι ότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να δανείσει ή να στηρίξει τράπεζες που πρόκειται να χρεοκοπήσουν. Στην πράξη, όμως, δεν είναι πάντα εύκολο να προσδιοριστεί εάν μια τράπεζα κινδυνεύει με χρεοκοπία ή απλώς αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα ρευστότητας. Γνωρίζουμε τι ακριβώς συνέβη στην Κύπρο, άρα η ΕΚΤ έχει τη συγκεκριμένη περίπτωση ως υπόδειγμα. Η ΕΚΤ απείλησε δημοσίως τις κυπριακές τράπεζες πως θα τερματίσει τον παρεχόμενο ELA, αν δεν υπάρξει πρόγραμμα διάσωσης. Παρόμοια απειλή υπήρξε και στην Ιρλανδία. Για την Ελλάδα, η άποψη της ΕΚΤ είναι ότι οι τράπεζές της βρίσκονται σε προσωρινή δυσκολία. Όπως είχε πει το εκτελεστικό μέλος της ΕΚΤ, Peter Praet, τον Απρίλιο, ''οι ελληνικές τράπεζες είναι φερέγγυες, αλλά η αλήθεια είναι ότι αντιμετωπίζουν μια αγχωτική κατάσταση''», αναφέρει το άρθρο.
Τοξική σχέση
Εν συνεχεία το άρθρο αναφέρει πως υπάρξει μια τοξική σχέση της ελληνικής κυβέρνησης με τις τράπεζες, από τη στιγμή που οι τελευταίες κατέχουν κρατικά ομόλογα και μερικά από τα κεφάλαιά τους εξαρτώνται από το ελληνικό κράτος. Έτσι, αν η Ελλάδα αθετήσει τις οφειλές της, οι τράπεζές της θα έχουν με τη σειρά τους ζημιά.
Ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει τη φερεγγυότητα των τραπεζών είναι η απόδοση της ελληνικής οικονομίας. Όσο χειροτερεύει, τόσα περισσότερα δάνεια επιχειρήσεων και νοικοκυριών δεν πρόκειται ποτέ να αποπληρωθούν. Αν σε κάποιο σημείο η ΕΚΤ καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι τράπεζες ετοιμάζονται να χρεοκοπήσουν, τότε μπορεί να ζητήσει από την Τράπεζα της Ελλάδας να απενεργοποιήσει τις «βρύσες».
Τι θα γίνει αν τραβήξει το βύσμα
Στο ερώτημα τι θα συμβεί σε αυτή την περίπτωση, η απάντηση του ΒΒC είναι προφανής: θα καταρρεύσουν οι τράπεζες. Η Ελλάδα θα μπορούσε να επιβάλει δημοσιονομικούς ελέγχους, όπως έκανε η Κύπρος, αλλά και αυτό δεν θα έσωζε τα πράγματα. Η ειδική τραπεζική αναλύτρια, Φράνσες Κόπολα, σημειώνει πως η Ελλάδα θα αναγκαζόταν να εκδώσει νέο νόμισμα και ουσιαστικά θα έβγαινε από το ευρώ – έστω και προσωρινά.
Δραματικές συνέπειες
Όλα τα τα παραπάνω δείχνουν πως το ατού της ΕΚΤ είναι δεδομένο και αν αποφάσιζε να παίξει το χαρτί της, οι συνέπειες για την Ελλάδα θα ήταν βαθιά πολιτικές και σίγουρα δραματικές. Από νομική άποψη, θα ήταν ασυμβίβαστο η Ελλάδα να παραμείνει στην ΕΕ από τη στιγμή που δεν θα ήταν στο ευρώ. Άρα, γράφει το άρθρο, θα μπορούσε να βρεθεί κοντά στη Ρωσία και την Κίνα.
Βέβαια, υπάρχει και η ενσωματωμένη ιδέα, εντός της Ευρωζώνης, ότι η απόφαση συμμετοχής στο ευρώ είναι μια απόφαση αμετάκλητη. Άρα, αν μια χώρα αποχωρούσε, αυτομάτως θα είχε πολιτικές επιπτώσεις και θα συνιστούσε παρέμβαση της ΕΚΤ πέραν των αρμοδιοτήτων της.
Κύριο καθήκον της ΕΚΤ υποτίθεται πως είναι να σταθεροποιεί τις τιμές και όχι να επαναχαράζει τον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης. Γι' αυτό η Φρανκφούρτη θα προτιμούσε να μην μετέχει στο παιχνίδι, ή, ακόμη καλύτερα, να μην υπήρχε καν παιχνίδι στο τραπέζι.