Πόσο δύσκολο είναι να είναι κανείς επιχειρηματίας στην Ελλάδα της κρίσης; Και αν τα καταφέρει μπορεί να «χαρεί» τα κέρδη του; Τι σημαίνει η απουσία της πολιτικής έκφρασης των επιχειρηματιών; Και ποιος ο ρόλος που παίζει στην εξέλιξη του επιχειρείν στην Ελλάδα;
Στα ερωτήματα αυτά επιχειρεί να δώσει απαντήσεις προς το αγγλόφωνο κοινό, ο Μάρκος Βερέμης, ο Ελληνας που αναδείχθηκε επιχειρηματίας της χρονιάς για το 2013, με άρθρο του στους «Finacial Times», γράφοντας για την «πραγματικότητα του να προσπαθείς να στήσεις μια επιχείρηση στην Ελλάδα σήμερα». Ο ίδιος πάντως, αν και πολύ επιτυχημένος, παραδέχεται: «Το να τα πας καλά σε μια χώρα που καταρρέει, είναι σχεδόν το ίδιο καταθλιπτικό με το να αποτυγχάνεις ο ίδιος».
Ο Βερέμης, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Upstream Α.Ε., μιας από τις τρεις μεγαλύτερες εταιρείες στον κλάδο του mobile marketing παγκοσμίως, αναφέρει για τη δική του περίπτωση: «Το πλεονέκτημά μου ήταν ενάντια σε όλες τις πιθανότητες (που προκαλούνται από την) ελληνική ύφεση. Η Upstream τριπλασίασε τα έσοδά της και το προσωπικό της μέσα στα τελευταία τρία χρόνια. Εχουμε δημιουργήσει μια παγκόσμια επιχείρηση η οποία αναπτύσσει software στην Αθήνα και το εξάγει σε 42 χώρες, με 9 γραφεία σε όλο τον κόσμο.
»Η ομάδα μας, με έναν μέσο όρο ηλικίας τα 29 έτη, διαψεύδει τα στερεότυπα που αφθονούν για τους Ελληνες επαγγελματίες ότι είναι τεμπέληδες ή εσωστρεφείς ή ότι είναι προσκολλημένοι στο παρελθόν. Αντιθέτως, είναι αποφασισμένοι, προσαρμόσιμοι και ανταγωνιστικοί».
Ο Μάρκος Βερέμης
Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ο εξής ένας: «Η αναταραχή και αβεβαιότητα που βιώνουν πέραν του χώρου εργασίας έχει βγάλει προς τα έξω τον καλύτερό τους εαυτό και μας επέτρεψε να δημιουργήσουμε μια πραγματικά διεθνή εταιρεία. Αυτό με τη σειρά του, μας έχει απελευθερώσει από τον τοπικισμό και την κλειστοφοβία της εθνικής παρακμής».
Ωστόσο, ο άκρως επιτυχημένος Ελληνας επιχειρηματίας παραδέχεται πως αυτό από μόνο του δεν αρκεί. «Το να τα πας καλά σε μια χώρα που καταρρέει είναι σχεδόν το ίδιο καταθλιπτικό όσο και να αποτυγχάνεις εσύ ο ίδιος. Δεν υπάρχει απόλυτος διαχωρισμός μεταξύ του επιχειρείν και της πολιτικής».
Το να τα πας καλά σε μια χώρα που καταρρέει είναι σχεδόν το ίδιο καταθλιπτικό όσο και να αποτυγχάνεις εσύ ο ίδιος
Ετσι, ο Βερέμης αναρωτιέται αν η λιτότητα ή στην πραγματικότητα η απουσία πολιτικής έκφρασης των επιχειρηματιών είναι αυτό που κατέστρεψε τη χώρα. Βέβαια, αναγνωρίζει πως «κάποιοι κατηγορούν την υπερβολική δόση λιτότητας για τον στραγγαλισμό των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων που υποστήριζαν πως αντιπροσώπευαν τη μεσαία τάξη». Ομως, για τον Μάρκο Βερέμη, «η αλήθεια είναι ότι τα κόμματα του υποτιθέμενου κέντρου ποτέ δεν αντιπροσώπευσαν μια υγιή οικονομία, με υποστήριξη των επιχειρήσεων με προσανατολισμό τις εξαγωγές ή φιλελεύθερη προοπτική». Κατά τον Βερέμη, τα παραδοσιακά κόμματα δεν ήταν τίποτε άλλο από «δίκτυα πελατειακών σχέσεων που φλέρταραν με αντικρουόμενες ιδεολογίες, που υπηρετούσαν όμως τον κρατισμό και την εσωστρέφεια».
Ο διευθυντής της Upstream υποστηρίζει ότι η κατάρρευση των παραδοσιακών κομματικών σχηματισμών έχει αφήσει χωρίς πολιτικό έρεισμα τη μεσαία τάξη κάτι που την ωθεί στη δημιουργία από το μηδέν μιας νέας πολιτικής κίνησης. Ομως αυτό είναι κάτι που απαιτεί χρόνο και ο χρόνος λειτουργεί αντίθετα προς το συμφέρον του επιχειρείν στην Ελλάδα. Αυτό αφήνει περιθώρια κινήσεων στους λαϊκιστές που αυτό που κάνουν με επιτυχία είναι να απαξιώνουν την πραγματική οικονομία.
«Η κατάρρευσή τους, που επισπεύσθηκε από λάθη εντός και εκτός Ελλάδος, δεν μας έχει δημιουργήσει την ανάγκη να συσπειρωθούμε γύρο από το διεθνές πολιτικό κέντρο, αλλά να χτίσουμε κάτι από το μηδέν. Αυτό είναι μια αργή και επίπονη διαδικασία, που μπορεί να μην ολοκληρωθεί εγκαίρως, ώστε να μας σώσει από τους λαϊκιστές και τους ζηλωτές που απαξιώνουν την πραγματική οικονομία και την παγκοσμιοποίηση» γράφει χαρακτηριστικά ο Βερέμης στους Financial Times.
Οπως αναφέρει, «ένας εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα, φιλελεύθερων απόψεων από τη μεσαία τάξη δεν είναι εκπαιδευμένος στο να κατεβαίνει στους δρόμους και να διαδηλώνει καταλαμβάνοντας το κοινοβούλιο ή φωνάζοντας στους αντιπάλους του. Την ώρα που τα ακτιβιστικά κόμματα της άκρας αριστεράς ή της άκρας δεξιάς έχουν εξασκηθεί στις διαδηλώσεις, πολεμώντας με τα ΜΑΤ και κάνοντας καταλήψεις στα πανεπιστήμια, εμείς έχουμε κυριολεκτικά στραμμένη τη σκέψη μας στις επιχειρήσεις μας και κατά κάποιο τρόπο θεωρούμε ότι οι πολιτικές αυτές του θεατρινισμού θα εξασθενίσουν σε σημασία».
Η μεσαία τάξη επιχειρηματιών απουσιάζει από κάθε πτυχή της πολιτικής και δημόσιας ζωής
Ωστόσο, ο Μάρκος Βερέμης επισημαίνει ότι «το τίμημα που η δική μου γενιά των επαγγελματιών μπορεί να πληρώσει από όλη αυτήν της την απεμπλοκή από την πολιτική είναι να καταλήξει ξένη μέσα στην ίδια της τη χώρα». Αιτία είναι η «υπο-εκπροσώπησή της σε κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής».
Ετσι, εύλογα ο Βερέμης αναρωτιέται: «Πού θα στραφεί όλη αυτή η ευαίσθητη μεσαία τάξη; Η τάξη των ανθρώπων σαν αυτούς που απασχολούμε στην Upstream».
Και μπορεί «οι αξίες του κέντρου να ήταν πάντα ζωντανές, με κυρίαρχες αυτές της επιδίωξης της αριστείας και της αξιοκρατίας, αλλά τώρα βυθίζονται στην αμφιβολία». Κι αυτό διότι «πολλοί νέοι και μορφωμένοι Ελληνες που θέλουν να έχουν δουλειές και ένα μέλλον πέρα από την αγκαλιά του κράτους, αρχίζουν να νιώθουν ότι πρέπει να φύγουν (από τη χώρα) για να τα επιτύχουν όλα αυτά».
Ο Βερέμης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, όμως και για άλλες χώρες, λέγοντας πως δυστυχώς «η Ελλάδα δεν είναι η μόνη που απειλείται από τους (κακούς) πολιτικούς και τους εθνικιστές». Μάλιστα, όσο η παγκόσμια αγορά φέρνει τις αγορές πιο κοντά και η διεθνής επιχειρηματική αρένα παγκοσμιοποιείται ολοένα και περισσότερο, τότε είναι που κατά τον Ελληνα επιχειρηματία, «πρέπει να επικρατήσει σε παγκόσμιο επίπεδο η φωνή της λογικής στην πολιτική σφαίρα», αλλά όσο αυτή η ανάγκη θα καθίσταται επιτακτική, τόσο πιο δύσκολο θα είναι προς τους πολίτες να κλείσουν τα αυτιά τους στις εθνικιστικές σειρήνες.
Κλείνοντας το άρθρο του στην εφημερίδα «Financial Times», ο Μάρκος Βερέμης αναφέρει ότι η δική του εμπειρία του απέδειξε πως «το επιχειρηματικό πνεύμα μπορεί να λάμψει ακόμα και μέσα στην πολιτική αποτυχία. Πέρα από την απόλυτη αποφασιστικότητα να δημιουργήσουμε και να προοδεύσουμε, το να διατηρήσουμε μια παγκόσμια προοπτική ήταν το πιο σημαντικό στοιχείο για την επέκτασή μας. Δεν υπάρχει ισχυρότερο αντίδοτο στις πολιτικές του παραλογισμού και της απομόνωσης, που έχουν βυθίσει τη χώρα μου, από μια σημαντική μάζα ανθρώπων που πραγματικά βλέπουν δυνατότητες σε έναν παγκοσμιοπποιημένο κόσμο».