Στη δίνη του κυκλώνα έχει περιέλθει η ελληνική βιομηχανία του Τύπου. Οι εκδοτικοί κολοσσοί ΔΟΛ, Τεγόπουλος, Πήγασος και Τηλέτυπος που πρωταγωνίστησαν επί πολλές δεκαετίες στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, δέχονται πρωτοφανείς κλυδωνισμούς λόγω της βαθιάς οικονομικής κρίσης. Στα πολλά προβλήματά τους ήρθαν να προστεθούν οι πολυήμερες απεργίες και η αδυναμία της συνδικαλιστικής ηγεσίας της Ενώσεως Συντακτών να κατανοήσει ότι οι ισχυροί παίκτες του εκδοτικού κατεστημένου δεν μπορούν πλέον να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του κλάδου.
Το τελευταίο ηχηρό ράπισμα ήταν η απόφαση του Χρηματιστηρίου Αθηνών να θέσει τις μετοχές των εκδοτικών κολοσσών σε επιτήρηση. Μια πράξη που με όρους αγοράς θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και πολύ καιρό, όμως οι εκδότες την φρέναραν όσο μπορούσαν σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσουν ρευστό από νέους φιλόδοξους επιχειρηματίες οι οποίοι θα ήθελαν να αγοράσουν πακέτα μετοχών για να επενδύσουν στον χώρο του Τύπου.
Η απειλούμενη χρεωκοπία των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων δεν είναι κεραυνός εν αιθρία που προκάλεσε μόνο η οικονομική κρίση. Τα τελευταία χρόνια συσσώρευαν ζημιές, αδυνατούσαν να προσαρμοστούν στη νέα εποχή, δεν έπαιρναν τις απαραίτητες αποστάσεις από την εξουσία, επένδυσαν στις προσφορές και υποβάθμισαν το περιεχόμενό τους. Αντίθετα, υποτίμησαν τη δυναμική της νέας τεχνολογίας και αρνούνταν να κατανοήσουν ότι η μετακίνηση των αναγνωστών τους στο διαδίκτυο ήταν ραγδαία. Μάλιστα, άφηναν ανοικτή την Κερκόπορτα σε κάθε είδους ανταγωνισμό στην μπλογκόσφαιρα καθώς το περιεχόμενο των εφημερίδων τους γινόταν όλο και πιο συμβατικό και προσαρμοσμένο στη διατήρηση της καλής σχέσης με την εκάστοτε εξουσία, και στην αποφυγή συγκρούσεων με την πολιτική και οικονομική εξουσία.
Με δύο λόγια, τα μεγάλα συγκροτήματα τύπου μετεξελίχθηκαν σταδιακά σε πολυδάπανες ΔΕΚΟ αφού δεν μπορούσαν να αξιολογήσουν το προσωπικό, να κάνουν στοιχειώδεις οικονομίες συντηρώντας επί της ουσίας στρατούς δημοσιογράφων και διοικητικών υπαλλήλων που δεν ανταποκρίνονταν πλέον σε ένα περιβάλλον που άλλαζε ραγδαία. Οι παραπάνω δυσλειτουργίες, σε συνδυασμό με το μεγάλο έλλειμμα ευελιξίας που χαρακτηρίζει τα παραδοσιακά μαγαζιά, τα μετέτρεψαν σε καρυδότσουφλα σε ένα τσουνάμι ιστορικών ανατροπών για τη χώρα.
Οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες καθώς οι τράπεζες έχουν πια πλήρη αδυναμία να δανειοδοτήσουν, οι νέοι επενδυτές που θα έδιναν ζεστό χρήμα δεν εμφανίζονται, ενώ η επιτήρηση του Χρηματιστηρίου εμποδίζει χρηματιστηριακές κινήσεις που θα μπορούσαν να φέρουν ρευστότητα. Τη χαριστική βολή τη δίνουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των σωματείων των εργαζομένων που δεν δείχνουν στοιχεία ευελιξίας. Οι πλέον αισιόδοξοι εκτιμούν ότι τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης θα συρρικνωθούν και σύντομα θα ακολουθήσουν την τακτική Αλαφούζου, ο οποίος επέβαλλε παρακάμπτοντας την Ένωση Συντακτών ατομικές συμβάσεις με τους εργαζόμενους, ενώ σε όποιες επιχειρήσεις καταστεί δυνατόν θα δημιουργηθούν επιχειρησιακά σωματεία που θα διαπραγματευτούν μειώσεις των αποδοχών των εργαζομένων.
Το τσουνάμι παρασέρνει και το πανίσχυρο μέχρι χτες MEGA, το οποίο για πρώτη φορά στην ιστορία του εμφάνισε ζημιές ύψους 26 εκ. ευρώ. Θυμίζουμε ότι οι βασικοί μέτοχοι του Μεγάλου Καναλιού είναι οι ίδιοι εκδότες που έχουν τα μεγάλα προβλήματα στον Τύπο, ώστε εκ των πραγμάτων αδυνατούν να το χρηματοδοτήσουν. Ταυτόχρονα, το MEGA παρά τις πρωτιές στο δελτίο ειδήσεων και στο πρόγραμμα, παγιώνεται στη συνείδηση των πολιτών ως το καθεστωτικό μέσο ενημέρωσης που έχει αναλάβει εργολαβικά την υπεράσπισης της τρόικας και του συστήματος της οικονομικοπολιτικής εξουσίας της Μεταπολίτευσης που πασχίζει να διατηρήσει τα κεκτημένα της.