Πριν από λίγο καιρό σε ρεπορτάζ του BBC είχε γίνει με ευφυή τρόπο ο παραλληλισμός των σχέσεων της Ελλάδας με την Ευρωζώνη, με εκείνη που έχουν οι σύζυγοι που ετοιμάζονται να χωρίσουν.
Κάτι αντίστοιχο πράττει και ο αρθρογράφος των FT, Gideon Rachman, σε μια προσπάθεια να καταδείξει πως το διαζύγιο θα είναι μια λύση, ή ένα αναγκαίο τέλος, σε έναν κακό γάμο: αυτόν της Ελλάδας με τη ζώνη του ευρώ.
Γράφει χαρακτηριστικά: «Η σχέση ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και την υπόλοιπη Ευρωζώνη θυμίζει όλο και περισσότερο ένα κακό γάμο. Οι δύο πλευρές δεν θέλουν να βλέπουν η μία την άλλη. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη έχει διαρραγεί. Οι προσπάθειες για να τα βρουν συνεχίζονται, αλλά δεν φαίνονται αποτελέσματα.
Σε ένα πραγματικό γάμο η συνηθισμένη λύση σε ένα τέτοιο δίλημμα είναι γνωστή: διαζύγιο. Σε ένα διαζύγιο και οι δύο πλευρές έχουν οικονομικές απώλειες. Ωστόσο επιλέγουν να πάρουν το δρόμο τους, γιατί είναι προετοιμασμένοι να πληρώσουν ένα βαρύ τίμημα για να βγουν από μια κακή σχέση. Η Ευρωζώνη και η Ελλάδα έχουν φτάσει πλέον σε αυτό το σημείο. Η σχέση τους έχει διαλυθεί. Είναι ώρα και οι δύο πλευρές να κάνουν μια νέα αρχή.
Οι επιπτώσεις
Όσοι φοβούνται τις επιπτώσεις από μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, ένα Grexit, θα επισημάνουν πως η μεταφορά του γάμου μπορεί να είναι επικίνδυνα παραπλανητική. Για την διάλυση της ένωσης μεταξύ δύο ανθρώπων υπάρχουν καθιερωμένες διαδικασίες. Δεν ισχύει το ίδιο και για την διάλυση μιας νομισματικής ένωσης. Σε πρόσφατο άρθρο της η συνάδελφος Gillian Tett παρουσίασε πολύ πειστικά τα ενδεχόμενα ρίσκα, τονίζοντας τον κίνδυνο ένα Grexit να οδηγήσει σε μια παγκόσμια οικονομική κρίση, σαν και αυτή που πυροδότηση το 2008 η Lehman Brothers, εξαιτίας των απρόβλεπτων νομικών και οικονομικών ρίσκων.
Ωστόσο, οι Γερμανοί διαπραγματευτές και ορισμένα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης δίνουν την εντύπωση πως θεωρούν ότι οι κίνδυνοι από ένα Grexit είναι διαχειρίσιμοι. Αν το πιστεύουν αυτό, πρέπει να πάρουν μια βαθιά ανάσα και να το τολμήσουν. Στο σημείο αυτό, μπορεί να είναι καλύτερο και για τις δύο πλευρές.
Οικονομικές και πολιτικές δυνατότητες
Για την Ελλάδα, η έξοδος από το ευρώ θα ανοίξει νέες οικονομικές και πολιτικές δυνατότητες. Θα επιτρέψει στην χώρα να χρεοκοπήσει σε ένα μέρος του γιγαντιαίου της χρέους (ή να προχωρήσει σε νέα αναδιάρθρωση, αν θέλει να το θέσει κανείς με πιο ευγενικό τρόπο). Θα δώσει επίσης στην Ελλάδα την δυνατότητα να υποτιμήσει το νόμισμα της και να ξεφύγει από το σύστημα σταθερής συναλλαγματικής ισοτιμίας που καταβαράθρωσε την ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Φυσικά, θα υπάρξουν βραχυπρόθεσμα και πολύ επώδυνες επιπτώσεις. Η εμπειρία χωρών όπως η Αργεντινή δείχνει ότι θα επικρατήσει τραπεζικός πανικός και θα επιβληθούν για κάποιο διάστημα κεφαλαιακοί περιορισμοί. Οι τιμές βασικών εισαγόμενων αγαθών, όπως το φαγητό και η ενέργεια θα αυξηθούν. Οι εξελίξεις αυτές μπορεί να οδηγήσουν ακόμα περισσότερες πολίτες στα ακραία κόμματα.
Μακροπρόθεσμα ωστόσο, μια έξοδος από το ευρώ μπορεί να έχει πολιτικά οφέλη για την Ελλάδα. Είναι ξεκάθαρο πως πολλοί Έλληνες νιώθουν εξευτελισμένοι από την Ευρωζώνη. Η αποχώρηση μπορεί να αποτελέσει μια ψυχολογική απελευθέρωση που θα επιτρέψει στην χώρα να νιώσει ξανά πως είναι σε θέση να παίρνει η ίδια αποφάσεις, όσο δύσκολες και αν είναι οι συνθήκες.
Νέο αίσθημα ευθύνης
Αυτό το νέο αίσθημα ευθύνης μπορεί με τη σειρά του να βοηθήσει να επιδιορθωθούν ορισμένα από τα ελαττώματα του ελληνικού κράτους που τόσο έχουν εκνευρίσει την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Ειδικότερα, την έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και την κυβέρνηση, που καλλιέργησε την διαφθορά και τη φοροδιαφυγή.
Ορισμένοι ιστορικοί αποδίδουν την στάση αυτή στο γεγονός ότι η Έλληνες έζησαν για αιώνες κάτω από την εξουσία των Οθωμανών, κάτι που απομάκρυνε την κυβέρνηση από τους πολίτες. Είναι πιθανό πως η Ε.Ε. επανέφερε με κάποιο τρόπο το αίσθημα πως οι κανόνες αποφασίζονται από τους ξένους, σε μια μακρινή πρωτεύουσα και άρα μπορούν να σπάσουν. Μια Ελλάδα που θα έχει ανακτήσει ένα μέρος της εθνικής της κυριαρχίας θα μπορεί να κάνει μια νέα αρχή προς ένα πιο υγιές πολιτικό σύστημα.
Οι επιπτώσεις από ένα Grexit μπορεί να είναι ευνοϊκές και για την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Τα διαδοχικά προγράμματα διάσωσης για την Ελλάδα έχουν δημιουργήσει κυνισμό και θυμό σε όλη την Ευρωζώνη και τρέφουν την άνοδο των ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων. Ένα Grexit θα ανασυστήσει την ιδέα ότι οι κανονισμοί στην Ευρωζώνη έχουν όντως κάποια ισχύ. Μπορεί επίσης να ενθαρρύνει χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία να προχωρήσουν με κάποιες από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που δεν κατάφερε να κάνει η Ελλάδα.
Φοβούνται την επιτυχία
Από την άλλη πλευρά, κάποιοι από αυτούς που αντιτίθενται στο Grexit το κάνουν επειδή φοβούνται μια ενδεχόμενη επιτυχία του περισσότερο από την αποτυχία του. Φοβούνται ότι αν η Ελλάδα τα βγάλει πέρα μόνη της, τότε και άλλοι μπορεί να μπουν στον πειρασμό να ακολουθήσουν –συγκεκριμένα η Ιταλία, όπου τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης αντιτίθενται τώρα στο κοινό νόμισμα. Αυτή όμως η αντίρρηση έχει νόημα μόνο αν κάποιος έχει μια θεολογική πίστη στο ενιαίο νόμισμα ως αυτοσκοπό.
Στην πραγματικότητα το ευρώ θα έπρεπε να θεωρείται ως ένα μέσο για μεγαλύτερους στόχους – μία οικονομικά πιο εύρωστη και πιο ειρηνική Ευρώπη. Στην περίπτωση όμως της Ελλάδας το ευρώ απέτυχε να δημιουργήσει πλούτο – για να το πούμε μαλακά, για μια χώρα που έχει χάσει 25% του ΑΕΠ της από το 2008.
Τα παλαιά στερεότυπα
Το ευρώ έχει επίσης αποτύχει στον ευρύτερο πολιτικό στόχο που προοριζόταν να υπηρετήσει – αυτόν της προώθησης της ευρωπαϊκής ενότητας. Αντιθέτως, χώρες οι οποίες είχαν συνηθίσει να τα πηγαίνουν καλά μεταξύ τους, όπως η Ελλάδα και η Γερμανία, τώρα σιχαίνονται η μία την άλλη. Τα παλιά στερεότυπα των αυταρχικών Γερμανών και των τεμπέληδων νοτιοευρωπαίων κάνουν πλέον θραύση και δηλητηριάζουν την πολιτική στην Ευρώπη.
Το να μπαλώσουμε λοιπόν το γάμο μεταξύ Ελλάδας και ευρωζώνης για μερικούς ακόμα μήνες δεν πρόκειται να φτιάξει αυτά τα προβλήματα. Ωστόσο, αν η Ελλάδα μπορέσει να δείξει ότι υπάρχει ένας βιώσιμος δρόμος εκτός Ευρώ, θα καταφέρει να δημιουργήσει ένα μοντέλο για τη διάλυση μιας λανθασμένα σχεδιασμένης νομισματικής ένωσης ή τουλάχιστον για τη συρρίκνωσή της σε ένα πιο διαχειρίσιμο μέγεθος. Αυτό θα αποτελέσει ένα προηγούμενο που η Ε.Ε. θα έπρεπε να καλωσορίζει όχι να φοβάται.
Πηγή: Euro2day