Το κυρίαρχο σλόγκαν του 19ου αιώνα «Εργάτες όλου του κόσμου, ενωθείτε», δύο αιώνες μετά βρίσκεται ξανά στο στόμα πολλών εργατών και γίνεται η επωδός πύρινων λόγων.
Οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου βιώνουν μια πιεστική οικονομική κατάσταση και οι εργαζόμενοι είναι οι πρώτοι που «δοκιμάζουν» τα επίχειρα. Από τις βιομηχανίες της Γαλλίας, έως τις τοπικές επιχειρήσεις της Ισπανίας και από τις παραγωγικές μονάδες της Ιταλίας και της Πορτογαλίας, έως το διαλυμένο οικονομικό ιστό της Ελλάδας, οι εργάτες νιώθουν την ανάγκη της επανένωσης – αν όλοι όχι, τουλάχιστον αρκετοί. Ο Guardian αναζητεί αυτά τα ψήγματα ενότητας που μπορούν να σημαίνουν κάτι και να δίνουν τον τόνο στην Εργατική Πρωτομαγιά του 2015.
«Η πλειοψηφία των εργατών στην Ισπανία, αλλά επίσης στη Γαλλία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Τουρκία αρνήθηκαν να δεχθούν το εταιρικό φιλί του θανάτου. Από το 2008, η οικονομική κρίση χτύπησε καίρια τη βιομηχανία των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Εταιρείες έκλεισαν και άλλες προχώρησαν σε αθρόες απολύσεις».
Το παράδειγμα της Ελλάδας
Για την περίπτωση της Ελλάδας, η βρετανική εφημερίδα αφηγείται την ιστορία της ΒΙΟΜΕ που είναι χαρακτηριστική για το πώς η κρίση στην Ελλάδα άλλαξε δραστικά το επιχειρηματικό τοπίο.
«Ο Μάριος Κωστόπουλος σταλάζει ένα αιθέριο έλαιο λεμονιού σε 300 πλαστικά μπουκάλια που ο ίδιος και άλλοι τρεις συνάδελφοί του έχουν γεμίσει επί μια ώρα. Η δουλειά του είναι να φτιάχνει υγρά καθαριστικά οικιακής χρήσης. Δεν ήταν αυτή η δουλειά του όταν το 2004 έπιασε δουλειά στη ΒΙΟΜΕ – κάποτε μια εξαιρετικά κερδοφόρα επιχείρηση με μεγάλο κύκλο δραστηριοτήτων ειδικά στη Β. Ελλάδα.
Μόνο που η ΒΙΟΜΕ, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει. Από την Φιλκεράμ – Τζόνσον αποχώρησε από την Ελλάδα, αφού πρώτα βίωσε τη μέγγενη της οικονομικής κρίσης να τη σφίγγει. Η πτώση των πωλήσεων έφτασε στο 40%, ενώ το κόστος ανέβηκε στο 30%. Ο Κωστόπουλος και οι 45 συνάδελφοί του εργάζονται λιγότερες ώρες, ενώ τον Μάιο του 2011 σταμάτησαν να πληρώνονται, αν και επισήμως δεν είχαν ποτέ απολυθεί, έτσι ώστε να λαμβάνουν -τουλάχιστον- το επίδομα ανεργίας. Στη συνέχεια, το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, η μητρική Φιλκεράμ-Τζόνσον εγκατέλειψε την επιχείρηση. Έτσι, ο Κωστόπουλος και άλλοι 20 εργάτες αποφάσισαν να κάνουν κατάληψη.
Η γυναίκα του Κωστόπουλου δουλεύει σε έναν παιδικό σταθμό, αλλά τώρα είναι στο σπίτι καθώς πρόσφατα γέννησε το παιδί τους. Ο ίδιος για να τα βγάλει πέρα κάνει όποια δουλειά του βρίσκεται στο δρόμο του. Δουλεύει σερβιτόρος σε γάμους και μπαρ. Είναι ξένος μέλος στις γιορτές των άλλων ανθρώπων. Η οικογένειά του ζει σε 500-600 ευρώ το μήνα.
Όταν η Φιλκεράμ-Τζόνσον έφυγε, η πρώτη σκέψη των εργαζομένων ήταν να εμποδίζουν την εταιρεία να πάρει τα μηχανήματα και τα αποθέματα. Φοβήθηκαν πως έτσι δεν θα έπαιρναν ποτέ τα 1,5 εκατομμύρια ευρώ που τους χρωστούσε σε μισθούς. Αν και αυτό που ήθελαν στην πραγματικότητα ήταν να συνεχίσουν να δουλεύουν.
Ο 45χρονος Δημήτρης Κουματσιούλης λέει: «Κανείς δεν θέλει να είναι άνεργος. Στην Ελλάδα ειδικότερα, αυτή τη στιγμή 45 οικογένειες στερούνται του εισοδήματος». Κατά τις πρώτες γενικές συνελεύσεις των εργαζόμενων, υπήρξε η σκέψη να μείνει η εταιρεία στα χέρια τους και να την λειτουργήσουν ως μια αυτοδιαχειριζόμενη, συνεταιριστική εταιρεία – πρόταση που έλαβε το 97% της έγκρισης. Μια αντιπροσωπεία των εργαζομένων πήγαν στην Αθήνα και είχαν συνομιλίες με τους τότε ιθύνοντες του υπουργείου Απασχόλησης, αλλά διαπίστωσαν πως οι ιδιοκτήτες της εταιρείας δεν επιθυμούσαν την επανέναρξη της στην περιοχή.
Μέχρι τα μέσα του 2012, οι εργαζόμενοι της ΒΙΟΜΕ είχαν έρθει σε επαφή με δίκτυα αλληλεγγύης στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με σκοπό να διερευνήσουν τις δυνατότητες παραγωγής μιας σειράς σαπουνιών, απορρυπαντικών και μαλακτικών, φιλικών προς το περιβάλλον. Θα χρησιμοποιούσαν τα υπάρχοντα μηχανήματα και τις πρώτες ύλες για να παράγουν ένα φθηνό προϊόν. Οι τοπικοί σύλλογοι και τα σωματεία είχαν υποσχεθεί να διανείμουν ένα ποσοστό της παραγωγής.
Τον Φεβρουάριο του 2013, μετά από μια τριήμερη εκδήλωση αλληλεγγύης στη Θεσσαλονίκη, η ΒΙΟΜΕ επανεκκίνησε υπό τον έλεγχο των εργαζόμενων και τον Απρίλιο του περασμένου χρόνου μια δικαστική απόφαση αναγνώρισε ως νόμιμη τη σύσταση της συνεταιριστικής, μη κερδοσκοπικής εταιρείας τους.
Τα προϊόντα της ΒΙΟΜΕ πωλούνται μέσω των δικτύων αλληλεγγύης στην Ελλάδα, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Ελβετία και την Αυστρία. Το βασικό στοιχείο της εταιρείας, έτσι όπως είναι καταγεγραμμένο στο καταστατικό της, είναι η συλλογική δράση και οι κοινές αποφάσεις. Στο μεταξύ, όμως, έχουν μπλεχτεί σε δικαστικούς αγώνες με την προηγούμενη ιδιοκτησία που μπορεί να μην θέλει να τρέξει την επιχείρηση, αλλά θέλει να πουλήσει τη γη.
Η νέα κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να υπάρξει νόμος που θα επιτρέπει στους εργαζόμενους να αναλαμβάνουν νόμιμα τα εργοστάσια που εγκαταλείπουν οι ιδιοκτήτες τους. Ο Κουματσιούλης λέει: «Δεν θέλουμε να το κρύψουμε. Πάνω από τη δική μας δουλειά και τις οικογένειές μας, αυτό που μετράει είναι η ισότητα, η δημοκρατία και το σύνολο των σχέσεων εργάτη-εργοδότη.
Αν η ΒΙΟΜΕ, τελικά, πέτυχε το στόχο της να παράγει μέχρι ένα τόνο την ημέρα σε σαπούνια, απορρυπαντικά και υγρά καθαριστικά, λέει ο Κωστόπουλος, είναι ένα κέρδος διότι ψυχολογικά, πολιτικά και οικονομικά δεν έχουμε αφεντικό. Δουλεύουμε για εμάς. Και αυτή είναι η διαφορά».