Η Πάτρα του πλούτου, η μεγαλοαστική Πάτρα του 19ου αιώνα, τη στιγμή που η οικονομική κρίση μετακινεί τις ισορροπίες και τα δεδομένα, γίνεται ο καμβάς για την αφήγηση της Σοφίας Δημοπούλου στο νεό της βιβλίο «Σε σωστή ώρα νυχτώνει» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Εχοντας στα χέρια πραγματικές επιστολές η συγγραφέας έσκαψε μεθοδικά στην ίδια την ιστορία για να ακουμπήσει πάνω σε αυτή τον δικό της μύθο, την ιστορία δύο αδελφών στην Πάτρα. Mας μιλά για τη διαδρομή που την οδήγησε στο τρίτο της βιβλίο.
Πότε ξεκινήσατε την συγγραφική σας καριέρα;
Γράφω από πολύ μικρή. Στην αρχή έγραφα ποίηση, έπειτα μικρά διηγήματα και μόλις τα τελευταία χρόνια πέρασα στα μυθιστορήματα και στην έκδοσή τους υπό την σκέπη ενός εκδοτικού οίκου. Η συγγραφική μου καριέρα λοιπόν, παρότι έχει μακρά προϋπηρεσία, είναι σχετικά πρόσφατη.
Τι ήταν αυτό που σας έδωσε το έναυσμα να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Δεν θυμάμαι να υπήρξε ποτέ μια συγκεκριμένη αρχή. Γράφω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου· αυτός ήταν πάντα ο τρόπος μου για να εκφράζω ιδέες και συναισθήματα. Όταν αυτή η ανάγκη έκφρασης έφτασε πια να είναι επιτακτική, άρχισα να δουλεύω πιο συστηματικά, ώστε να μπορέσω να βγάλω τη δουλειά μου προς τα έξω, να μοιραστώ με τον κόσμο τις σκέψεις μου. Έτσι γεννήθηκαν τα βιβλία μου.
Ποια ιστορία αφηγείστε στο «Σε σωστή ώρα νυχτώνει;»
Η ιστορία εξελίσσεται στην Αχαΐα στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα. Πρόκειται για μια μυθοπλασία με έντονη πλοκή βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα που προσπάθησα να ζωντανέψω μέσα από γραπτές μαρτυρίες που έφτασαν στα χέρια μου. Δυο αδερφές ζουν η μια στην Πάτρα και η άλλη σε ένα χωριό της Αχαΐας, χωρισμένες από χρόνια λόγω ενός νεανικού παραστρατήματος της μιας. Οι ζωές τους μπλέκονται χωρίς οι ίδιες να το γνωρίζουν, με απρόβλεπτες συνέπειες και για τις δυο. Στο φόντο η ιστορία της Πάτρας, ξεπεσμένης αριστοκράτισσας, της Αχαΐας, της Ελλάδας εκείνης της εποχής, που ζει μια οικονομική κρίση με πολλές ομοιότητες με την σύγχρονή μας.
Έφτασαν στα χέρια σας οικογενειακές επιστολές 130 ετών. Πώς λειτούργησε αυτό το υλικό ως προς την εξέλιξη του μύθου;
Πράγματι, είχα την τύχη να φτάσει στα χέρια μου ένα πολύ μεγάλο αρχείο από έγγραφα και γράμματα οικογενειακά. Διαβάζοντάς τα, τα συναισθήματά μου ήταν έντονα, ενώ παράλληλα ήρθα σε επαφή με μια εποχή τόσο όμοια με τη σημερινή. Μέσα από εκείνα τα γράμματα ξεπήδησαν τα πρόσωπα, τα γεγονότα, η ιστορία της Ελλάδας. Θέλησα να μοιραστώ αυτή τη γνώση κι αυτά τα συναισθήματα με τους αναγνώστες. Όσα έμαθα, αποτέλεσαν τον καμβά όπου πρόσθεσα τις πινελιές της φαντασίας μου για να προκύψει αυτό το βιβλίο. Χρειάστηκε επιπλέον συστηματική έρευνα για να επαληθευτούν τα πραγματικά γεγονότα και τα βιογραφικά στοιχεία των ιστορικών προσώπων. Είχα πολύ υλικό στα χέρια μου κι έπρεπε να το διαχειριστώ με σύνεση και σεβασμό στα πρόσωπα και τη μνήμη τους.
Πιστεύετε ότι είναι πιο εύκολο να γράψεις μια ιστορία που συνδυάζει και προσωπικά βιώματα πέρα από τη μυθοπλασία;
Νομίζω πως τα προσωπικά βιώματα διεισδύουν κάθε φορά μέσα στη μυθοπλασία. Ακόμα και όταν κανείς γράφει για ένα θέμα που δεν το έχει βιώσει, προσπαθεί να περιγράψει τα συναισθήματα των ηρώων με βάση την προσωπική του εμπειρία σε αντίστοιχη περίπτωση. Έτσι κι αλλιώς, γράφοντας, βυθίζεσαι τόσο πολύ μέσα στην ιστορία που το βίωμα εντέλει καταντά να είναι προσωπικό. Γι’ αυτό πιστεύω πως η δυσκολία είναι σε κάθε περίπτωση η ίδια. Κάθε φορά πρέπει να μπαίνεις κάτω από το δέρμα των ηρώων.
Πολύ έντονη παρουσία έχουν οι γυναίκες στο έργο σας. Γυναίκες με πάθη, λάθη, όχι ιδανικές κι εξειδανικευμένες...
Μα ούτε και οι άντρες παρουσιάζονται ιδανικοί στα βιβλία μου. Δεν εστιάζω στις γυναίκες, αλλά στις ανθρώπινες ψυχές. Επειδή όμως είμαι γυναίκα και άρα γνωρίζω την γυναικεία ψυχολογία «εκ των έσω», θέλω πάνω απ’ όλα να πω πως δεν χρειάζεται να επιθυμούμε την τελειότητα, ούτε και να αυτομαστιγωνόμαστε για τα λάθη μας. Η ατέλεια είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης και γι’ αυτό τη θεωρώ γοητευτική. Τα λάθη μας, όσο κι αν μας πονάνε, είναι μια ευκαιρία για να μάθουμε και να έρθουμε πιο κοντά στην ουσία μας. Αρκεί να τα αναγνωρίζουμε.