Σύμφωνα με την αναλυτική έκθεση της Deutsche Bank, οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ελλάδα δείχνουν πως υπάρχει μια πιο θετική κατάσταση.
Το συμπέρασμα της γερμανικής τράπεζας είναι πως θα υπάρξει μια απρόθυμη συμφωνία με τις δανειστές η οποία θα συνοδευτεί από ένα δημοψήφισμα.
Η ανάλυση σημειώνει πως το εκλογικό σώμα είναι πιο επιφυλακτικό πλέον για τη στρατηγική της κυβέρνησης και παραμένει -με συντριπτική πλειοψηφία- υπέρ της παραμονής της χώρας στο ευρώ, άρα και υπέρ μιας συμφωνίας. Ο ανασχηματισμός της διαπραγματευτικής ομάδας της Ελλάδας είναι ένα ακόμη σημαντικό γεγονός, καθώς μέχρι τώρα υπήρξαν δυσκολίες. Αναφέρει η Deutsche Bank πως τώρα θα δοθεί μεγαλύτερος ρόλος στους μετριοπαθείς Δραγασάκη-Τσακαλώτο.
Οι αλλαγές αυτές μπορεί να βοηθήσουν τις διαπραγματεύσεις, δεν θα αλλάξουν όμως το παιχνίδι: το μεγαλύτερο εμπόδιο για μια συμφωνία είναι η απόσταση σε θέματα ουσίας, κυρίως οι συλλογικές συμβάσεις, οι συντάξεις και τα δημοσιονομικά μέτρα για φέτος. Ωστόσο, η αλλαγή μετά από έντονες πιέσεις από την Ευρώπη στο περιθώριο, σηματοδοτεί μια κίνηση προς πιο μετριοπαθή κατεύθυνση, τουλάχιστον σε όρους προσέγγισης.
Η τρίτη εξέλιξη έχει να κάνει με την πρόσφατη συνέντευξη που παραχώρησε ο Αλέξης Τσίπρας και ειδικά στο σημείο που ανέφερε τα περί δημοψηφίσματος.
Η Deutsche Bank θεωρεί πως αυτό είναι σημαντικό για δύο λόγους: Πρώτον, σηματοδοτεί πως πιθανότατα γίνεται συζήτηση για μια συμφωνία που θα περνά τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης. Δεύτερον, είναι η πρώτη φορά που ο πρωθυπουργός παρείχε κάτι που σύμφωνα με τη γερμανική τράπεζα είναι μια εσωτερικά συνεπή στρατηγική για την άρση του τρέχοντος αδιεξόδου.
Τα σενάρια
Οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων, αναφέρει η τράπεζα, δείχνουν πως η κατάσταση οδεύει προς μια απρόθυμη συμφωνία και ένα δημοψήφισμα και μάλιστα σε ποσοστό 50%.
Από όλα τα πιθανά αποτελέσματα, η Deutsche Bank εκτιμά πως το δημοψήφισμα θα είναι το πιο θετικό: για να διενεργηθεί, θα πρέπει να υπάρχει ξεκάθαρη κυβερνητική στήριξη και ευρεία στήριξη από άλλα, πιο μετριοπαθή πολιτικά κόμματα. Με αυτόν τον τρόπο θα είναι πιο πιθανό να περάσει, ενώ θα αποτελέσει καταλύτη για τη συμπερίληψη πιο μετριοπαθών κομμάτων στην κυβέρνηση.
Τα ρίσκα σ' αυτό το βασικό σενάριο παραμένουν μεγάλα, σημειώνει η τράπεζα. Η κυβέρνηση μπορεί να προσπαθήσει να περάσει μια συμφωνία από τη Βουλή χωρίς να προσφύγει στη λαϊκή ψήφο, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολύ ασταθή πολιτική κατάσταση, που τελικά θα απαιτούσε αλλαγή στον κυβερνητικό συνασπισμό ή σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας (πιθανότητα 20%).
Ανεπαρκής χρόνος
Το σημαντικότερο, οι συνεχιζόμενες καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις ή και μια χρεοκοπία από «ατύχημα», ο ανεπαρκής χρόνος για τη διενέργεια δημοψηφίσματος ή αλλαγής της κυβέρνησης, ή μια ενεργή απόφαση για απόρριψη μιας συμφωνίας, πιθανότητα θα οδηγούσαν σε πάγωμα της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ (πιθανότητα 30%).
Σε ό,τι αφορά την ΕΚΤ, ο Μ. Ντράγκι άφησε πρόσφατα να εννοηθεί πως είναι δυνατή μια αλλαγή στα haircuts των collateral που δίνονται για χρηματοδότηση από τον ELA, ενώ μια τέτοια απόφαση θα μπορούσε να ληφθεί ακόμα και στη συνεδρίαση της 6ης Μαΐου. Ακόμα και αν υπάρξει μια τέτοια αλλαγή, η Deutsche Bank εκτιμά πως αυτό δεν θα δημοσιοποιηθεί ούτε θα είναι άμεσα δεσμευτικό. Η ΕΚΤ είναι απίθανο να κόψει προληπτικά τη χρηματοδότηση, αφήνοντας έτσι χώρο να εξελιχθεί η πολιτική διαδικασία τις επόμενες εβδομάδες.
Η ρευστότητα στο μεταξύ συνεχίζει να εξαντλείται, με την κυβέρνηση να νομοθετεί για τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων του Δημοσίου, ενώ στο στόχαστρο μπορεί να μπουν και τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Υπάρχουν αντικρουόμενες αναφορές ως προς το αν υπάρχει αρκετή ρευστότητα για να εξυπηρετηθεί η δόση της 12ης Μαΐου προς το ΔΝΤ.
Η Deutsche Bank εκτιμά πως η δόση αυτή μπορεί να δοθεί, γεγονός που θα αφήσει περιθώριο μέχρι τις πρώτες εβδομάδες του Ιουνίου ώστε να υπάρξει το προαναφερθέν αποτέλεσμα: θα απαιτούσε μια συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (staff-level agreement) για το πρόγραμμα και έγκριση από το Eurogroup μέχρι τα μέσα Μαΐου, και στη συνέχεια το εθνικό δημοψήφισμα και η νομοθέτηση να ολοκληρωθούν μέχρι τις αρχές Ιουνίου.
«Εν ολίγοις, μια αχτίδα φωτός αρχίζει να φαίνεται. Όμως τα ρίσκα εξακολουθούν να είναι πολλά και ο χρόνος λιγοστεύει», καταλήγει η Deutsche Bank.