Οι τιμές του φυσικού αερίου για βιομηχανική κατανάλωση στη χώρα μας είναι από τις υψηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, λόγω ακριβών τιμών εισαγωγής και υψηλής φορολογίας.
Ενδεχόμενο μείωσης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, που επιβάλλεται στο φυσικό αέριο στο ελάχιστο επίπεδο που ορίζει η Κοινοτική νομοθεσία, θα οδηγούσε σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 754 εκατ. ευρώ ετησίως και της απασχόλησης κατά 12.500 θέσεις εργασίας ενώ θα προκαλούσε μείωση του κόστους ηλεκτροπαραγωγής κατά 1,9 % και των βιομηχανικών τιμών κατά 2,1 %.
Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από μελέτη του ΙΟΒΕ για την επίδραση από τη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο και την ελληνική οικονομία, που παρουσιάστηκε σήμερα.
Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία το κόστος εισαγωγής του φυσικού αερίου (με στοιχεία 1ου τετραμήνου 2014) ήταν 33% υψηλότερη σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ ενώ σε σχέση με τη Βουλγαρία η διαφορά είναι 42% και με την Τουρκία 72%.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ μια άμεση λύση για τον περιορισμό του ενεργειακού κόστους για τις ελληνικές επιχειρήσεις θα ήταν η προσαρμογή του ΕΦΚ στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο με βάση την Κοινοτική νομοθεσία. Ο ΕΦΚ που επιβλήθηκε το Σεπτέμβριο του 2011 είναι 5,4 ευρώ ανά μεγαβατώρα, επίπεδο δεκαπλάσιο σε σχέση με το ελάχιστο όριο που ορίζει η Οδηγία 2003/96 για την επιχειρηματική χρήση ενώ η ίδια Οδηγία επιτρέπει την απαλλαγή από ΕΦΚ του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται στην ηλεκτροπαραγωγή.
Τα έσοδα του Δημοσίου από τον ΕΦΚ στο φυσικό αέριο ήταν 260 εκατ. το 2012, 220 εκατ. το 2013 και εκτιμάται ότι έκλεισαν στα 180 εκατ. το 2014 (λόγω σημαντικής μείωσης της ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο). Το ΙΟΒΕ εκτιμά ωστόσο ότι οι απώλειες εσόδων σε περίπτωση μείωσης του ΕΦΚ θα αντισταθμίζονταν από την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων.