Για την Ουάσιγκτον ταξιδεύει ο υπουργός Οικονομικών, Ευάγγελος Βενιζέλος, όπου το σύνηθες υπό άλλες συνθήκες ραντεβού με την επικεφαλής του ΔΝΤ και η συμμετοχή στη κοινή Σύνοδο ΔΝΤ- Παγκόσμιας Τράπεζας, αποκτά βαρύνουσα σημασία, καθώς από τις συζητήσεις που θα έχει ο υπουργός Οικονομικών με την Κριστίν Λαγκάρντ, θα κριθούν πολλά εν όψει της τελικής φάσης των διαβουλεύσεων με τη Τρόικα.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο, ότι για το Σάββατο έχει προγραμματιστεί επί αμερικανικού εδάφους τηλεδιάσκεψη του κ. Βενιζέλου με τους επικεφαλής της Τρόικας, προκειμένου να συζητηθούν τα νέα μέτρα, όπως θα έχουν αποτιμηθεί αυτά από το τεχνικό κλιμάκιο που βρίσκεται στην Αθήνα.
Τη συνάντηση Βενιζέλου - Λαγκάρντ σκιάζουν οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών κατά τη συνάντηση του με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, όπου έγινε επίκληση της χρεοκοπίας της Αργεντινής, για να τονιστεί η κρισιμότητα των ημερών.
Οι δηλώσεις δεν έγιναν δεκτές με ιδιαίτερη ευχαρίστηση στην Ουάσιγκτον, αν κρίνει από την απάντηση που έδωσε η επικεφαλής του Ταμείου τονίζοντας ότι δεν πρέπει να συγκρίνονται οι δύο περιπτώσεις, αλλά κι από το μήνυμα που έστειλε στην Αθήνα για «εφαρμογή, εφαρμογή, εφαρμογή» του Προγράμματος, λίγες μόλις ώρες μετά την ανακοίνωση του νέου «πακέτου» μέτρων.
Ανάλογο είναι, όμως, το κλίμα και στις Βρυξέλλες, καθώς παρά τις ανακοινώσεις που έγιναν για περικοπές σε συντάξεις, για νέες φορολογικές επιβαρύνσεις και για μείωση του δημόσιου τομέα, η στάση της Κομισιόν παρέμεινε επιφυλακτική. Οι πληροφορίες αναφέρουν, μάλιστα, ότι το τεχνικό κλιμάκιο που ανέλαβε να «μετρήσει» το δημοσιονομικό αποτέλεσμα αυτών των μέτρων, εκτιμά ότι οι φετινές αποκλίσεις καλύπτονται οριακά και υπό προϋποθέσεις, εξού και οι μουδιασμένες δηλώσεις του εκπροσώπου της Κομισιόν ο οποίος παρέπεμψε στις διαβουλεύσεις που συνεχίζει να κάνει το τεχνικό κλιμάκιο επί «κομβικών ζητημάτων».
Αυτό που προβληματίζει τους αξιωματούχους της Κομισιόν και του ΔΝΤ είναι κυρίως το εάν προλαβαίνει η Κυβέρνηση να «τρέξει» τάχιστα τα εν λόγω μέτρα, έτσι ώστε να έχουν το προσδοκώμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα στο τελευταίο τρίμηνο του έτους. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτής της εργασιακής εφεδρείας, καθώς αν και η Κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι 30.000 υπάλληλοι θα υπαχθούν σε αυτό το καθεστώς έως το τέλος του έτους, ακόμα και χθες υπήρχε σύγχυση για το πώς ακριβώς θα προκύψει αυτός ο αριθμός και με ποια ακριβώς διαδικασία, ειδικά στον στενό δημόσιο τομέα. Γι΄αυτό τον λόγο, άλλωστε, υπήρχε έντονος σκεπτικισμός ακόμα κι από κυβερνητικά στελέχη για το εάν οι ανακοινώσεις της Τετάρτης ήταν οι οριστικές ή εάν θα χρειαστούν και νέες, όταν θα επιστρέψουν ο κ. Τόμσεν και η παρέα του για να ολοκληρώσουν την αξιολόγηση...