Εκεί που το φαγητό γίνεται απόλαυση.
Ενα από τα πιο ξακουστά εστιατόρια του Λονδίνου, στο οποίο έχουν γευματίσει οι διάσημοι όλου του κόσμου, άνοιξε και πάλι τις πόρτες του μετά από πέντε μήνες ανακαίνισης.
Αποπνέοντας τον αέρα του παλιού καλού Λονδίνου, το Ivy είναι ακόμα πιο φωτεινό, πιο κομψό, πιο αριστοκρατικό και έτοιμο να υποδεχτεί και να καλωσορίσει τους επισκέπτες του.
Ο Fernando Peire, διευθυντής του εστιατορίου δούλεψε για πρώτη φορά στο Ivy το 1990 και είναι έτοιμος για όλα.
Ακόμα υπάρχουνε οι μνήμες από την πριγκίπισσα Μαργαρίτα, τη νεότερη αδερφή της Βασίλισσας Ελισάβετ, να δειπνεί εκεί. Οπως και από τον μυθιστοριογράφο, Σαλμάν Ρουσντί, για τον οποίο εκδόθηκε «φετφά», δηλαδή ένα δεσμευτικό διάταγμα, με το οποίο κάθε καλός μουσουλμάνος έχει το ιερό καθήκον να τον σκοτώσει. Την εκτέλεσή του είχε ζητήσει ο θρησκευτικός ηγέτης Αγιατολάχ Χομεϊνί.
«Δεν είμαστε ένα εστιατόριο που επιτρέπει την ύπαρξη ανθρώπων ασφάλειας με εξαίρεση, για παράδειγμα την πριγκίπισσα Μαργαρίτα, που είχε ένοπλους ανθρώπους σε ένα γωνιακό τραπέζι και τον Σαλμάν Ρουσντί, τους οποίους έπρεπε να βάλω τον έναν δίπλα στον άλλο», ανέφερε ο Peire.
Χαρακτηριστικό είναι πως κάθε φορά που έβαζε ο Peire ανθρώπους να κάθονται σε διπλανό τραπέζι από τους μυστικούς, τους έλεγε: «Να σας προειδοποιήσω πως αυτοί οι άνδρες που κάθονται δίπλα σας είναι οπλισμένοι, δεν θέλω αυτή η νύχτα να καταλήξει με πυροβολισμούς».
Αυτό ήταν και το καλύτερο σημείο της βραδιάς για τον σημερινό διευθυντή του Ivy.
Συνεχίζοντας, αποκαλύπτει πως η πριγκίπισσα ήταν μια απλή πελάτης σαν όλους τους άλλους. Μάλιστα, μια φορά, όπως σημειώνει, ο Peire «περίμενε στο μπαρ μέχρι να ετοιμαστεί το τραπέζι».
«Κάποιοι πελάτες ήταν κάπως καυστικοί, επειδή ερχόντουσαν από το θέατρο και είχαν να φάνε από το μεσημέρι, όταν τους έλεγα πως έπρεπε να περιμένουν. Αρχιζαν να τρελαίνονται και να λένε πως έχουν κλείσει τραπέζι και πως θέλουν να κάτσουν τη στιγμή που το ζητάνε», αναφέρει ο Peire μιλώντας για μια τυπική βραδιά στο εστιατόριο, θέλοντας, παράλληλα, να αναδείξει την ξεχωριστή αντίδραση της πριγκίπισσας.
«Η χρυσή πριγκίπισσα Μαργαρίτα καθόταν απλά στο μπαρ και έπινε το ουίσκι της. Οταν οι «φασαριόζοι» αντιλαμβανόντουσαν την παρουσία της δημιουργείτο σιωπή και τελικά κατέληγαν χαρούμενοι να κάθονται στο μπαρ».
Το μικροσκοπικό μπαρ της εισόδου δεν υπάρχει πια. Πλέον περπατάς κατευθείαν στο κύριο μέρος για να γευματίσεις, το οποίο είναι ακόμα πιο φωτεινό με τα βιτρό τζάμια.
Περίπου στη μέση του εστιατορίου υπάρχει το μπαρ με 20 θέσεις για όσους θέλουν να απολαύσουν το ποτό τους, όσο περιμένουν.
Η λίστα αναμονής για να κλείσεις τραπέζι είναι τεράστια. Αμα έχεις κάποιο γνωστό τότε τα πράγματα γίνονται λίγο πιο εύκολα.
«Ηταν κάποια στιγμή που αν δεν ήσουν τρομερά διάσημος ή σούπερ δικτυωμένος δεν μπορούσες να φας στο Ivy σε ώρα αιχμής, επειδή είναι κάτι σαν κλαμπ», επιβεβαιώνει ο Peire.
Ο διεθυντής του εστιατορίου περιγράφει με γλαφυρότητα ένα βράδυ που είχαν κάτσει στο εστιατόριο ο Σιλβέστερ Σταλόνε και Αρνολντ Σβατζενέγκερ μαζί με ένα πολύ μεγάλο όνομα των δημοσίων σχέσεων.
«Το τραπέζι θα ήταν για περίπου 6 άτομα. Δεν μπορούσαμε να τους εξυπηρετήσουμε, αλλά πίστευα πως θα ήταν καλό για το μαγαζί να είναι εδώ. Σπρώχναμε πράγματα, τα στριμώχναμε για να μπορούν να χωρέσουν», περιγράφει.
Ο ανταγωνισμός, πλέον, είναι μεγάλος αλλά το Ivy δεν τους φοβάται. Ολα είναι μόδα και αυτό που θα μείνει και πάλι αναλλοίωτο είναι το διαχρονικό.
Τα ίχνη της ιστορίας του Ivy ξεκινούν από το 1916 και γρήγορα έγινε ένα από τα αγαπημένα με τους ηθοποιούς, χάρις στην εγγύτητά του με τα θέατρα του West End του Λονδίνου. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών, έχει παραμείνει ένα από τα αγαπημένα των celebrities, αν και η νέα του εμφάνιση χρονολογείται από το 1990 όταν και το ανέλαβαν ο Chris Corbin και ο Jeremy King.
Το πούλησαν και άνοιξαν το Wolseley, ένα άλλο στέκι διασημοτήτων. Πλέον ανήκει στον επιχειρηματία Richard Caring.
Ο Peire, ο οποίος γεννήθηκε στο Γιβραλτάρ και σπούδασε στο Latymer Grammar School στο Λονδίνο και στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ , εντάχθηκε το 1990 ως Ανώτερος Maître d '. Εγκατέλειψε το Ivy μετά από οκτώ χρόνια και επέστρεψε το 2007 ως διευθυντής.
Αν ποτέ σας βγάλει ο δρόμος σας στο Λονδίνο, επισκεφτείτε το Ivy. Εκπληξη θα σας κάνουν το προσιτό και καθόλου υπερφυσικά γκουρμέ μενού του για την ποιότητα και την ιστορία του εστιατορίου – ένα μπέργκερ κοστίζει 18 ευρω- και το καθόλου σνομπ και πολύ φιλικό προσωπικό του.
Το Ivy συνδυάζει με απόλυτη αρμονία την αριστοκρατία του Λονδίνου με μια μοντέρνα πνοή μέσα στη σύγχρονη μητρόπολη της Ευρώπης.
Μαικλ Κορς, Κέιτ Χάντσον και Ούμα Θέρμαν, κάποιοι από τους επισκέπτες του