Το σχέδιό του για την βιώσιμη ανάπτυξη της Ελλάδας αναλύει σε άρθρο του στην ιστοσελίδα «Project Syndicate» ο υπουργός Οικονομικών.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης σε ένα εκτενές κείμενο μιλάει για την προοπτική δημιουργίας αναπτυξιακής τράπεζας, αλλά και «κακής» τράπεζας και αναλύει τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να έλθουν επενδύσεις στη χώρα.
Γράφει ο υπουργός Οικονομικών:
«Μήνες διαπραγματεύσεων μεταξύ της κυβέρνησής μας και το ΔΝΤ, την ΕΕ και την ΕΚΤ έχουν φέρει μικρή πρόοδο. Ενας από τους λόγους είναι πως όλες οι πλευρές επικεντρώνονται κυρίως στις δεσμεύσεις που πρέπει να απορρέουν από την επόμενη ένεση ρευστότητας και όχι σε ένα όραμα του πως η Ελλάδα μπορεί να αναρρώσει και να αναπτυχθεί βιώσιμα. Εάν πρόκειται να ξεπεράσουμε το σημερινό αδιέξοδο θα πρέπει να οραματιστούμε μια υγιή ελληνική οικονομία.
Η βιώσιμη ανάρρωση απαιτεί συνεργιστικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα απελευθερώσουν τις σημαντικές προοπτικές της χώρας αφαιρώντας τα εμπόδια σε αρκετούς τομείς: Παραγωγικές επενδύσεις, παροχή πιστώσεων, καινοτομία, ανταγωνισμός, κοινωνική ασφάλιση, δημόσια διοίκηση, δικαστικός τομέας, αγορά εργασίας, πολιτιστική παραγωγή και δημοκρατική διακυβέρνηση
Επτά χρόνια αποπληθωρισμού χρέους, που ενισχύονται από την προσδοκία της αιώνιας λιτότητας, έχουν αποδεκατίσει τις ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις και έχουν επιβάλλει στις αγχωμένες, εύθραυστες τράπεζες να σταματήσουν να δανείζουν. Με την κυβέρνηση να μην έχει δημοσιονομικό χώρο και τις ελληνικές τράπεζες επιβαρυμένες από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, είναι σημαντικό να κινητοποιήσουμε τα εναπομείναντα περιουσιακά στοιχεία του κράτους και να «ξεκολλήσουμε» την ροή τραπεζικής πίστωσης προς υγιή μέρη του ιδιωτικού τομέα.
Για να επαναφέρουμε τις επενδύσεις και τις πιστώσεις σε επίπεδα λιγότερο συνεπή με την ταχύτητα οικονομικής διαφυγής, μια Ελλάδα που ανακάμπτει θα πρέπει να έχει δύο νέους δημόσιους θεσμούς που θα δουλεύουν παράλληλα με τον ιδιωτικό τομέα και τους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς: Μια αναπτυξιακή τράπεζα η οποία θα διαχειρίζεται τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία και μια «κακή τράπεζα» (bad bank) η οποία θα δίνει τη δυνατότητα στο τραπεζικό σύστημα να «δραπετεύσει» από τα μη-προσοδοφόρα περιουσιακά του στοιχεία και να επαναφέρει την ροή πιστώσεων σε επικερδείς εταιρείες προσανατολισμένες στις εξαγωγές.
Φανταστείτε μια αναπτυξιακή τράπεζα με μοχλό την πρόσθετη ασφάλεια που θα περιλαμβάνει τα μετά των ιδιωτικοποιήσεων κεφάλαια που θα έχει διατηρήσει το κράτος και άλλα περιουσιακά στοιχεία (για παράδειγμα ακίνητα), τα οποία θα μπορούν πολύ εύκολα να γίνουν πιο πολύτιμα μέσω της αναμόρφωσης των δικαιωμάτων χρήσης τους. Φανταστείτε να συνδέει την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και το Σχέδιο Γιούνκερ (315 δισ. ευρώ) με τον ελληνικό ιδιωτικό τομέα. Αντί να θεωρούνται ως ξεπούλημα για κλείσουν δημοσιονομικές τρύπες, οι ιδιωτικοποιήσεις θα μπορούσαν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα.
Φανταστείτε, επιπλέον, η «bad bank» να βοηθάει τον οικονομικό τομέα, ο οποίος έχει ανακεφαλαιοποιηθεί γενναιόδωρα από το «στράγγισμα» των Ελλήνων φορολογούμενων εν μέσω κρίσης, για να «διώξει» τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και να «ξεκλειδώσει» τη ρευστότητα. Σε συνδυασμό με τη θετική συμβολή της αναπτυξιακής τράπεζας, οι ροές πιστώσεων και επενδύσεων θα «πλημμυρίσουν» τις, μέχρι σήμερα, ξηρές σφαίρες της ελληνικής οικονομίας βοηθώντας, τελικά, την «κακή τράπεζα» να γίνει επικερδής και «καλή».
Τέλος, φανταστείτε το αποτέλεσμα όλων αυτών στο οικονομικό, δημοσιονομικό και κοινωνικό σύστημα της Ελλάδας: Με τις τραπεζικές μετοχές στα ύψη, οι απώλειες του κράτους από την ανακεφαλαιοποίησή τους θα εξαφανιστούν.
Την ίδια ώρα, τα μερίσματα της αναπτυξιακής τράπεζας θα διοχετευθούν στα συνταξιοδοτικά ταμεία (που υποφέρουν εδώ και καιρό), τα οποία έχασαν απότομα τα κεφάλαιά τους το 2012 (εξαιτίας του «κουρέματος» των κρατικών ομολόγων).
Σε αυτό το σενάριο, το έργο της ενίσχυσης της κοινωνικής ασφάλισης θα ολοκληρωθεί με την ενοποίηση των συνταξιοδοτικών ταμείων, το κύμα εισφορών που θα ακολουθήσει από την άνοδο της εργασίας και την επιστροφή σε κανονική εργασία εργατών που είχαν αποκλειστεί από κανονικές μορφές εργασίας από την βίαιη απορρύθμιση της αγοράς τα προηγούμενα χρόνια.
Μπορεί κάποιος εύκολα να φανταστεί την Ελλάδα να ανακάμπτει γρήγορα ως αποτέλεσμα αυτής της στρατηγικής.
Σε έναν κόσμο έξτρα χαμηλών αποδόσεων, η Ελλάδα θα μπορούσε να φανεί ως η τέλεια ευκαιρία, κρατώντας μια σταθερή ροή από εισερχόμενες άμεσες ξένες επενδύσεις. Αλλά γιατί αυτό θα είναι διαφορετικό από τις προ του 2008 εισροές κεφαλαίων που τροφοδότησαν την τροφοδοτούμενη από το χρέος οικονομική ανάπτυξη. Θα μπορούσε ένα άλλο μακροοικονομικό σχέδιο-Πόντσι να αποφευχθεί;
Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης στο στιλ της εποχής Πόντσι, οι εισροές κεφαλαίων διοχετεύονταν από τις εμπορικές τράπεζες σε μια φρενίτιδα κατανάλωσης και από το κράτος σε ένα όργιο ύποπτων προμηθειών και ολοκληρωτικής ασωτίας. Για να εξασφαλίσουμε πως αυτή τη φορά θα είναι διαφορετικά, η Ελλάδα πρέπει να μεταρρυθμίσει την κοινωνική της οικονομία και το πολιτικό σύστημα. Η δημιουργία νέας φούσκας δεν είναι η εικόνα που έχει η δική μας κυβέρνηση για την ανάπτυξη.
Αυτή τη φορά, αντιθέτως, η νέα αναπτυξιακή τράπεζα θα είχε την πρωτοκαθεδρία στο να διοχετεύσει τους σπάνιους «τοπικούς» πόρους σε επιλεγμένες παραγωγικές επενδύσεις. Αυτό περιλαμβάνει start-ups (νεοφυείς επιχειρήσεις), εταιρείες πληροφορικής, Διαδικτύου και πληροφοριών (IT) που χρησιμοποιούν το τοπικό ταλέντο, οργανικές-αγροτικές μικρού και μεσαίου μεγέθους εταιρίες, φαρμακευτικές με προσανατολισμό τις εξαγωγές, προσπάθειες να προσελκυστεί η διεθνής βιομηχανία κινηματογράφου για γυρίσματα σε ελληνικά τοπία και εκπαιδευτικά προγράμματα που θα εκμεταλλεύονται την ελληνική πνευματική παραγωγή και τις ιστορικές τοποθεσίες.
Παράλληλα, οι ρυθμιστικές αρχές της Ελλάδας θα επαγρυπνούν για τις πρακτικές του εμπορικού δανεισμού, τη στιγμή που ένα φρένο χρέους θα αποτρέψει την κυβέρνησή μας από το να επιδίδεται σε παλιές, κακές συνήθειες, εξασφαλίζοντας ότι το κράτος μας δεν θα διολισθήσει ξανά σε πρωτογενή ελλείμματα. Τα καρτέλ, οι αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές τιμολόγησης, τα ανόητα κλειστά επαγγέλματα και μια γραφειοκρατία που έχει μετατρέψει παραδοσιακά το κράτος σε δημόσια απειλή σύντομα θα ανακαλύψουν ότι η κυβέρνησή μας είναι ο χειρότερος αντίπαλός της.
Τα εμπόδια του παρελθόντος στην ανάπτυξη αν μια ανίερη συμμαχία ανάμεσα σε συμφέροντα ολιγαρχών και πολιτικών κομμάτων, σκανδαλωδών συμβάσεων, πελατειακών σχέσεων, μονίμως «σπασμένα» μίντια, υπερβολικά βολικές τράπεζες, αδύναμες φορολογικές αρχές και ένα υπερφορτωμένο και τρομακτικό σύστημα δικαιοσύνης. Μόνο το έντονο φως της δημοκρατικής διαφάνειας μπορεί να απομακρύνει τέτοια εμπόδια. Η κυβέρνησή μας είναι αποφασισμένη να την βοηθήσει να λάμψει ξανά».