Πίσω στο 2010 που μπορεί να φαντάζει πλέον μακρινό, αλλά ουσιαστικά καθορίζει το 2015. Το think tank CIGI αποκαλύπτει πως ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζαν Κλοντ Τρισέ ήταν ο καθοριστικός παράγοντας που πριν από πέντε χρόνια δεν έγινε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Όπως αναφέρει η μελέτη του CIGI, ο Τρισέ, στην πραγματικότητα, τα έκανε μαντάρα το 2010 απορρίπτοντας ένα σχέδιο για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους με τρόπο που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί η τωρινή κρίση. Το έγγραφο του think tank αναφέρει πως η διαπραγματευτική ομάδα του ΔΝΤ είχε εκπονήσει σχέδιο «κουρέματος» του χρέους από την μεριά των ιδιωτικών τραπεζών (δηλαδή να μειωνόταν το ποσό που θα μπορούν να αναμένουν ως επιστροφή). Η ιδέα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ήταν να υπάρξει μια ομαλή διαδικασία εξόδου από την κρίση χρέους.
Σε έξαλλη κατάσταση
Ωστόσο, η πρόταση έπεσε πάνω σε «τοίχο» που όρθωσε ο τότε πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζαν Κλοντ Τρισέ. Την άνοιξη του 2010, σε μια συνεδρίαση της ΕΚΤ, ο Τρισέ, εν εξάλλω, άρχισε να φωνάζει: «Είμαστε μια οικονομική και νομισματική ένωση. Δεν μπορούμε να κάνουμε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους». Σύμφωνα με το CIGI, αυτό που φοβόταν ο Τρισέ ήταν πως θα υπάρξει μια δεύτερη κρίση τύπου «Lehman Brothers» σε όλη την Ευρώπη. Αν οι ομολογιούχοι υποχρεώνονταν να λάβουν λιγότερα χρήματα, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει με μετάδοση της κρίσης, βάζοντας ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της περιοχής σε κίνδυνο. Η λογική του ήταν πως το μεγαλύτερο του ελληνικού χρέους ήταν στην κατοχή των πιο ευάλωτων τραπεζών της περιοχής.
Μεγάλη πίεση
Η ανάλυση του CIGI συνεχίζει ως εξής: «Δεδομένου ότι οι διαπραγματεύσεις πραγματοποιήθηκαν μέσα σε ένα ασφυκτικό χρονικό πλαίσιο λίγων εβδομάδων, η Ελλάδα θα εξαναγκαζόταν σε στάση πληρωμών στις 19 Μαΐου αν δεν πλήρωνε τους κατόχους ομολόγων. Εκτός και αν λάμβανε χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης. Όπως και να είχε η διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας ήταν αδύναμη. Τελικά, η προοπτική μιας σύγκρουσης με τον πρόεδρο της ΕΚΤ, ο οποίος έλεγχε την παροχή ρευστότητας έκτακτης ανάγκης σε προβληματικές ελληνικές τράπεζες, ήταν ένας κίνδυνος που η κυβέρνηση Παπανδρέου ήταν απρόθυμη να πάρει».
Αναγκάστηκε το ΔΝΤ
Το πρόβλημα με το ΔΝΤ είναι ότι πίστευε πως πρέπει να γίνει η αναδιάρθρωση, καθώς σε άλλη περίπτωση το χρέος της Ελλάδας δεν θα μπορούσε να είναι βιώσιμο. Επιπλέον, οι κανόνες του ΔΝΤ είναι συγκεκριμένοι: δεν μπορεί να δανείσει μια χώρα και σίγουρα δεν μπορεί να δώσει μεγαλύτερο δάνειο σε μια χώρα από ότι έχει δώσει σε όλες τις άλλες. Έτσι, βρέθηκε μπροστά σε ένα δίλημμα: είτε θα έπρεπε να ακολουθήσει μια σταθερή στάση και να μπει σε πορεία σύγκρουσης με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, είτε να περιφρονήσει τους δικούς του κανόνες. Τελικά επέλεξε το δεύτερο και συντάχθηκε με τους υπόλοιπους. Κάπως έτσι, δεν υπήρξε καμία συμφωνία για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Η Ελλάδα εξόφλησε άμεσα τις οφειλές της προς τον ιδιωτικό χρηματοπιστωτικό τομέα -κυρίως επενδυτικές τράπεζες- και το χρέος πέρασε στις πλάτες των Ευρωπαίων φορολογούμενων. Όσο για την τότε ελληνική κυβέρνηση, συμφώνησε σε ένα πακέτο σκληρών περικοπών των κρατικών δαπανών και εντατικοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε αντάλλαγμα ένα δάνειο ύψους 110 δισεκατομμυρίων ευρώ σε διάστημα τριών ετών.
Η ειρωνεία
Η ειρωνεία είναι ότι αυτό που δεν έγινε το 2010, συνέβη δύο χρόνια μετά, τον Μάρτιο του 2012, όταν οι ομολογιούχοι δέχθηκαν ένα χτύπημα της τάξης του 60-75%. Και, βέβαια, ο φόβος του Τρισέ για μετάδοση της κρίσης δεν επαληθεύτηκε. Μόνο που σε αυτό το διάστημα η ζημιά -και μάλιστα σημαντικά- είχε γίνει για την ελληνική οικονομία λόγω των σκληρών μέτρων.